Του Συμεών Σολταρίδη

Ζορίζεται  από τις διεθνείς πιέσεις η κυβέρνηση σχετικά με την ονομασία της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Η διεθνής κοινότητα με πρωτοστατούντες ΝΑΤΟ, ΗΠΑ και Γερμανία έχουν  γίνει «σφιχτός κορσές» στην κυβέρνηση και ιδιαίτερα στους Τσίπρα και Κοτζιά ώστε να δοθεί ένα τέλος και να μην εμφανίζεται η Ελλάδα σαν εμπόδιο στα ευρωατλαντικά σχέδια.

Οι αγωγοί αερίου και οι διάδρομοι που αναζητούνται, τα λιμάνια που χρειάζονται για την μεταφορά του αερίου στην Κεντρική Ευρώπη πιο φθηνά, η σημαντική εισπήδηση της Προτεσταντικής Εκκλησίας στην Βόρεια Αλβανία, η προσπάθεια εισόδου του Γερμανικού κεφαλαίου στην Βαλκανική και κυρίως στα Σκόπια και η παρεμπόδιση της Ρωσίας να επεκταθεί  σε χώρες τις Βαλκανικής, εκτός Σερβίας, θεωρούνται από πολιτικούς αναλυτές οι βασικότερες αιτίες διόγκωσης του «Μακεδονικού».

Και ενώ επικρατούν δυσμενέστατες διεθνείς συνθήκες, ο Πάνος Καμμένος κάνει το «παιχνίδι» του, η αξιωματική αντιπολίτευση διατηρεί την ουδετερότητα της για να επωφεληθεί πολιτικά και η ελάσσονα αντιπολίτευση κυνηγά ψήφους. Οι πολιτικοί μας «ταγοί» βρίσκονται μακριά από την πραγματικότητα, εξαπολύουν φανφάρες και ιλαροτραγικές κορώνες. Όλοι κάπου αποσκοπούν. Οι μεν στην καρέκλα τους και οι δε στην αποκαθήλωση των προηγουμένων.

Ο Υπ. Εξωτερικών δήλωσε προ ημερών ότι «χρειαζόμαστε βουλευτές και όχι πολιτικά κόμματα στην Βουλή». Είχε διακρίνει ότι στο θέμα της ονομασίας της όμορης χώρας θα υπάρξουν αντιδράσεις και δεν θα ομονοήσουν όλοι οι βουλευτές , ιδιαίτερα οι Βορειοελλαδίτες.

Και αυτό διότι επί 26 χρόνια ερμήνευαν το Μακεδονικό κατά το δοκούν και όχι με βάση τις διεθνείς συνθήκες που διαμορφώνονταν. Όλοι κοίταζαν τα πολιτικά τους συμφέροντα και δεν οδηγούνταν σε μία λύση του προβλήματος που μας δημιούργησαν τεχνηέντως άλλοι, όταν είχε πρωτοδημιουργηθεί. Όπως και στα άλλα ζητήματα της εξωτερικής μας πολιτικής , όπως Κυπριακό, Ηπειρωτικό αφέθηκαν να τα λύσει ο χρόνος, οπότε παρέμβαιναν την τελευταία στιγμή οι κυβερνήσεις για να φέρουν εις μάτην το «ποθητό αποτέλεσμα»!

Στο σημείο αυτό παρέμβαινε η Εκκλησία. Και αν οι εκπρόσωποι της ήταν πολιτικά όντα , πνευματικά με ανοικτούς και καλλιεργημένους ορίζοντες, τότε απέβαιναν θετικοί , αν όμως ήταν καθοδηγούμενοι και πεπαιδευμένοι  μέσα σε παραεκκλησιαστικές οργανώσεις, τότε γίνονταν αιτία κινητοποιήσεων , παραπληροφόρησης και προσωπικών ηγετικών θέσεων.

Έτσι η Εκκλησία της Ελλάδας ενδυναμώθηκε και απόκτησε πολιτικό λόγο ισχυρότερο από τα πολιτικά κόμματα. Για τον λόγο αυτό οι λαο-συνάξεις γίνονται με την καθοδήγηση των Ιεραρχών και των λοιπών εκκλησιαστικών παραγόντων. Ορθώς λοιπόν ο Πρωθυπουργός της χώρας συνομίλησε με τον Αρχιεπίσκοπο για την πολιτική λύση του ζητήματος, καταφέρνοντας να «αποσπάσει» την μη συμμετοχή επίσημα της Εκκλησίας  σε πορείες και συλλαλητήρια, και όχι για την σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων, αφού αυτή άπτεται του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Πατριαρχείου Σερβίας, από το οποίο αποσχίσθηκε.

Το ζήτημα λοιπόν είναι σοβαρό, αφού μπορεί να υπάρξει συνέχεια αν δεν βρεθεί λύση. Μια συνέχεια για την οποία δεν θα πρέπει να συζητάμε σήμερα. Σήμερα πρέπει χωρίς υπεκφυγές και πολιτικούς λεονταρισμούς να βρούμε πολιτική λύση. Μια λύση που θα άπτεται των διεθνών συγκυριών, της Ρωσικής πολιτικής που δεν επιθυμεί σύντομη λύση και της Ελληνικής οικονομικής ανάμιξης στα οικονομικά δρώμενα της γείτονος χώρας.