Της Ευάννας Βενάρδου

Χορεύτρια, χορογράφος και καθηγήτρια χορού, με σημαντικές διακρίσεις στις αποσκευές της, η Κατερίνα Κασιούμη, διευθύντρια της Δημοτικής Σχολής Χορού Καλαμάτας στην οποία δίδασκε επί σειρά ετών, διαδέχεται την επί μακρόν καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας Βίκυ Μαραγκοπούλου, που παραιτήθηκε πρόσφατα.

Η απόφαση ελήφθη κατά την έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινωφελούς Επιχείρησης Δήμου Καλαμάτας «Φάρις» την περασμένη εβδομάδα. Αμέσως μετά τη λήξη του 22ου Φεστιβάλ αναμένεται να προκηρυχθεί διαγωνισμός για την επιλογή μόνιμου καλλιτεχνικού διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Καλαμάτας.

Νέα και όμορφη, η Κατερίνα Κασιούμη δεν διαθέτει ίχνος τουπέ και έπαρσης. Αντίθετα δίνει την εντύπωση μιας προσγειωμένης αλλά ταυτόχρονα παθιασμένης καλλιτέχνιδας. Διαθέτει μια αφοπλιστική αμεσότητα και μοιάζει διατεθειμένη να δουλέψει όσο σκληρά χρειαστεί για να φέρει την αποστολή της σε πέρας. Υπήρξε άλλωστε στενή συνεργάτρια της Βίκυς Μαραγκοπούλου τα τελευταία τρία χρόνια.
Η Κατερίνα Κασιούμη, παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών, είναι αδερφή του βαθύφωνου της Λυρικής Δημήτρη Κασιούμη και κόρη του αείμνηστου Διαμαντή Κασιούμη, καθηγητή χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που έσωσε πολλές ζωές… Και μόνο η αναφορά του ονόματός του δημιουργεί δέος σε πολλούς Γιαννιώτες.
Ας τη γνωρίσουμε.

– Πώς πρωτογνωριστήκατε με τη Βίκυ Μαραγκοπούλου;
«Η κυρία Μαραγκοπούλου ήταν καθηγήτρια των φυτωρίων της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης και αργότερα υπήρξε καθηγήτριά μου στο επαγγελματικό τμήμα της ΚΣΟΤ στο μάθημα της μεθοδολογίας μπαλέτου. Την εποχή εκείνη ήμουν τόσο παθιασμένη με το χορό που αν μου έλεγε ο δάσκαλός μου «πήδα από το μπαλκόνι», εγώ θα πήδαγα! Δεν πήγα καν πενθήμερη στο σχολείο για να μη χάσω την προπόνηση (χαμογελά). Σκεφτείτε πως στα 13 μου είχα φύγει από το σπίτι μας στα Γιάννενα γιατί μου είχε καρφωθεί η ιδέα να γίνω χορεύτρια».

– Εννοείτε πως ζήσατε μόνη σας στην Αθήνα μακριά από τους γονείς σας σε τόσο μικρή ηλικία;

 

1 φεστιβαλ
«Ακριβώς. Διότι πέρασα στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης (ΚΣΟΤ), δεν γινόταν αλλιώς. Μέχρι τη Δευτέρα Γυμνασίου έζησα με τους δικούς μου στα Γιάννενα. Με την παρότρυνση της Πολυξένης Ματέυ αλλά και της Διονυσίας Φειδοπούλου, που δίδασκε χορό στο Λύκειο Ελληνίδων Ιωαννίνων, αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στο Φυτώριο της ΚΣΟΤ. Η μητέρα μου, η Βιργινία Κασιούμη, το έψαχνε πολύ το πράγμα, ήξερε πως ήταν σημαντικό να φοιτήσω σε μια σχολή με απαιτήσεις. Έτσι, πέρασα στην ΚΣΟΤ. Ήμουν ένα παχουλό, ζωντανό παιδάκι με πολύ καλή σχέση με τη μουσική, αλλά σίγουρα όχι το είδος της κλασικής μπαλαρίνας που θα ονειρευόταν να βρει μπροστά του ένας δάσκαλος χορού! Ναι, από τα 14 μου έμενα πια μόνη μου στην Αθήνα. Μαγείρευα μόνη μου, έπλενα τα ρούχα μου μόνη μου, ταυτόχρονα είχα περάσει και στο Ωδείο Αθηνών, διάβαζα. Και κάθε Παρασκευή βράδυ έπαιρνα το λεωφορείο και πήγαινα στα Γιάννενα να δω τους δικούς μου. Μ΄ έχει φάει το ΚΤΕΛ στη ζωή μου!»

– Πώς τα καταφέρατε; Ήσασταν παιδί ακόμα!
«Πάρα πολύ δύσκολα. Το δικό μου παιδί δεν θα το άφηνα. Η μαμά μου με ενθάρρυνε –ο μπαμπάς μου όμως είχε πάθει σοκ, μου τηλεφωνούσε κάθε μέρα να δει τι γίνεται. «Να κοιμάσαι πολύ’, με συμβούλευε. Παρόλα αυτά μου έλεγε «αν δεν κάνεις αυτό που αγαπάς, αυτό που σε γεμίζει, δεν θα καταφέρεις τίποτε».
Θυμάμαι πως ερχόταν στην Κρατική και με περίμενε απ’ έξω στα σκαλοπάτια και έμοιαζε φοβισμένος, νομίζω πως πίστευε πως τελικά θα γινόμουν γιατρός, όπως κι εκείνος. Δεν τον ήξερε αυτόν το χώρο. Θυμάμαι την αμηχανία του, μάλλον σκεπτόταν πως ίσως κάποια στιγμή απογοητευτώ και γυρίσω πίσω (συγκινείται). Αλλά τελικά την τέλειωσα τη σχολή, το 1993 επί Ντένης Ευθυμίου Τσεκούρα, η οποία υπήρξε ένας άνθρωπος με όραμα για το χορό. Είχα εξαιρετικούς δασκάλους τότε, που ήθελαν να δουν ένα άλλο επίπεδο χορευτών, χορογράφων και καθηγητών χορού στην Ελλάδα: Ενδεικτικά αναφέρω τους Γιάννη Μέτση, Ρόζα Ζικάρ, Ρέϊ Μπάρα, Εύα Καπάζογλου, Μαρία Γαζή, Εριφύλλη Εφραιμίδου, Χάρη Μανταφούνη».

– Πώς ήταν η σχέση σας με τη Βίκυ Μαραγκοπούλου;
«Καλή. Ενδιαφερόταν πολύ για την προσωπικότητα των μαθητών της, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν αισθάνθηκα ότι υπήρξα η αγαπημένη της μαθήτρια και ήμουν και λίγο πνεύμα αντιλογίας στο μάθημά της!».

– Έχετε εμφανιστεί ποτέ ως χορεύτρια στο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;
«Όχι. Δεν νομίζω άλλωστε πως η κ. Μαραγκοπούλου με είχε δει πολλές φορές να χορεύω εκτός σχολής. Βέβαια επί τρία χρόνια, στη Σχολή, παρακολούθησε στενά τη δουλειά μου. Αλλά δεν είχαμε κάποια ιδιαίτερα κοντινή επαφή. Κάποια στιγμή, όταν ήταν διευθύντρια στη Σχολή της Καλαμάτας, με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε αν διδάσκω κάπου, διότι θα την ενδιέφερε να εργαστώ στη Σχολή ως καθηγήτρια.»Θα ήθελα να έρθω να σε δω σε κάποιο μάθημά σου», μου είπε.

 

2 φεστιβαλ
Η σχέση μας ήταν πάντα πολύ επαγγελματική. Αλλά κι εγώ η ίδια δεν θα ζητούσα ποτέ να χορέψω στο φεστιβάλ, ήμουν πολύ απορροφημένη με τη διδασκαλία και ομολογώ πως το φεστιβάλ για μένα ήταν κάτι σχεδόν άφταστο, θεωρούσα πως άγγιζε τα όρια του θράσους το να εμφανιστώ εκεί! Εξάλλου, λόγω χαρακτήρα, πάντα θεωρούσα πως οι άλλοι πρέπει να μου προτείνουν κάτι κι εγώ να το αποδεχθώ, δεν μου αρέσει να ζητώ».

– Ποιες συνεργασίες σας θεωρείτε σημαντικότερες;
«Η συνεργασία που νιώθω πως με άλλαξε ως άνθρωπο ήταν με τη Μαρία Χορς. Υπήρξα βοηθός της από το 1996 έως το 2008 και ήταν αυτή που με πρότεινε και στο Λύκειο Ελληνίδων στο οποίο εργάζομαι ως καθηγήτρια χορού από το 1998».

– Έχετε φτιάξει και τη δική σας ομάδα χορού;
«Ναι, το «Αμάλγαμα’ με την Μαρία Γοργία και τους «Δραπέτες’ με την Κέλλυ Ζαμπέλα. Όμως, επειδή εμένα μου αρέσει και να χορεύω και να διδάσκω και να χορογραφώ δεν αφοσιώθηκα ολόψυχα, όπως απαιτείται για «τρέξεις’ σωστά μια ομάδα χορού και να είσαι ο κύριος χορογράφος της».

– Η Βίκυ Μαραγκοπούλου είχε διαγράψει μια σημαντική πορεία στο τιμόνι του Φεστιβάλ Καλαμάτας. Καταλάβατε γιατί ακριβώς παραιτήθηκε;

«Κατάλαβα πως κάτι η κρίση, κάτι άλλοι λόγοι, ζορίστηκε και ένιωσε πως δεν μπορούσε να συνεχίσει το έργο της όπως ήθελε, δηλαδή με τις προδιαγραφές που είχε θέσει τα 21 αυτά χρόνια. Νομίζω πως οι λόγοι ήταν κυρίως οικονομικοί. Όταν έμαθα ότι σκοπεύει να παραιτηθεί σοκαρίστηκα και προσπάθησα να τη μεταπείσω. Θεωρώ πως με την προσωπικότητά της έχει σφραγίσει την πόλη και έκανε σπουδαίο έργο και στη Σχολή και στο Φεστιβάλ. Και θεωρώ πως αυτά τα 21 χρόνια στο Φεστιβάλ και τα 30 χρόνια στη Σχολή υλοποίησε το όνειρό της με έναν τρόπο αρκετά ιδανικό. Το να έχεις μια οικονομική και πολιτική στήριξη ώστε να μπορείς να πας τα πράγματα εκεί που θέλεις είναι μεγάλη τύχη».

– Εσείς θεωρείτε πως με το μπάτζετ που έχετε στη διάθεσή σας μπορείτε να φέρετε εις πέρας το Φεστιβάλ;

«Θεωρώ πως τα λεφτά είναι ένα θέμα, αλλά αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο χρόνος που απομένει για να στηθεί το 22ο Φεστιβάλ. Πάντως δεν σας κρύβω πως αναρωτιέμαι αν το οικονομικό θέμα είναι πραγματικά λόγος να εγκαταλείπουμε την προσπάθεια…»

– Πόσο μειωμένο είναι το μπάτζετ;

«Αυτό θα φανεί. Να δούμε πόσο τυχεροί θα είμαστε και με τις χορηγίες. Εγώ πάντως θα αμείβομαι πολύ λιγότερο, δεν υπάρχει σύγκριση. Και δεν θα αποτολμούσα αυτήν την κίνηση αν δεν είχα δουλέψει πριν στη Σχολή της Καλαμάτας και δεν διαπίστωνα πόσο σημαντικό είναι το δυναμικό της πόλης –όχι μόνο σε παιδιά αλλά και σε γονείς. Βλέπει κανείς δηλαδή πόσο υποστηρίζει η Καλαμάτα την προσπάθεια αυτή, το χορό. Και η Σχολή είναι άρρηκτα δεμένη με το Φεστιβάλ».

 

– Το Φεστιβάλ πραγματοποιείται τον Ιούλιο. Ξεκινάτε από το μηδέν ή υπήρξε ήδη κάποια προεργασία, πάνω στην οποία «πατάτε»;

«Ξεκινάω από το μηδέν. Όχι, δεν έχουμε συζητήσει καθόλου με την κ. Μαραγκοπούλου για συνεργασίες, ομάδες και σχήματα που θα καλέσουμε κ.λπ. Κι έχουμε μπροστά μας 4,5 μήνες. Αλλά έχω ήδη πολλές ιδέες για το Φεστιβάλ».

 

– Η τέως διευθύντρια στήριξε την υποψηφιότητά σας;

«Δεν νομίζω. Απ’ όσο γνωρίζω δεν άφησε πίσω της κάποια διάδοχη κατάσταση».

 

– Ποιο είναι το δικό σας όραμα για το Φεστιβάλ;
«Κατ΄αρχάς το Φεστιβάλ πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, πρωτίστως για την ίδια την πόλη. Είναι από τα λίγα πράγματα που κατάφεραν να έχουν διάρκεια. Η κ. Μαραγκοπούλου έδινε έμφαση στη λεπτομέρεια, κάτι το οποίο με ικανοποιούσε αφάνταστα. Βέβαια, κάθε καλλιτεχνικός διευθυντής είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος. Κάποιες από τις παραστάσεις που φιλοξενούσε το Φεστιβάλ μου άρεσαν πάρα πολύ, κάποιες λιγότερο. Ένα τέτοιο Φεστιβάλ πρέπει να έχει ποικιλία».

– Τι θα θέλατε δηλαδή να του προσδώσετε;
«Η πρώτη προτεραιότητα αυτή τη στιγμή είναι το Φεστιβάλ να διατηρήσει το κύρος και την ποιότητά του, κάτω από τις δύσκολες αυτές οικονομικές συνθήκες και την πίεση του χρόνου. Σε βάθος χρόνου, τώρα, θα ήθελα να εμπλέξω την πόλη ακόμα περισσότερο. Θα ήθελα να ψηφιοποιηθεί όλο το αρχείο του Φεστιβάλ και να γίνει μια βιβλιοθήκη για το χορό, ώστε να μπορεί κάποιος να κάνει την έρευνά του.
Θα ήθελα το Φεστιβάλ να έχει χώρο για όλους: και για την καταξιωμένη ομάδα του εξωτερικού, αλλά και για μια ιδιαίτερη ομάδα που κάνει πιο πειραματική δουλειά (ακόμα κι αν η δουλειά της αφορά λιγότερους και πιο ειδήμονες), αλλά και για τις νέες ομάδες που είναι απαραίτητο να δείχνουν τη δουλειά τους προκειμένου να προχωρήσουν. Θα ήθελα επίσης να υπάρχει και η δουλειά των ΑμεΑ. Και θα με ενδιέφερε πολύ να διοργανώνονται σεμινάρια που να σχετίζονται με την εκπαίδευση των χορευτών και των χορογράφων αλλά και με το κομμάτι της αποκατάστασης της υγείας των χορευτών ή με την αλλαγή επαγγελματικού προσανατολισμού τους όσο αφορά την ειδικότητα τους.

 

Αυτές είναι απλώς κάποιες πρώτες σκέψεις μου. Δεν ξέρω αν το γούστο μου σε σχέση με το χορό είναι ταυτόσημο με της κυρίας Μαραγκοπούλου, σε πολλά ταυτιζόμασταν. Ωστόσο θεωρώ πως η αναζήτηση της τελειότητας δεν πρέπει να γίνεται αιτία για να σταματά κανείς. Την μάχη δεν την δίνουμε όπως θέλουμε, αλλά όπως μπορούμε…».

 

4καλαματα

 

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ

Η Κατερίνα Κασιούμη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στα Ιωάννινα. Σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στην Αθήνα για να αφοσιωθεί στο χορό παρακολουθώντας αρχικά μαθήματα στo φυτώριo της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης. Στη συνέχεια έγινε δεκτή στο επαγγελματικό τμήμα της Σχολής υπό την διεύθυνση της Ντένης Ευθυμίου-Τσεκούρα από όπου αποφοίτησε το 1993 με το Δίπλωμα Καθηγήτριας Χορού (βαθμός πτυχίου «Αριστα»). Καθηγητές της μεταξύ άλλων ήταν οι Ray Bara, Rosa Sicart, Βίκυ Μαραγκοπούλου, Γιάννης Μέτσης, Εύα Καπάζογλου, Μαρία Γαζή, Πένυ Μελά, Μαρία Κυνηγού, Χάρης Μανταφούνης, Yvonne Ribar. Είναι κάτοχος του διπλώματος διδασκαλίας πάνω στην τέχνη του κλασικού χορού της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου (βαθμός πτυχίου «Distinction»).

Από την αποφοίτησή της έως σήμερα η Κατερίνα Κασιούμη ακολούθησε μια ιδιαίτερα αξιόλογη πορεία ως χορεύτρια, χορογράφος και καθηγήτρια χορού, ενώ έχει αποσπάσει σημαντικές διακρίσεις. Ανάμεσα στους σημαντικότερους σταθμούς της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας είναι η συμμετοχή της ως χορεύτριας και βοηθού της χορογράφου Μαρίας Χορς από το 1996 έως το 2008 στις Τελετές Αφής και Παράδοσης της Ολυμπιακής Φλόγας Θερινών και Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων.
Η Μαρία Χορς την είχε ξεχωρίσει για το ήθος, τη βαθιά αγάπη της για τον χορό, την άψογη συνεργασία με όλα τα μέλη της ομάδας και τις χορευτικές, χορογραφικές όσο και διοικητικές της ικανότητες. Παράλληλα το ταλέντο και η πολύχρονη εμπειρία της στη διδασκαλία του κλασικού όσο και του σύγχρονου χορού κορυφώθηκε με την ανάληψη της διεύθυνσης της Δημοτικής Σχολής Χορού Καλαμάτας, την οποία διευθύνει από το 2013 έως σήμερα.

Επιπλέον, η Κατερίνα Κασιούμη είναι μέλος του Λυκείου Ελληνίδων και συνέφορος (2012) στο Κεντρικό Τμήμα του Λυκείου των Ελληνίδων (τμήμα ρυθμικής και έντεχνου χορού) από το 1999 έως σήμερα, ενώ υπήρξε μέλος και πρόεδρος των επιτροπών του υπουργείου Παιδείας (2006-2010) για την αξιολόγηση και εισαγωγή υποψηφίων μαθητών στα Καλλιτεχνικά Γυμνάσια (τομέας χορού). Eίναι μέλος της Bασιλικής Ακαδημίας Χορού του Λονδίνου (RAD) και υπήρξε μέλος της κριτικής επιτροπής του Youth Ballet της RAD.
Έχει διακριθεί με το Μετάλλιο της πόλης του Sydney από το δήμαρχο του Sydney για τη συμμετοχή της στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2000 σε μουσική Βαγγέλη Παπαθανασίου, με το Εθνόσημο του Ελληνικού Κράτους από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και με το Μετάλλιο του ομίλου Καλλιπάτειρα.

Το 2004 ίδρυσε την ομάδα χορού «Δραπέτες», ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ομάδας χορού «Αμάλγαμα» της Μαρίας Γοργία το 1997.
Η χορευτική της σταδιοδρομία, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, συνεργασίες στην Πειραματική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την ομάδα χορού «Χορικά» της Ζουζούς Νικολούδη, το «Χοροθέατρο Ροές» της Σοφίας Σπυράτου, το «Χοροθέατρο Οκτάνα» του Κωνσταντίνου Ρήγου, και πλήθος άλλων σχημάτων.