Οι κλοπές από μουσεία, όπως συνέβη πριν από ενάμιση χρόνια στην Εθνική Πινακοθήκη με τα έργα  Πικάσο και Μοντριάν είναι στις περισσότερες περιπτώσεις «παραγγελιές» εμπόρων τέχνης που δραστηριοποιούνται στη μαύρη αγορά και σε καμία περίπτωση κάποιου «φιλότεχνου» ελαιοχρωματιστή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο 49χρονος που συνελήφθη από την Ελληνική Αστυνομία για την κλοπή των έργων αν και άνεργος, ζούσε ντυμένος στην πέννα και δεν έδειχνε να έχει οικονομικό πρόβλημα.

Στην λεπτομερή κατάθεσή του ο ελαιοχρωματιστής προσπάθησε να κρύψει επιμελώς την εμπλοκή άλλου προσώπου στη μεγάλη ληστεία. Γιατί άραγε; Την απάντηση θα πρέπει να δώσει η Αστυνομία με βάση τα δεδομένα που την οδήγησαν στην εξιχνίαση της συγκεκριμένης υπόθεσης. Γιατί δεν μπορεί κανείς να πιστέψει πως η Ελληνική Αστυνομία έψαχνε εννιάμισι χρόνια να βρει το δράστη. Είχε βάλει το φάκελλο, όπως αναφέρθηκε άλλωστε,  στο αρχείο των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων.

Και τώρα θα πει κανείς αν ήταν πράγματι «παραγγελιά» η κλοπή γιατί δεν βγήκαν τα έργα στο εξωτερικό να διοχετευθούν στην μαύρη αγορά; Ο ελαιοχρωματιστής δηλώνει πως έκανε ταξίδια στο εξωτερικό (Αγγλία, Ολλανδία). Είναι πάγια τακτική η απόκρυψη των κλοπιμέων έργων τέχνης όπως και αρχαιοτήτων για κάποια χρόνια μέχρι να ξεχαστεί η κλοπή κι έπειτα επιχειρείται η πώλησή τους.

 Γιατί όμως ανακαλύφθηκε τώρα ο δράστης, ο οποίος φάνηκε τόσο πρόθυμος να περιγράψει λεπτομερώς την πράξη του; Ποιός τον κατήγγειλε; Και πόσα χρήματα θα δοθούν στους  πληροφοριοδότες της Αστυνομίας που πρόσφεραν μάλιστα μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στους υπουργούς Προστασίας του Πολίτη και Πολιτισμού Μιχ. Χρυσοχοΐδη και Λίνα Μενδώνη να υπερηφανευτούν για την «μεγάλη επιτυχία της ΕΛ.ΑΣ.;

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι πολλές φορές τα «εύρετρα» ή η αμοιβή των πληροφοριοδοτών για την εύρεση και παράδοση κλοπιμαίων είναι τόσο υψηλή που συμφέρει το κύκλωμα και τους απαλλάσσει από το ρίσκο της πώλησης  στη μαύρη αγορά. Οι συγκεκριμένοι πίνακες ήταν πολύ δύσκολο να πουληθούν γιατί τα στοιχεία τους είχαν διοχετευθεί αμέσως μετά την κλοπή στην Ιντερπόλ.

Τώρα αξίζει να δούμε ποια θα είναι η εκτίμηση της αξίας των πινάκων από την ειδική Επιτροπή που θα ορίσει το Υπουργείο Πολιτισμού από την οποία (τιμή) θα εξαρτηθεί αν η πράξη θα χαρακτηριστεί από την Εισαγγελία ως κακούργημα  (άνω των 50.000 ευρώ) ή όχι. Από την ίδια εκτίμηση θα εξαρτηθεί και η αμοιβή των πληροφοριοδοτών. Όσο υψηλότερη, τόσο καλύτερα γι αυτούς.

Μετά από αυτές τις σκέψεις ας δούμε τι κατέθεσε ο «μετανιωμένος» δράστης. Παρακολουθούσε, λέει, την Πινακοθήκη επί 50 μέρες. Κρυβόταν στα φυτά και παρατηρούσε τις κινήσεις των φυλάκων. Γνώριζε μέχρι και την ώρα που κάποιοι έβγαιναν να καπνίσουν.

Την ημέρα που «έκανε το μεγάλο λάθος της ζωής του», όπως παραδέχεται, μπήκε σχετικά εύκολα καθώς οι πόρτες ήταν-κατά δήλωσή του- «ξεκλείδωτες». Ετσι με  2-3 εργαλεία από τη δουλειά της οικοδομής και ένα τέχνασμα για να εκνευρίσει το φύλακα ώστε να δράσει ανενόχλητος, μπήκε στον εκθεσιακό χώρο, άρπαξε τάχα τυχαία τρία έργα ένα των οποίων του Πικάσο, το δεύτερο του Μοντριάν και το τρίτο που κατέστρεψε του Ιταλού Guglielmo Caccia (Moncalvo) το οποίο  απεικόνιζε τον Άγιο Diego de Alcala σε έκσταση. Το τελευταίο ήταν σχέδιο σε χαρτί με το οποίο, λέει, πως σκούπισε τα αίματα του καθώς κόπηκε σε γυαλιά κατά τη διαφυγή του, και το πέταξε.

Στην προανακριτική απολογία του δηλώνει μετανιωμένος, έτοιμος να συνεργαστεί με τις αρχές και ζητά επιείκεια επιδιώκοντας φυσικά και τα ευεργετήματα του Νόμου.

Παρακάτω η πλήρης απολογία του όπως διέρρευσε στα ΜΜΕ:

«Θέλω να σας πω κάτι ακόμα που έκανα πριν από πολλά χρόνια και το έχω βάρος στην συνείδηση μου και δεν μπορώ να κοιμηθώ. Το 2012 είχα μπει στην Εθνική Πινακοθήκη και είχα πάρει 3 πίνακες. Θα σας πω τα πάντα με όσες λεπτομέρειες θυμάμαι. Ζητώ μόνο την  κατανόηση σας γιατί έχουν περάσει περίπου 9,5 χρόνια έχω ήδη υποστεί ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Σκοπός μου είναι να συνεργαστώ απόλυτα με τις αρμόδιες αρχές ώστε να ανακτηθούν πλήρως οι πίνακες . Έχω μετανιώσει πάρα πολύ για την πράξη.

Δηλώνει «φιλότεχνος»

«Από πάντα με ενδιέφεραν τα έργα τέχνης… Έκανα συνεχείς επισκέψεις στην Εθνική Πινακοθήκη και απέκτησα οικειότητα με τα έργα και το χώρο ώσπου πίστεψα ότι ένα από αυτά μπορεί να γίνει δικό μου. Αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν περίπου 2 χρόνια και με οδήγησαν να κάνω το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου.

Για περίπου 6 μήνες πριν από την κλοπή έκανα πολλές επισκέψεις… Λόγω της ενασχόλησης μου με τις οικοδομές γνώριζα τα οικοδομικά υλικά και μπορούσα να καταλάβω που υπήρχε τσιμεντένιος τοίχος και πού γυψοσανίδα. Καθόμουν ώρες στο εσωτερικό παρατηρώντας όχι μόνο τα έργα τέχνης αλλά και τη διαμόρφωση του χώρου τη συμπεριφορά των φυλάκων, πού υπήρχαν παράθυρα, κάμερες… Επίσης το ίδιο έκανα και στον περιβάλλοντα χώρο. Έπαιρνα καφέ και καθόμουν για ώρες γύρω από την πινακοθήκη. Δεν θυμάμαι πόσες βραδιές καθόμουν κρυμμένος στα φυτά και παρατηρούσα τους φύλακες. Μπορεί να το είχα κάνει πάνω από 50 φορές μόνο το τελευταίο 6μηνο πριν από την κλοπή.»

Παρακολουθούσε τις συνήθειες των φυλάκων

«Κατάφερα και απέκτησα πάρα πολύ καλή γνώση των συστημάτων ασφαλείας. Ήξερα όλες τις συνήθειες των φυλάκων, πότε άλλαζαν βάρδια, ποιος κάπνιζε, ποιος έβγαινε στον κήπο… Ήξερα ότι είχαν μειωθεί τον τελευταίο καιρό λόγω της οικονομικής κρίσης, ήξερα ότι υπήρχε και συναγερμός.

Έτσι, αποφάσισα να κάνω την κλοπή. Δεν είχα αποφασίσει ποιο έργο θα έπαιρνα αλλά μόνο ότι ήθελα να πάρω κάποιο.

Πήγα στο Μοναστηράκι, αγόρασα μαύρες αρβύλες, υφασμάτινα γάντια, μαύρο παντελόνι, ένα μαύρο μπλουζάκι, μια μαύρη κουκούλα που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια και ένα μαύρο σάκο… Από τα οικοδομικά μου εργαλεία χρησιμοποίησα ένα σφυρί, ένα σιδερένιο καλέμι και ένα κοπίδι.»

«Η επιλογή της ημέρας της κλοπής ήταν τυχαία.

Έμενα στο σπίτι θείου μου, πήρα το Μετρό και κατέβηκε στον Ευαγγελισμό…

Μπήκα στο πάρκο και πήγα σε μια ξύλινη αποθήκη που ήταν εκεί μπήκα και άλλαξα τα ρούχα μου και κατά τις 9 το βράδυ βγήκα και πήγα προς την Πινακοθήκη…

Πήδηξα μάντρες και ταράτσα.

Ανέβηκα στο τοιχίο.

Με τα χέρια μου προσπάθησα να ανοίξω τα φύλλα της μπαλκονόπορτας. Στη δεύτερη ή τρίτη προσπάθεια κατάλαβα ότι οι μπαλκονόπορτες ήταν ανασφάλιστες και θα άνοιγαν αν τραβούσα πιο δυνατά. Μόλις κουνήθηκε λίγο η μπαλκονόπορτα ακούστηκε ένα μπιπ το οποίο κατάλαβα ότι θα καλούσε  το φύλακα. Ήξερα ότι εκείνη την ώρα ήταν μόνο ένας φύλακας. Έτσι, ξαναένωσα τα δυο φύλλα που είχαν ανοίξει περίπου δυο εκατοστά και πήγα στο παράθυρο. Έβγαλα το σφυρί, έσπασα το τζάμι δημιουργώντας μια τρύπα γνωρίζοντας ότι έχω χρόνο να το κάνω αφού ήξερα πόσο χρόνο χρειάζεται ο φύλακας για να έρθει. Μετά από λίγο άκουσα και τον φύλακα να βαδίζει στο εσωτερικό….

Αρχικά σκέφτηκα ότι δεν θα καταφέρω να περάσω στο χώρο με τα εκθέματα. Τότε μάζεψα το σάκκο, πήδηξα στο εξωτερικό τοιχίο και βγήκα στο πεζοδρόμιο της Βας. Κωνσταντίνου. Βάδισα λίγα μέτρα προς τα κάτω και μπήκα στην αυλή πηδώντας τον τοίχο. Κάθισα σε κάτι τραπεζάκια , δίπλα σε ένα σπιτάκι και κάπνισα μερικά τσιγάρα. Τα αποτσίγαρα τα μάζεψα σε ένα σακουλάκι. Είκοσι λεπτά μετά ξαναγύρισα στο ίδιο σημείο. Άνοιξα την μπαλκονόπορτα, η οποία ήταν όντως ξεκλείδωτη,  άκουσα το μπιπ μπήκα μέσα και την ξαναέκλεισα. Στάθηκα στον εσωτερικό διάδρομο και έστησα αυτί στην γυψοσανίδα. Μετά από λίγο άκουσα τον φύλακα. Έμεινε εκεί κάποια δευτερόλεπτα τον άκουσα να μουρμουρίζει κάτι. Θεώρησα ότι είχε αρχίσει να εκνευρίζεται και έβριζε μόνος του γιατί δεν μπορούσε να βρει τι συμβαίνει αφού δεν έβλεπε την μπαλκονόπορτα.

Τότε αποφάσισα ότι εκνευρίζοντας τον φύλακα είναι ο καλύτερος τρόπος να πραγματοποιήσω την κλοπή κάνοντας τον να πιστέψει ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα στις ζώνες του συναγερμού. Έτσι επανέλαβα την ίδια διαδικασία αρκετές φορές. Ανοιγόκλεινα την μπαλκονόπορτα χωρίς να μπαίνω μέσα. Νομίζω ότι τις τελευταίες φορές που ανοιγόκλεισα την μπαλκονόπορτα δεν άκουσα τον φύλακα να έρχεται. Έμεινα στο σημείο μέχρι τις 4 τα ξημερώματα. Εκείνη την στιγμή άνοιξα την μπαλκονόπορτα και μπήκα μέσα αφήνοντας την ανοιχτή.

Στο χώρο ήταν κάπως σκοτεινά αλλά είχε επαρκή φωτισμό ώστε να βλέπω τι κάνω. Ακούμπησα τα χέρια μου στο έδαφος …εντόπισα το σημείο της ένωσης γυψοσανίδων ασκώντας πίεση  άνοιξε η γυψοσανίδα και έπεσαν μικροί πίνακες που είχε πάνω της. Ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι ο φύλακας δεν θα έρθει… Μπήκα μπουσουλώντας στον κυρίως χώρο, τράβηξα το σάκκο… Το μέρος που μπήκα ήταν μια αίθουσα που, σχεδόν απέναντι, είχε σκάλες. Πήγα περπατώντας μέχρι τις σκάλες και άρχισα να τις ανεβαίνω μπουσουλώντας. Μπήκα μπουσουλώντας στην αίθουσα και άρχισα να κουνάω τα χέρια μου ώστε να καταλάβω αν δουλεύουν τα ραντάρ του συναγερμού.

Επειδή δεν άκουσα κανέναν συναγερμό υπέθεσα πως ο φύλακας τον είχε απενεργοποιήσει.

Σηκώθηκα όρθιος και βρέθηκα μπροστά στον πίνακα του Πικάσο. Τον ξεκρέμασα με την κορνίζα που ήταν βαριά, τον άφησα στην άκρη της σκάλας και πήρα άλλον έναν πίνακα του Μοντριάν ενώ ξεκρέμασα ακόμη έναν…

Χρειάστηκε 5 με 7 λεπτά για να βγάλω τις κορνίζες γιατί δεν χωρούσαν στο σάκο. Δεν θυμάμαι πώς τις έβγαλα…

Έβαλα στο σάκο τους δυο πίνακες και εκείνη την ώρα άκουσα τον φύλακα να έρχεται και να φωνάζει «κλέφτης- κλέφτης, σταμάτα». Δεν γύρισα να τον κοιτάξω καθόλου. Σηκώθηκα και χωρίς να πω τίποτα κάνοντας 3-4 βήματα χώθηκα στην τρύπα που είχα ανοίξει ανάμεσα στις γυψοσανίδες. Βγήκα στο ταρατσάκι και πέρασα στο πεζοδρόμιο.

Τη στιγμή εκείνη μου φαίνεται ότι κόπηκα από κάποια γυαλιά, πήρα ένα χαρτί που είχε επάνω του ένα σχέδιο το οποίο ήταν έκθεμα, σκούπισα το χέρι μου και το έβαλα στην τσέπη μου.

Βγήκα στη λεωφόρο Βασ. Κωνσταντίνου τρέχοντας. Άκουγα τον συναγερμό της Πινακοθήκης να χτυπάει και σειρήνες περιπολικών. Μπήκα στην αποθηκούλα απέναντι από το πάρκο… Οι αστυνομικοί έψαξαν το πάρκο αλλά δεν άνοιξαν την αποθήκη γιατί η πόρτα ήταν κλειστή. Βγήκα μετά από πολύ ώρα. Πήγα στη στάση του λεωφορείου. Δεν είχε πολύ αστυνομία… Ρώτησα δυο κοπέλες τι συμβαίνει και τελικά επέστρεψα σπίτι με ταξί.

Το ματωμένο σχέδιο ήταν μολύβι και το πέταξα στη λεκάνη της τουαλέτας.

Τους πίνακες αρχικά τους έκρυψα σε έπιπλο της μεγάλης τουαλέτας στο σπίτι. Τα ρούχα και τα εργαλεία τα πέταξα τις επόμενες ημέρες στα σκουπίδια.

Η κλοπή σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε αποκλειστικά από εμένα. Δεν υπήρχε συνεργός.

Τους πίνακες δεν είχα σκοπό να τους πουλήσω, ούτε έκανα ποτέ καμία τέτοια προσπάθεια. Εγώ βρισκόμουν μεταξύ Ελλάδας, Ολλανδίας και Αγγλίας. Κάποια στιγμή εκμυστηρεύτηκα σε μια κοπέλα που είχα σχέση στην Αγγλία ότι είχα τους πίνακες αλλά δεν έδωσε βάση στα λεγόμενα μου.

Κάποια στιγμή πανικοβλήθηκα από δηλώσεις που είδα στον Τύπο καθώς θεώρησα ότι με φωτογραφίζουν λέγοντας ότι πρόκειται για δράστη υπεράνω υποψίας.

Γύρισα στην Ελλάδα το Φεβρουάριο του 2021 για οικογενειακούς λόγους , ιδιαίτερα ψυχικά φορτισμένος και τότε τύλιξα μέσα σε πλαστικές σακούλες τους πίνακες και κάποια μέρα του Μάιου τους πήρα και πήγα μόνος μου στο Πόρτο Ράφτη.

Πήγα σε ένα ρέμα και σε ένα μεγάλο και πολύ πυκνό θάμνο έκρυψα τους πίνακες . Έφυγα και γύρισα μετά από μια δυο ημέρες για να ελέγξω.

Πήγα στο σημείο που είχα κρύψει τους πίνακες αλλά δεν τους βρήκα. Εκείνη την στιγμή ανακουφίστηκα γιατί υπέθεσα πως κάποιος τους βρήκε, οπότε θα τους παραδώσει. Την ημέρα που τους άφησα με είχε δει ένας νεαρός…

Σήμερα με πλησίασαν αστυνομικοί και μου ζήτησαν να τους ακολουθήσω … Προσφέρθηκα αβίαστα και με ανακούφιση να βοηθήσω.

Πήγαμε στο σημείο που τους έδειξα . Τελικά οι πίνακες ήταν 10 μέτρα παρακάτω από το σημείο που τους έδειχνα. Όταν άκουσα τον αστυνομικό να λέει ότι βρήκαν το δέμα, κατάλαβα ότι βρέθηκαν ξέσπασα σε κλάματα και έπεσα στο έδαφος ευχαριστώντας τους. Τόσο μεγάλος ήταν ο καημός μου να τους επιστρέψω.

Έχω μετανιώσει σκληρά. Δηλώνω την πλήρη μεταμέλεια μου. Ξέρω ότι θα τιμωρηθώ αλλά ζητώ επιείκεια».