24ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Από τις ιταλικές υποθέσεις γυναικοκτονίας στο πρωτοποριακό δημοτικό σχολείο του Μπέλφαστ

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Σε μια εποχή σημαντικών κοινωνικοπολιτικών ανατροπών, με θέματα όμως ο ρατσισμός, οι έμφυλες καταπιέσεις, η οικολογική καταστροφή του πλανήτη, η γυναικοκτονία, η οικογενειακή βία, η φτώχεια και η ανεργία, το μεταναστευτικό, η παγκοσμιοποίηση και η εκμετάλλευση των πιο αδύναμων τάξεων, το ντοκιμαντέρ γίνεται ολοένα περισσότερο από ποτέ αναγκαίο, όπως δείχνουν οι ταινίες που εξακολουθούν να γυρίζονται και που πολλές από αυτές βλέπουμε, εδώ και αρκετά χρόνια, στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης.

Τα θέματα αυτά κυριαρχούν ιδιαίτερα και στο φετινό, 24ο φεστιβάλ, τόσο μέσα από τα τρία διαγωνιστικά του τμήματα (το Διεθνές, το Newcomers και στο Film Forward) όσο και στα διάφορα αφιερώματά του, ανάμεσά τους κι ένα που προστέθηκε την τελευταία στιγμή, αφιερωμένο στην Ουκρανία, με αφορμή την πρόσφατη ρωσική εισβολή, με τον τίτλο, «Με το βλέμμα στην Ουκρανία», στο οποίο θα προβληθούν τρεις συνολικά ταινίες. Με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του φεστιβάλ, Ορέστη Ανδρεαδάκη, να απαγγέλλει ένα μεταφρασμένο στα ελληνικά ποίημα Ρώσου ποιητή για την «Παλιά Κριμαία» και να καταλήγει: «Η ποίηση, ο κινηματογράφος και η τέχνη κρύβουν μέσα τους μια μεγάλη δύναμη, τη δύναμη της ελπίδας», προσέθεσε ο κ. Ανδρεαδάκης. «Ας ψάξουμε μαζί αυτές τις δέκα μέρες να βρούμε την ελπίδα. Στη δύναμη της τέχνης, του κινηματογράφου, του ντοκιμαντέρ. Ακόμα κι αν αυτό φαντάζει τώρα δύσκολο, ευχόμαστε ότι στο τέλος το φως θα νικήσει το σκοτάδι».

Η γυναικοκτονία είναι στο επίκεντρο της ιταλικής ταινίας «Femicidio» (Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα) της Ελληνίδας ντοικιμαντερίστριας Νίνας-Μαρίας Πασχαλίδου («Κρίσις», Kismet: η ζωή σαν τουρκική σαπουνόπερα»). Η ταινία εξετάζει τη γυναικοκτονία στην Ιταλία, όπου, όπως αναφέρει, μια γυναίκα δολοφονείται κάθε τρεις μέρες.

Η Πασχαλίδου εξετάζει διάφορες υποθέσεις γυναικοκτονιών που συγκλόνισαν την Ιταλία στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και που αποκαλύπτουν τη διαιώνιση του μισογυνισμού στη χώρα: από την 25χρονη Λάουρα από τη Βερόνα, που δέχτηκε 15 μαχαιριές από τον πρώην φίλο της μέχρι τη Νούντσια με τα τρία παιδιά, που δέχτηκε 47 μαχαιριές μπροστά στο 5χρονο αγοράκι της.

Ιστορίες που εξετάζουν τη μέχρι στιγμής έλλειψη πραγματικής δικαιοσύνης που συχνά γέρνει προς το μέρος του θύτη παρά εκείνο του θύματος: στην υπόθεση της 25χρονης Λάουρας, η οποία με δυσκολία κατάφερε να επιζήσει, ο εγκληματίας πρώην φίλος της έλαβε ποινή φυλάκισης 7 μόνο ετών, ενώ, εκτός του ότι η πλειονότητα των γυναικών δυστυχώς δεν καταγγέλλει βιασμό ή κακοποιήσεις, εκείνο που συχνά υπερισχύει είναι το ανδρικό σχόλιο «τι του’κανε το κορίτσι;», όπως αναφέρεται στην αφήγηση. Μια ανεξέλεγκτη, χωρίς την κατάλληλη απονομή δικαιοσύνης, βία, που έχει αυξηθεί τελευταία εξαιτίας τόσο της συμβολής του Μπερλουσκόνι (με τα στερεότυπα που παρουσιάζουν τα τηλεοπτικά κανάλια του) όσο και με τη συνέχιση της πανδημίας, με τις ανθρωποκτονίες να αυξάνονται σε 82% στις περιπτώσεις γυναικών και μόνο 18% στις περιπτώσεις ανδρών. Μια θαρραλέα κραυγή για ένα καυτό πρόβλημα που απασχολεί τις υποτιθέμενες σύγχρονες κοινωνίες μας.

Σε μια εργατικής τάξης περιοχή του σύγχρονου Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας βρίσκεται το εκπληκτικό, υποδειγματικό θα έλεγα, «Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Τίμιος Σταυρός» με το οποίο καταπιάνονται στο ντοκιμαντέρ τους, «Ο νεαρός Πλάτων», οι Ντέκλαν ΜακΓκραθ και Νίζα Νι Κιανάιν.

Παρά τη φτώχεια, τα ναρκωτικά και τα όπλα που κυκλοφορούν, ο οραματιστής διευθυντής του Καθολικού αυτού σχολείου, Κέβιν Μακάρεβι και το αφοσιωμένο προσωπικό του, προσπαθούν, με τη μέθοδο της φιλοσοφίας, να Ενθαρρύνουν τα μικρά παιδιά, ηλικίας 7 με 10 χρονών, να αλλάξουν τις απόψεις τους και να αντιμετωπίσουν διαφορετικά τη ζωή τους, τον πόλεμο και τη βία, ακόμη και να μπορούν να αντισταθούν στις ξεπερασμένες, συχνά καταστροφικές, απόψεις των γονιών τους και της κοινωνίας τους – ένας διευθυντής πρέπει να πω πολύ κοντά στην ταινία «Ο κύριος Μπάχμαν και η τάξη του» που προβάλλεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα.

Τα παιδιά, σε μια χώρα όπου εξακολουθούν να ζουν δίπλα στο αποκαλούμενο «τείχος της ειρήνης», τείχος στην πραγματικότητα διχασμού ανάμεσα στους Καθολικούς και τους Προτεστάντες, που φέρνει στο νου το άλλο «Μπέλφαστ» του Κένεθ Μπράνα, προσπαθούν, μέσω των φιλοσοφικών ερωτήσεων του Σωκράτη και του Πλάτωνα («οίδα ότι ουδέν οίδα»), που με έξυπνο και πάντα στοργικό τρόπο, τους βάζει ο διευθυντής, να βρουν απαντήσεις στο σχολικό «μπούλινγκ», τον πόλεμο, τον θρησκευτικό διχασμό αλλά και στη θέση τους απέναντι σε πιθανές απαράδεκτες απόψεις των γονιών τους.

Με εμπνευστή ακόμη και τον ‘Ελβις Πρίσλεϊ (ο Κέβιν, ένας από τους πρωταγωνιστικούς μαθητές που τραγουδάει το «There must be peace and understanding sometime»), ο οραματιστής διευθυντής φτιάχνει κι ένα «Κύκλο Σωκράτη» όπου ενθαρρύνει τους μαθητές να αντιμετωπίσουν την οργή και το άγχος τους, θέτοντας ερωτήματα και δίνοντας διαφορετικές απαντήσεις – απαντήσεις που δημιουργούν την ανάγκη της αμφισβήτησης που κήρυττε ο Πλάτωνας.

Με τους δυο σκηνοθέτες να μη παραμελούν και την ίδια την ιστορία της χώρας αλλά και της συγκεκριμένης περιοχής, όταν με το φόβο μιας έκρηξης βόμβας στο σχολείο, προβάλλει στα παιδιά σκηνές από την περίοδο των συγκρούσεων, όταν οι μαθήτριες της αντίστοιχης Σχολής Θηλέων βρέθηκαν στο στόχαστρο Προτεσταντών. «Η βία φέρνει τη βία – δεν σταματά», θα πει ένα από τα παιδιά. Αυτό είναι αρκετό για να δείξει πως τα παιδιά μπορούν, και έχουν αποκτήσει τη δύναμη, να αντισταθούν στους γονείς τους και όσους στέκονται εμπόδιο για μια καλύτερη και αληθινά ειρηνική ζωή. Πόσα αλήθεια σχολεία μας μαθαίνουν, ή προσπαθούν να μας μάθουν, αυτά;

Με τολμηρά πηδήματα, τούμπες και περπάτημα (το λεγόμενο παρκούρ) στις στέγες κινούμενων τρένων προσπαθούν να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους ο ‘Εϊντεν και ο Ρίκ, δυο νεαροί Άγγλοι, που ήταν παρόντες στο φριχτό θάνατο ενός φίλου τους σ’ ένα κινούμενο τρένο, το βρετανικό ντοκιμαντέρ «Εκτροχιασμένοι» (Off the Rails) του Πίτερ Ντέι. Τα παρκούρ και τα διάφορα άλλα τολμηρά, επικίνδυνα πηδήματα, από οροφές σπιτιών, βεράντες και άλλα μέρη, όχι μόνο στο Λονδίνο, αλλά και σε Παρίσι και Βερολίνο, κυνηγημένοι συχνά από την αστυνομία, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Έϊντεν και ο Ρικ πιστεύουν πως θα ξεπεράσουν το αλκοόλ και τα διάφορα άγχη τους.

Μια ζωή δέκα χρόνων, με τις εκπληκτικές σκηνές των συχνά παράνομων αποδράσεών τους («τίποτα δεν είναι αδύνατο» ήταν το μότο τους) από βίντεο που γύριζαν οι ίδιοι σε όλη αυτή τη διάρκεια, που τους χάρισαν 27 εκατομμύρια προβολές στο YouTube, και τις ενδιάμεσες αντιδράσεις της μητέρας του Ρικ και του πατέρα του Έιντεν στα «κατορθώματα» των παιδιών τους, οι δυο νεαροί καταφέρνουν τελικά να «προσγειωθούν» στην πραγματικότητα και να προχωρήσουν στη δύσκολη ενηλικίωσή τους. Πέρα από τις εξαιρετικά τολμηρές σκηνές που πράγματι σου κόβουν την ανάσα, ο Πίτερ Ντέι πέτυχε, με την τρυφερή, ανθρώπινη ματιά του πάνω στα δυο αυτά πρόσωπα, να δημιουργήσει την ενσυναίσθηση εκείνη που απαιτούσε η απίθανη αλλά αληθινή ιστορία των δυο αυτών εκπληκτικών ατόμων.