Της Ν. ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ

Κάτω από τη σημερινή Λεωφόρο Βουλιαγμένης ακούγονται ακόμη τα βήματα των κατοίκων της Αθήνας και των περιχώρων της από τους μυκηναϊκούς χρόνους μέχρι σήμερα. Το δρόμο αυτό χρησιμοποιούσαν από τα προϊστορικά χρόνια για να προσεγγίσουν τους αρχαίους δήμους του παραλιακού μετώπου αλλά και το ιερό του Ποσειδώνος στο Σούνιο.

 

Ο οδικός αυτός άξονας που στους ιστορικούς χρόνους ήταν γνωστός ως «η οδός η επί Σουνίου φέρουσα» ήταν η ραχοκοκκαλιά της εμπορικής-οικονομικής δραστηριότητας των πολισμάτων της δυτικής Αθήνας και της σχέσης που είχαν αναπτύξει εκείνη την εποχή με το ανάκτορο της Ακρόπολης των Αθηνών.

Το συμπέρασμα αυτό εξάγεται από τη μελέτη των ευρημάτων που ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές για τους σταθμούς του Μετρό από τον Αγιο Ιωάννη και τη Δάφνη ως το Ελληνικό αλλά και από παλαιότερες σωστικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή, σύμφωνα με την αρχαιολόγο Κωνσταντίνα Καζά- Παπαγεωργίου στον έλεγχο της οποίας ήταν για πολλά χρόνια η περιοχή δυτικά του Υμηττού , από τη Δάφνη και το Παλαιό Φάληρο μέχρι τη Γλυφάδα.

1 β

Η κ. Καζά γνωστή και από τις ανασκαφές της σε προϊστορικές θέσεις στα Δεντρά, την Παλαιά Επίδαυρο και τα Αηδόνια Νεμέας έχει αφιερώσει τα 28 από τα 35 χρόνια της ενεργού δράσης της , στην Αττική. Γι αυτό, είναι πολύτιμη η συμπυκνωμένη γνώση που προσφέρει με τρόπο μεθοδικό και τεκμηριωμένο στο βιβλίο της «Η αρχαία Αστική Οδός και το Μετρό κάτω από τη λεωφόρο Βουλιαγμένης». Μια έκδοση άριστης ποιότητας που φέρει την σφραγίδα των εκδόσεων του Μωϋσή και της Ραχήλ Καπόν.

Η συγγραφέας του τόμου αυτού αρχίζει την ξενάγησή της στην περιοχή περιγράφοντας το αττικό τοπίο, το ημιάνυδρο, βραχώδες, φτωχό σε χώμα και βλάστηση, όπως το περιγράφει ο Πλάτων στον «Κριτία» με πολλά ποτάμια και χειμαρρώδη ρέματα , για να εξηγήσει τους λόγους της διαχρονικής κατοίκησής του. «Τα μεγάλα ρέματα του Υμηττού, όπως τους Αγίου Δημητρίου-Πικροδάφνης των Καλογήρων, των Τραχώνων, το ρέμα της Αργυρούπολης και τα ρέματα της Γλυφάδας από τη θέση Γυρισμός και κάτω, διέθεταν νερό καθ΄όλη την διάρκεια του έτους, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην οικονομία του τόπου, ακόμη και μετά τα μέσα του περασμένου αιώνα» σημειώνει η κ. Καζά.

 

3 βου

«Μετά τα μέσα του 20ού αιώνα, εποχή της αστικοποίησης των συγκεκριμένων περιοχών, τα ρέματα και οι χείμαρροι άρχισαν να μπαζώνονται ή στην καλύτερη περίπτωση να εγκιβωτίζονται , και να μετατρέπονται σε δρόμους και λεωφόρους. Το ρέμα της Πικροδάφνης, ωστόσο, σε μήκος 5,5 χλμ. από τη λεωφόρο Βουλιαγμένης ως την εκβολή του στο Εδεμ , όπως και μεγάλο τμήμα του ρέματος των Τραχώνων, διατηρούν ακόμα και σήμερα την κοίτη και τις όχθες τους στη φυσική τους μορφή, αποτελώντας μοναδικά φυσικά τοπία και πόλους βιοποικιλότητας, μέσα σε ένα έντονα αστικοποιημένο περιβάλλον». Υπάρχουν σπάνια είδη πουλιών, αλεπούδες, υδρόβιες χελώνες και ψάρια.

Συνεπώς, το νερό και το εύκρατο υγιεινό κλίμα ευνόησαν την εγκατάσταση του ανθρώπου στην περιοχή ήδη από την Τελική Νεολιθική εποχή (πριν τα τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ.) και κατά την Πρωτοελλαδική εποχή (3η χιλιετία π.Χ.). Απόδειξη, τα κατάλοιπα της εποχής αυτής που βρέθηκαν στο χώρο του σταθμού «Δάφνη» και του γειτονικού φρέατος επί της οδού Μπουμπουλίνας, σε δύο θέσεις της περιοχής Κοντοπήγαδο Αλίμου επί της λεωφόρου Βουλιαγμένης και στο λόφο Χασάνι του Ελληνικού. Πιό έντονη είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή κατά την Μυκηναϊκή εποχή, όταν το ανακτορικό κέντρο στην Ακρόπολη των Αθηνών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.

Στην ίδια εποχή ανάγεται η εργαστηριακή εγκατάσταση κατεργασίας του λιναριού που αποκαλύφθηκε στο σταθμό Αλίμου, στο Κοντοπήγαδο. Πρόκειται για ένα σύστημα διαχείρισης υδάτων και αγωγών που διοχετεύονταν από τα νερά ενός χειμάρρου και μυκηναϊκών πηγαδιών που βρέθηκαν στην ίδια ανασκαφή. Η εγκατάσταση εκτεινόταν στην παρακείμενη οδού Κουμουνδούρου και υπολογίζεται πως είχε έκταση 3.000 τ.μ. Δεν υπάρχει γραπτή πηγή που να αναφέρεται στην ύπαρξη της εγκατάστασης αυτής ίσως γιατί ήταν υπαίθρια.

 

4 βου

Η κ. Καζά δανείζεται στοιχεία για την κατεργασία του λιναριού από τη λαογραφία της σύγχρονης Ελλάδας και για να περιγράψει τη λειτουργία που θα είχε: Θα μούσκευαν τα δεμάτια μέσα στους λαξευμένους χώρους, θα τα σκέπαζαν με πέτρες και χώμα, ενώ το νερό θα ανανεωνόταν συνεχώς, κυκλοφορώντας διαρκώς από τον έναν αγωγό στον άλλο και γεμίζοντας τα ενδοιάμεσα ορύγματα. . Τα μουσκεμένα δεμάτια έπειτα θα καθαρίζονταν επιτόπου, θα απλώνονταν να στεγνώσουν και θα μεταφέρονταν σε άλλο χώρο, ίσως στεγασμένο, όπου με ξύλινα εργαλεία θα εξάγονταν οι ίνες του λιναριού στις επιθυμητές ποιότητες.

Από πινακίδες της Γραμμικής Β΄της Πύλου και της Κνωσού προκύπτει το ενδιαφέρον των ανακτόρων για την λινοκαλλιέργεια, καθώς το υλικό αυτό το χρειάζονταν όχι μόνο για την ένδυση και την οικοσκευή αλλά και για τα πανιά των πλοίων. Συνεπώς, η λινοκαλλιέργεια στον Αλιμο θα λειτουργούσε υπό τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας που ήταν το ανάκτορο της Ακρόπολης των Αθηνών. «Ας μην ξεχνάμε –γράφει η κ. Καζά- ότι εκείνη την εποχή αι Αθήναι, σύμφωνα με τον κατάλογο των πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα, έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο με πενήντα πλοία υπό τον Μενεσθέα. Για τα πανιά των πλοίων και μόνο χρειάζονταν πολλά μέτρα λινού υφάματος». Παράλληλα πρέπει να λειτουργούσε κεραμεικό εργαστήριο λόγω των πολλών κεραμεικών που βρέθηκαν όπως και εργαστήρια γλεύκανσης ή βαφής του λιναριού.

 

Ενα μεγάλο τμήμα της εγκατάστασης αποσπάστηκε και επανατοποθετήθηκε στη θέση του μετά την κατασκευή του σταθμού «Αλιμος».

Τα κινητά ευρήματα από τις ανασκαφές όλων των σταθμών της Γραμμής 2 του Μετρό είναι πολλά και εντυπωσικά. Ανάμεσά τους αγάλματα, αγγεία επώνυμων ζωγράφων της αρχαιότητας αλλά και θησαυροί νομισμάτων που παρουσιάζονται με επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο στον τόμο. Ξεχωρίζει ωστόσο ο λεγόμενος «Τάφος του ποιητή» που βρέθηκε στη Δάφνη κυρίως για τα κτερίσματα που συνόδευαν τον νεαρό νεκρό, θύμα του λοιμού των Αθηνών.

 

Μια τριγωνικής μορφής άρπα, μία λύρα της οποίας σώζεται το ηχείο (κέλυφος χελώνας) και ένας ξύλινος αυλός ήταν τα μουσικά όργανα που ήταν πλάι του. Επίσης είχε μια ξύλινη κασετίνα με χάλκινη γραφίδα, χάλκινο μελανοδοχείο, σιδερένια ξύστρα , αλλά και σπαράγματα από πάπυρο με αποσπάσματα ποιημάτων. Αυτοί οι πάπυροι αποτελούν το αρχαιότερο ελληνικό χειρόγραφο. Βρέθηκαν επίσης τέσσερα κερωμένα πινακίδια, που αρχικά ήταν δεμένα σε βιβλίο. Η μελέτη των ευρημάτων αυτών έχει δοθεί σε διεπιστημονική ομάδα αποτελούμενη από τους:Ευτυχία Λυγκούρη-Τόλια, Egert Pohlmann, Martin West, Στέλιο Ψαρουδάκη και Χρήστο Τερζή, προκειμένου να διευκρινιστεί η ταυτότητα του νεκρού. Ηταν δάσκαλος μουσικής, χαρισματικός μαθητευόμενος στη μουσική ή ποιητής που έγραφε τραγούδια και τα εκτελούσε συνοδεία οργάνων;

 

Η κ. Καζά, θεωρεί ότι τα ευρήματα αυτά παραπέμπουν σε ερυθρόμορφη κύλικα του 485-480 π.Χ. που υπογράφει ο αγγειογράφος Δούρις (500-465 π.Χ.) και σε υδρία του Φιντία (περ. 510 π.Χ.) όπου ιστορούνται σκηνές σχολείου με τη διδακαλία της γραφής, της ανάγνωστης και της μουσικής.