Μετά τον Παναγιώτη Τέτση, δύο νέες απώλειες είχαμε για το χώρο του πολιτισμού, στο διήμερο που μας πέρασε. Την τελευταία τους πνοή άφησαν η «δασκάλα του μοντάζ» Γιάννα Σπυροπούλου και η ιδρύτρια της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών Μαριλένα Λιακοπούλου.

Η μοντέζ και σκηνοθέτης Γιάννα Σπυροπούλου θα κηδευτεί την Τρίτη 8 Μαρτίου στις 11:15 π.μ. στο Νεκροταφείο Ζωγράφου. Από πολύ νέα, μυήθηκε δίπλα στον μεγάλο μοντέρ του ελληνικού κινηματογράφου Γιώργο Τσαούλη στην τέχνη και τις τεχνικές του μοντάζ. Γρήγορα αναδείχθηκε σε μια από τις καλύτερες και πλέον αξιόπιστες μοντέζ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 60′. Δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες μεγάλου και μικρού μήκους, εκατοντάδες επεισόδια τηλεοπτικών σειρών και αμέτρητος αριθμός ταινιών ντοκιμαντέρ, είναι σήμερα κατάλοιπα της άριστης τεχνικής, της γνώσης και της ακρίβειας της Γιάννας Σπυροπούλου, κληρονομιά για όλους τους νεότερους μοντέρ.

 

Συνεργάστηκε με τους περισσότερους σκηνοθέτες του Ελληνικού Κινηματογράφου, από τον Ιάκωβο Καμπανέλλη στο «Κανόνι και το Αηδόνι», τον Γιώργο Πανουσόπουλο στο «Ταξίδι του Μέλιτος», τον Κώστα Φέρρη στη «Φόνισσα», στο «Ρεμπέτικο» και άλλα, την Τώνια Μαρκετάκη στις «Κρυστάλλινες Νύκτες», τον Γιώργο Τζαβέλλα στην «Αντιγόνη», τον Τάσο Ψαρρά στο «Η ‘Αλλη Όψη», τον Νίκο Ζερβό, τον Δημήτρη Σταύρακα, τον Αντώνη Τέμπο, τον Λευτέρη Χαρωνίτη, τον Κώστα Αυγέρη, τον Κώστα Κουτσομύτη, την Ηρώ Σγουράκη, και πολλούς άλλους.

 

Δεκάδες όμως είναι οι σκηνοθέτες που νέοι και άπειροι τότε πλησίαζαν τη Σπυροπούλου και της ζητούσαν να τους μοντάρει την πρώτη τους ταινία μικρού μήκους ή ντοκιμαντέρ. Με τη σπάνια αγάπη της για τον κινηματογράφο και την αλληλεγγύη της στους νέους κινηματογραφιστές αναδείχτηκε σε έναν κινηματογραφικό καθοδηγητή των νέων σκηνοθετών.

 

liakopoulou νεα

 

Η νεκρώσιμος ακολουθία για τη Μαριλένα Λιακοπούλου θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 9 Μαρτίου, στις 14.00, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Η Μαριλένα Λιακοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, φοίτησε στη Μαράσλειο Σχολή κι αργότερα στο Β’ Γυμνάσιο θηλέων Αθηνών, το οποίο τελείωσε παράλληλα με το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Ως κόρη του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου, έζησε τα παιδικά και τα εφηβικά της χρόνια στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών της γενιάς του μεσοπολέμου και γνώρισε τους διανοούμενους της μεταπολεμικής γενιάς.

 

Η προδιάθεση και η παιδεία για τη μετέπειτα ενασχόλησή της με την Τέχνη υπήρχε, αλλά τον καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι τρεις εκθέσεις που διοργάνωσε στο Μέγαρο Λαμπράκη, ξεκινώντας το 1953 με τα «Ειδύλλια του Θεόκριτου» του Δημήτρη Γαλάνη και συνεχίζοντας με έκθεση ζωγραφικής του Σπύρου Βασιλείου και έκθεση χαρακτικής του Α. Τάσσου. Σπούδασε ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης κοντά στον αρχαιολόγο Ι. Παπαδημητρίου, ιστορία της βυζαντινής τέχνης με τον Μανώλη Χατζηδάκη και στη συνέχεια ιστορία της Τέχνης στο Παρίσι με τον καθηγητή της Σορβόνης Jean Laude.

 

Στα 1957-58 δημοσίευσε σειρά άρθρων στο περιοδικό «AΡXΙTΕKTOΝΙΚΗ» με θέμα αντικείμενα και είδωλα που φιλοτεχνήθηκαν στην Ελλάδα μετά το 1600. Το 1963 ίδρυσε την «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών – Χίλτον», που στεγάστηκε στο νεόκτιστο τότε ξενοδοχείο και εγκαινιάστηκε με τα «Επιθαλάμια» του Γιάννη Μόραλη. Η Eθνική Πινακοθήκη δεν είχε ακόμη αποπερατωθεί και το μέγεθος του χώρου που φιλοξενούσε την Αίθουσα, ο οποίος ενδεικνυόταν για παρουσίαση γλυπτών μεγάλου μεγέθους, στάθηκε για πολλά χρόνια ο μόνος -ίσως- κλειστός χώρος που έδινε την ευκαιρία σε ελληνικό και ξένο κοινό να έλθει σε επαφή με τη σύγχρονη ελληνική γλυπτική.

 

Aπό την ίδρυση της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών (1963) μέχρι σήμερα, οι κύριες επιδιώξεις της εστιάζονται σε τρία σημεία: την παρουσίαση των σύγχρονων ρευμάτων Τέχνης με έργα διεθνών καλλιτεχνών, την προώθηση νέων Eλλήνων δημιουργών και την παρoυσίαση/πρoβoλή Eλλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό. Η έκθεση «DE SIGNAC AUX SURRSALISTES» πoυ πραγματοποιήθηκε το 1969 σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών (επιλογή έργων του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης των Παρισίων, από τον Andre Malraux), έφερε χιλιάδες επισκέπτες απ’ όλη την Ελλάδα, όπως αργότερα το 1978 και το 1983 σε συνεργασία με τον Αλέξανδρο Ιόλα, οι εκθέσεις των Μax Ernst και Αndy Warhol.

 

Από τις σημαντικότερες διεθνείς συμμετοχές της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών ήταν η παρουσίαση έργων των Α. Απέργη, Γ. Αβραμίδη, Κ. Βυζάντιου το 1975 στην KUNSTMESSE στη Bασιλεία κι ένα χρόνο αργότερα στην ARTE FIERA στη Μπολόνια με έργα των Σπυρόπουλου, θ. Στάμου και Σ. Σόρογκα. Από τις πιο πρόσφατες, αυτή στο SALON DΕ ΜARS στο Παρίσι το 1991 με ατομική παρουσίαση έργων του Κ. Βυζάντιου και την ίδια χρονιά την ΡΑL ΕΧΡΟ στη Γενεύη, με έργα των θ. Μανωλίδη, Μ. Μακρουλάκη και Σ. Δασκαλάκη. Στο διάστημα της δικτατορίας, η «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών – Χίλτον» παρουσίασε έργα διαμαρτυρίας, όπως της Μαρίας Καραβέλα και του Ηλία Δεκουλάκου.

 

Αυτό έγινε αιτία να κλείσει οριστικά ο χώρος στο Χίλτον, πριν από τα εγκαίνια της τελευταίας έκθεσης. Μετά το 1973 η γκαλερί επαναλειτούργησε σε νέο ιδιόκτητο χώρο, στην οδό Γλύκωνος 4, στην πλατεία Δεξαμενής, ως «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών» όπου συνεχίζει να λειτουργεί έως σήμερα. Κινούμενη σ’ ένα ευρύτερο πεδίο κοινωνικής προσφοράς, προσπαθώντας αφ’ ενός μεν να τιμήσει τη μνήμη του πατέρα της και αφ’ ετέρου να συμβάλλει στην ανάδειξη νέων δημιουργών, η Μαριλένα Λιακοπούλου θέσπισε το έπαθλο «Ο Βυζάντιος και οι νέοι» που συνίσταται στην παρουσίαση της πρώτης ατομικής έκθεσης ενός καλλιτέχνη κάτω των 30 ετών.