Μνήμες από ξένοιαστες καλοκαιρινές διακοπές, εικόνες από αγαπημένες γωνιές του σπιτιού, ιδιωτικές στιγμές, ενσταντανέ από παλιές φωτογραφίες συνήθιζε να μεταφέρει στους πίνακές του ο ζωγράφος και σκηνογράφος Γιάννης Μιγάδης, που έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 90 χρόνων και κηδεύεται την Τετάρτη 12 μ. από τον Αγ. Διονύσιο Αρεοπαγίτη (στην οδό Σκουφά στο Κολωνάκι).

Άνθρωπος αθόρυβος, χαρισματικός, ανήκε στους τελευταίους επιγόνους της γενιάς του ΄30, όπως ορθώς αναφέρει η υπουργός Πολιρισμού Λυδία Κονιόρδου στη δήλωσή της για το θάνατό του.

«Στο έργο του κατάφερε να συνδυάσει την παράδοση με το πνεύμα της μοντέρνας τέχνης. Οι πίνακές του σφραγίζονται από ένα άρωμα νοσταλγίας και μνήμης. Η οικειότητα των τοπίων του, τα ήπια χρώματά του, η διακριτικότητα του βλέμματός του και το τρυφερό χιούμορ των εικόνων του θα αποτελούν για πάντα ένα πολύτιμο κληροδότημα στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής τέχνης».

 

Ακολούθησε παράλληλη πορεία με τους φίλους του, τον Γιάννη Τσαρούχη που θεωρούσε και δάσκαλό του και τον Μάνο Χατζιδάκι, εκφράζοντας την ελληνικότητα σε μια τέχνη που συναντιόταν δημιουργικά με τα ευρωπαϊκά ρεύματα. Ασχολήθηκε και με το θέατρο, σχεδιάζοντας σκηνικά και κοστούμια για επιλεγμένες παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν και του Εθνικού Θεάτρου. Η τελευταία μεγάλη του έκθεση έγινε το 2008 στο Μουσείο Μπενάκη και το 2003 στην Ερμούπολη Σύρου.

 

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1926, όπου και θα ταφεί. Σπούδασε ζωγραφική στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (1945-1951), με τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Ουμβέρτο Αργυρό. Το 1961 συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (σκηνογραφία και ενδυματολογία στην Ecole des Arts Decoratifs, 1961-1963) με υποτροφία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου, μεταξύ των οποίων και στη Μέση Ανατολή. Οι πρώτες του ατομικές εκθέσεις έγιναν το 1953 στην Αθήνα (Στρατηγοπούλου) και στο Ηράκλειο Κρήτης (Λέσχη Επιστημόνων).

 

Ζωγράφιζε σε τόνους απαλούς την καθημερινότητα και σχολίαζε τη συμπεριφορά της αστικής τάξης. Φιλοτέχνησε βιβλία, ημερολόγια και περιοδικά, έγραψε λογοτεχνικά κείμενα που δημοσιεύθηκαν σε καλλιτεχνικά περιοδικά. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το ΚΘΒΕ, όπως και πολλούς θιάσους του ελεύθερου θεάτρου για δεκάδες παραστάσεις, αλλά αρκετές ελληνικές και ξένες κινηματογραφικές ταινίες.

 

Η Ακαδημία Αθηνών τον βράβευσε το 1999 για την προσφορά του στην τέχνη. Το 2003 τιμήθηκε για το σκηνογραφικό και ενδυματολογικό του έργο με το Βραβείο «Πάνος Αραβαντινός» και το 2007 του απονεμήθηκε το Βραβείο «Νίκος Καζαντζάκης» από το Δήμο Ηρακλείου.