Οι περισσότερες έγκυοι ξέρουν καλά ότι οι ορμονικές και σωματικές αλλαγές της εγκυμοσύνης προκαλούν συχνά ναυτία και πόνο στη μέση, αλλά λίγες γνωρίζουν ότι και η όραση μπορεί να επηρεαστεί.

Οι περισσότερες οφθαλμολογικές αλλαγές που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη είναι ήπιες και παροδικές, και η όραση επανέρχεται στο φυσιολογικό μετά τη γέννηση του παιδιού. Υπάρχουν, όμως, ορισμένα προβλήματα που μπορεί να χρειασθούν εντατική ιατρική φροντίδα.

 

Όπως εξηγεί ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, τα ηπιότερα προβλήματα που μπορεί να εκδηλωθούν είναι η ξηροφθαλμία και η θολωμένη όραση.

 

«Στις γυναίκες με επιρρέπεια στην ξηροφθαλμία, η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί και να δημιουργήσει προβλήματα στην καθημερινότητα ή να καταστήσει δύσκολη τη χρήση των φακών επαφής σε όσες εγκύους τους φοράνε», λέει. «Η λύση είναι η συνεχής χρήση τεχνητών δακρύων για να λιπαίνονται τα μάτια, ενώ ειδικά οι γυναίκες που φορούν φακούς πρέπει να συμβουλευτούν το γιατρό τους για να βεβαιωθούν ότι τα υγρά των φακών επαφής είναι ασφαλή για χρήση στην εγκυμοσύνη».

 

Το θόλωμα της όρασης οφείλεται στην κατακράτηση υγρών που είναι συχνό φαινόμενο στην εγκυμοσύνη. Η κατακράτηση μπορεί να οδηγήσει σε πάχυνση και αλλαγή του σχήματος του κερατοειδούς χιτώνα του ματιού, με συνέπεια να εντείνονται τυχόν υπάρχοντα διαθλαστικά προβλήματα (π.χ. μεγαλώνει η μυωπία) ή/και να φαίνονται παραμορφωμένες οι εικόνες.

 

Τόσο το θόλωμα όσο και η ξηροφθαλμία υποχωρούν μετά τον τοκετό και η όραση συνήθως αποκαθίσταται. Απαιτείται όμως επανέλεγχος της όρασης έναν χρόνο αργότερα, για να επιβεβαιωθεί ότι δεν έχουν προκληθεί μόνιμα προβλήματα, όπως αύξηση της μυωπίας.

 

Αν και τα προβλήματα αυτά είναι σχετικά απλά και ανώδυνα στην αντιμετώπισή τους, ορισμένα άλλα είναι πολύ πιο σοβαρά και πολύπλοκα. Έτσι, αν η έγκυος παρουσιάσει παροδική απώλεια όρασης, ευαισθησία στο φως, θολωμένη όραση και βλέπει αύρα γύρω από τα αντικείμενα ή φώτα που αναβοσβήνουν, θα πρέπει να απευθυνθεί αμέσως στο γυναικολόγο της ή να πάει επειγόντως στο νοσοκομείο, διότι αυτού του είδους τα συμπτώματα μπορεί να αποτελούν ένδειξη προεκλαμψίας. «Η προεκλαμψία χαρακτηρίζεται από επικίνδυνη αύξηση της αρτηριακής πίεσης και είναι επείγον περιστατικό» προειδοποιεί ο δρ Κανελλόπουλος.

 

Εξίσου σοβαρές μπορεί να αποδειχθούν και οι επιδράσεις της εγκυμοσύνης στον αμφιβληστροειδή, δηλαδή στο χιτώνα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του ματιού.

 

Η αντιμετώπιση αυτού του είδους των προβλημάτων πρέπει να γίνεται πάρα πολύ προσεκτικά και με τη συνδρομή του μαιευτήρα-γυναικολόγου που παρακολουθεί τη γυναίκα.

«Ανάλογα με το πρόβλημα μπορεί να χρειαστεί χορήγηση κορτικοστεροειδών φαρμάκων ή ενέσεις στην ωχρά κηλίδα, αλλά δεδομένης της ευαισθησίας του αναπτυσσόμενου εμβρύου η όποια φαρμακευτική αγωγή πρέπει να χορηγείται όταν είναι απολύτως απαραίτητο και με τη μέγιστη δυνατή προσοχή» υπογραμμίζει ο ειδικός.

 

«Επιπρόσθετα, αυξημένη προσοχή απαιτείται και κατά τη διαγνωστική προσπέλαση για όλα αυτά τα νοσήματα γιατί η χρωστική, για παράδειγμα, που χρησιμοποιείται στην αγγειογραφία φλουοροσκεΐνης μπορεί να διαπεράσει τον πλακουντιακό φραγμό, αν και δεν έχουν αναφερθεί παρενέργειες στα έμβρυα. Αντίθετα, η πράσινη χρωστική της ινδοκυανίνης δεν διαπερνά τον πλακούντα. Ωστόσο για να μειωθεί ο κίνδυνος προβλημάτων στο έμβρυο, προτιμότερο είναι να γίνεται οπτική τομογραφία αλληλουχίας (OCT) όταν αυτό είναι εφικτό (είναι μία μη επεμβατική μέθοδος τομογραφικής απεικόνισης του αμφιβληστροειδούς)».

 

Όσον αφορά τις χειρουργικές θεραπείες, «ιδανικά οι εγχειρήσεις στον αμφιβληστροειδή πρέπει να καθυστερούνται έως ότου ολοκληρωθεί η εγκυμοσύνη και ο τοκετός. Αν όμως η εγχείρηση είναι απαραίτητη, όπως σε περίπτωση αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς, είναι αναγκαία η συμμετοχή του μαιευτήρα στη χειρουργική ομάδα ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι διεγχειρητικοί κίνδυνοι», επισημαίνει ο δρ Κανελλόπουλος. 

Πηγή: healthreport.gr