Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Δεύτερη σήμερα μέρα του διαγωνιστικού τμήματος του 76ου φεστιβάλ των Καννών και έκανε την εμφάνιση του το πρώτο αριστούργημα της φετινής εκδήλωσης. Πρόκειται για την ταινία, «Τα ξερά χόρτα» του πιο σημαντικού εν ζωή σήμερα Τούρκου σκηνοθέτη, Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν, βραβευμένου ήδη με το Χρυσό Φοίνικα των Καννών το 2014 για την ταινία του «Χειμερία νάρκη» και με το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας το 2008 για την ταινία του «Τρεις πίθηκοι».

Η ταινία του εκτυλίσσεται σε ένα χιονισμένο χωριό της Ανατoλίας, όπου ο πρωταγωνιστής, ένας με καλές προθέσεις καθηγητής (που τον ερμηνεύει ο Ντενίζ Τσελίλογλου) περιμένει, έχοντας κλείσει τα τρία χρόνια εκεί, να μετατεθεί στην Κωνσταντινούπολη. Στο ενδιάμεσο όμως τα πράγματα μπερδεύονται: ο καθηγητής κατηγορείται άδικα για παρενόχληση μιας μαθήτριας, γεγονός που θα τον κάνει να αλλάξει την φιλική στάση του προς τους μαθητές, ενώ μια επαφή που κάνει για συνάδελφο και συγκάτοικο καθηγητή με καθηγήτρια άλλου σχολείου τον οδηγεί σε μια πράξη ζηλοφθονίας.

Όλα για τον ήρωα δεν είναι παρά ασήμαντα γεγονότα σε μια ζωή άσκοπη, όπως θα εξηγήσει στη μεγάλη, ενδιαφέρουσα συζήτηση με την καθηγήτρια, στο μέσο της ταινίας, και που φέρνει στο προσκήνιο τη σύγκρουση ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς, στους εκμεταλλευτές και τα θύματα, τους επαναστάτες και τους απαισιόδοξους που παρακολουθούν αμέτοχοι.

Όπως ακριβώς και τα «ξερά χόρτα» έξω από το χωριό, όπως εξηγεί προς το φινάλε, ο ήρωας, φύλλα που από τον χειμώνα περνούν άμεσα στο καλοκαίρι πριν καταφέρουν να πρασινίσουν, μια και στην περιοχή υπάρχουν μόνο δυο εποχές, χειμώνας και καλοκαίρι. Λείπει δηλαδή η άνοιξη, όπου ανθίζουν τα φυτά, μια περίοδος δηλαδή, όπως υποβάλλει ο Τσεϊλάν, όπου ο άνθρωπος χρειάζεται για να μπορέσει να κάνει το αναγκαίο πέρασμα, από μια ζωή χωρίς σκοπό σε μια ζωή με έννοια, όπου του δίνεται η ευκαιρία να περάσει από το προσωπικό και την απομόνωση στο ομαδικό και την κοινωνικότητα και την αλληλεγγύη.

Με ωραίες πλαστικά εικόνες, όπου η φύση παίζει το δικό της ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας, και μια υποβλητική μουσική (του Φίλιπ Τιμοφέγιεβ), όλα δοσμένα με εξαιρετικό ρυθμό (χωρίς καθόλου η μεγάλη διάρκεια της τρισήμιση σχεδόν ωρών ταινίας δεν ενοχλεί), ο Τσεϊλάν έφτιαξε μια δυνατή ταινία, δοσμένη με ολοκληρωμένους χαρακτήρες, ανθρώπους που ζουν μια δική τους χειμερία νάρκη, μέσα από σκηνές στημένες με δεξιοτεχνία, ταινία από τις καλύτερες του που σίγουρα θα κερδίσει ένα από τα σημαντικά βραβεία του φετινού φεστιβάλ.

 

Το σπίτι των ονείρων τους φτιάχνουν δίπλα στο ναζιστικό στρατόπεδο της εξόντωσης του Άουσβιτς, ο διοικητής του, Ρούντολφ Χες και η γυναίκα του, στη συγκλονιστική, που σου παγώνει το αίμα, δεύτερη ταινία του διαγωνιστικού τμήματος, «The Zone of Interest» (τίτλος που νομίζω παίζει με την έννοια του αντίστοιχου Person of Interest, δηλαδή «πρόσωπο ύποπτο») του Βρετανού σκηνοθέτη Τζόναθαν Γκλέιζερ («Ερωτικό κτήνος», που το 2001 του χάρισε το Βραβείο καλύτερης ταινίας του Ανεξάρτητου Βρετανικού Κινηματογράφου, «Κάτω από το δέρμα», που προβλήθηκε στο φεστιβάλ Βενετίας το 2013).

Η ταινία αρχίζει με μια ειδυλλιακή σκηνή, ζευγάρια Γερμανών με τα παιδιά τους να κάνουν πικ-νικ σε ένα όμορφο δάσος και στη συνέχεια μπάνιο στο παραπλήσιο ποτάμι. Αμέσως μετά, βλέπουμε το ένα ζευγάρι με τα μικρά παιδιά τους να φτάνουν στο σπίτι τους: ένα θαυμάσιο κτίσμα με όμορφο κήπο και, όπως θα ανακαλύψουμε αργότερα, με πισίνα, θερμοκήπιο και πολλά φυτά. Μόνο που ακριβώς δίπλα υπάρχει ένας τοίχος (μοναδική υπόνοια στην αρχή, μαζί με το ανυψωμένο φυλάκιο) που τους χωρίζει από το στρατόπεδο εξόντωσης των ναζί.

Ο Γκλέιζερ αποφεύγει να μας δείξει το ίδιο το στρατόπεδο. Η παρουσία του όμως υποβάλλεται συνέχεια μέσα από διάφορες σκηνές: από το τείχος, τον καπνό από τα κρεματόρια που βλέπουμε να βγαίνει στο βάθος, τη φωτιά από τα καμένα πτώματα το βράδυ, τις κραυγές που ακούμε κάπου-κάπου των φυλακισμένων, όπως κάποιου που τον ρίχνουν να πνιγεί στο ποτάμι, αλλά και τα όμορφα ρούχα των Εβραίων γυναικών που μοιράζει η οικοδέσποινα στις υπηρέτριες του σπιτιού.

Παράλληλα, παρακολουθούμε τη οικογένεια του Χες στις καθημερινές απασχολήσεις της: τη σύζυγο με τα παιδιά στον κήπο, τον Χες να διαβάζει το βράδυ παραμύθια στα δυο παιδιά του, την ξαφνική επίσκεψη της μητέρας της συζύγου (μόνη που δεν θ’ αντέξει στα κρεματόρια και θα φύγει ξαφνικά), ο μικρός γιος και τα παιχνίδια (συχνά αλλόκοτα) που παίζει, το παράξενο, εφιαλτικό όνειρο της μικρής κόρης, που χρησιμοποιείται σαν λάιτ-μοτίβ της ταινίας, καθώς και διάφορες επαγγελματικές απασχολήσεις του ίδιου του Χες (σε μια συζητούν λεπτομερώς τα σχέδια μιας εκσυγχρονισμένες επέκτασης των κλιβάνων για την αποτέφρωση των θυμάτων, και άλλα.

Σκηνές που ο Γκλέιζερ, με βάση το βιβλίο του Μάρτιν Έιμς για τον Χες, στο οποίο βασίστηκε το σενάριο, χρησιμοποιεί για να τονίσει τη ψυχρότητα και τον κυνισμό των ανθρώπων που ανέχονταν ασυζητητί, αδιάφορα σαν να ήταν κάτι το εντελώς φυσιολογικό, τις θηριωδίες και τα φριχτά εγκλήματα των ναζί. Μια δυνατή ταινία, ιδιαίτερα επίκαιρη σε μια περίοδο που εξακολουθεί να εκκολάπτεται με επιτυχία το αυγό του φιδιού, και με δυο πολύ καλές ερμηνείες, από τον Κρίστιαν Φίντελ στο ρόλο του Χες και, ιδιαίτερα από την Σάντρα Χούλερ, εξαιρετική στο ρόλο της γυναίκας του.