Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε τα στοιχεία του β’ τριμήνου του 2016, με την οικονομία να παρουσιάζει ύφεση της τάξης του 0,7%.

Σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, δηλαδή το τρίμηνο της θητείας του Γιάνη Βαρουφάκη στο υπουργείο Οικονομικών, υπήρχε ανάπτυξη 0,8%.

 

Πρόκειται για το τέταρτο συναπτό τρίμηνο ύφεσης για την ελληνική οικονομία, η οποία πνίγεται στα απόνερα της διαπραγμάτευσης του 2015 με τους εταίρους και την επιβολή των capital controls.

Βασικά αίτια αυτής της εικόνας είναι η πτώση του λιανικού εμπορίου με την υπερφορολόγηση να αδειάζει το πορτοφόλι του Έλληνα. Επίσης η μέγκενη στην οποία βρίσκονται οι επιχειρήσεις με αδυναμία παροχής ρευστότητας, εξαιτίας της μη δανειοδότησης από τις τράπεζες, τις οδηγούν σε ασφυξία. Μεγάλη αιμορραγία και στις εξαγωγές, με πτώση 7,7% και τα μηνύματα είναι ιδιαίτερα δυσοίωνα.

Η τουριστική βιομηχανία δέχτηκε πλήγμα με το προσφυγικό και προσπαθεί να κλείσει σταθεροποιητικά τη χρονιά, αφού μόνο τον Μάιο τα έσοδα μειώθηκαν κατά 26% και η ανεργία κόλλησε στο 23,5%.

 

Η ΕΛΣΤΑΤ παράλληλα αναθεώρησε επί τα βελτίω την εκτίμησή της για την πορεία της οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του 2016, αναθεωρώντας σημαντικά την ύφεση από το 1,3% που υπολογιζόταν αρχικά, στο 0,8%.

 

Παρά την καλύτερη εικόνα της περιόδου Ιανουαρίου-Μαρτίου όμως, τα στοιχεία δείχνουν ότι στο εξάμηνο η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά περίπου 0,7%, ενώ το χρέος συνεχίζει να αντιστοιχεί στο 180% του ΑΕΠ της χώρας.

 

Η Τράπεζα της Ελλάδος και η κυβέρνηση ευελπιστούν πως αυτή η εικόνα θα ανατραπεί το β’ εξάμηνο του έτους. Για να επαληθευθεί η οριακή ύφεση του 0,3% στο τέλος του έτους η οικονομία πρέπει να «γκαζώσει» με ανάπτυξη τουλάχιστον 0,2% μέχρι τον Δεκέμβριο.
Το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης για αναβίωση μιας «κατεψυγμένης» αγοράς εξαρτάται από τη διαπραγμάτευση του φθινοπώρου για την επόμενη αξιολόγηση και πόσο θα επηρεαστούμε από την εφαρμογή της διαδικασίας του Brexit από τον Οκτώβριο.