ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ- Παρέα με Γούντι Άλεν, Κουέντιν Ταραντίνο, Μπέργκμαν και Όρσον Γουέλς

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

**** Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη

A Rainy Day in New York. ΗΠΑ. 2019. Σκηνοθεσία-σενάριο: Τιμοτέ Σαλαμέτ, Ρεμπέκα Χολ, Ελ Φάνινγκ, Τζουντ Λο, Λιβ Σράιμπερ, Ντιέγκο Λούνα. 92΄

Ρομαντική κωμωδία, (αλλά και πέρασμα στην ενηλικίωση), στο πνεύμα των νεοϋορκέζικων κωμωδιών που μας πρόσφερε τις τελευταίες δεκαετίες («Μανχάταν, «Ο νευρικός εραστής», «Όλοι λένε σ’ αγαπώ», «Μαγεία στο σεληνόφως») είναι η νέα αυτή ταινία του αγαπητού κωμικού, που, αν και έτοιμη εδώ και ένα χρόνο, καθυστέρησε εξαιτίας των άδικων καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση που ή πρώην σύζυγός του συνέχιζε να επαναφέρει παρά τη δικαστική αθώωση του Γούντι και τις υπερασπιστικές δηλώσεις συγγενών (μαζί και του γιου του) και συνεργατών.

Η ταινία ακολουθεί ένα ζευγάρι φοιτητών από την επαρχία που φτάνουν για ένα Σαββατοκύριακο στο Μανχάταν: εκείνη, η Άσλι (Ελ Φάνινγκ), έχει καταφέρει να «κλείσει» συνέντευξη με ένα διάσημο σκηνοθέτη, τον Ρόναλντ Πόλαρντ (Λιβ Σράιμπερ), που βρίσκεται στη Νέα Υόρκη για να παρουσιάσει το νέο του έργο, εκείνος, το αγόρι της, ο Γκάτσμπι (Τιμοτέ Σαλαμέτ), ένας πλούσιος κουλτουριάρης, που παρότι δεν θέλει να έχει σχέση με τους πλούσιους γονείς του, χρησιμοποιεί τα λεφτά που του παρέχουν για να προσφέρει στη φίλη του για να τις δείξει τα ρομαντικά μέρη του «Μπιγκ Άπλ» (όπως είναι γνωστό το Μανχάταν), ζώντας σε ακριβά ξενοδοχεία και απολαμβάνοντας το φαγητό των καλύτερων ρεστοράν.

Μόνο που τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως σχεδίαζε ο Γκάτσμπι. Ο δύστροπος, σε υπαρξιακή κρίση, σκηνοθέτης ανακαλύπτει κοντά στην Άσλι ένα «συγγενικό πνεύμα», έναν άνθρωπο που τον καταλαβαίνει, και είναι έτοιμος να ακούσει τη γνώμη του για τη νέα του ταινία που ο ίδιος δείχνει αρχικά να απεχθάνεται, ενώ, ακόμη, τόσο ο σεναριογράφος (Τζουντ Λο) του Πόλαρντ, όσο και ένας ιδιαίτερα ελκυστικός σταρ (Ντιέγκο Λούνα), ανακαλύπτουν κοντά της, την κατανόηση, που λείπει από τον ψεύτικο κόσμο του σόου-μπίζνες.

Ο Άλεν εκμεταλλεύεται τη σειρά αυτή των επεισοδίων για να αναπτύξει το χαρακτήρα της νεαρής, άβγαλτης στην αρχή, Άσλι, που οι εμπειρίες της τη βοηθούν σταδιακά να ανακαλύψει την ταυτότητά της και να περάσει στην ενηλικίωση. Χρησιμοποιώντας τις πάντα ευπρόσδεκτες αναφορές του στη λογοτεχνία και τη μουσική που αγαπά, με ένα ανάλαφρο στιλ, με τα «αλενικά» του σχόλια πάνω στη ζωή και τον έρωτα (σ’ αυτή την ταινία λείπει, ευτυχώς, το φορά αυτή ο θάνατος), με ευπρόσδεκτες ανατροπές, με τις κοινωνικές συγκρούσεις (ο κόσμος των απλών ανθρώπων ενάντια στον ψεύτικο και υποκριτικό κόσμο του θεάματος), ο Άλεν καταγράφει την πορεία της νεαρής ηρωίδας του, με φόντο πάντα την αγαπημένη του μεγαλούπολη (τη φορά αυτή βροχερή, με τη βροχή να παίρνει και μια μεταφορική έννοια στις σχέσεις του ζευγαριού), που δεν παύει ούτε στιγμή να παίζει το δικό της ρόλο στην πορεία των προσώπων του.

*** Κάποτε στο Χόλιγουντ

Once Ypon a Time In… Hollywood. ΗΠΑ, 2019. Σκηνοθεσία-σενάριο: Κουέντιν Ταραντίνο. Ηθοποιοί: Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, Μπραντ Πιτ, Μάργκοτ Ρόμπι, Τίμοθι Όλιφαντ, Μπρους Ντερν, Αλ Πατσίνο, Ντακότα Φάνινγκ, Ντέμιαν Λούις. 161΄

Ένα είδος ωδής στο Χόλιγουντ του 1969, εκείνο της τελευταίας χρυσής εποχής της Μέκας του κινηματογράφου, αλλά και των δολοφονιών του Μάνσον, θέλησε να είναι η ταινία του, ο γνωστός για τις εντυπωσιακές παρεμβάσεις του, Αμερικανός σκηνοθέτης Κουέντιν Ταραντίνο. Φτάνοντας μάλιστα στο σημείο, στη διάρκεια του πρόσφατου φεστιβάλ των Κανών, όπου προβλήθηκε η ταινία του, να προβεί σε μια υπεροπτική ανακοίνωση, που διαβάστηκε στα αγγλικά και στα γαλλικά, στην αίθουσα Debussy, όπου έγινε η δημοσιογραφική προβολή, στην οποία ο σκηνοθέτης του «Reservoir Dogs» ζητούσε από τους δημοσιογράφους να μην αποκαλύψουν τις λεπτομέρειες του φινάλε της ταινίας του, για να αφήσουν το «παγκόσμιο κοινό να απολαύσει την ταινία απολαύσει με φρεσκάδα».

Φρεσκάδα που βασικά συναντάμε στις καλύτερες ταινίες του σκηνοθέτη, ιδιαίτερα στις πρώτες του και συγκεκριμένα σε ταινίες όπως το «Reservoir Dogs», «Pulp Fiction» και «Jackie Brown», αν και με λιγότερη επιτυχία σε κατοπινές ταινίες («Kill Bill», «Οι μισητοί οκτώ», κ.ά.).

Τη φρεσκάδα αυτή, μαζί με μια νοσταλγική ματιά, συναντάμε και σ’ αυτή την ταινία, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος της, που είναι, πρέπει να πω, και το καλύτερο, με τον Ταραντίνο να καταφέρνει να δώσει μια (διασκεδαστική στο μεγαλύτερο μέρος της) εικόνα του Χόλιγουντ και του Λος Αντζελες της τότε εποχής: του Χόλιγουντ των διαφημίσεων, των τρελών πάρτι (σε μια περίοδο που όλοι κάπνιζαν ασταμάτητα), πάνω απ’ όλα του Χόλιγουντ των δημοφιλών γουέστερν, τόσο των ταινιών όσο και των τηλεοπτικών σειρών της τότε εποχής, με τα τελευταία να του δίνει την ευκαιρία να μας παρουσιάσει το πρωταγωνιστικό ντουέτο του, τον Ρικ Ντάλτον (ένας πολύ καλός Λεονάρντο ΝτιΚάπριο να τονίζει τη χιουμοριστική πλευρά του χαρακτήρα του), ηθοποιό τηλεοπτικών γουέστερν που βρίσκεται στην κατιούσα, και τον κασκαντέρ και στενό του φίλο, Κλιφ Μπουθ (με ένα το ίδιο καλό Μπραντ Πιτ), τον άνθρωπο που τον αντικαθιστά στις επικίνδυνες σκηνές του.

Γύρω από το ντουέτο αυτό κινείται ένας ολόκληρος κόσμος, εκείνος των εφηβικών χρόνων του Ταραντίνο. Στον ίδιο κόσμο που κινείται και η Σάρον Τέιτ (πολύ καλή στο ρόλο η Μάργκοτ Ρόμπι), η με τραγική κατάληξη φίλη του Ρόμαν Πολάνσκι.

 

Για να μπορέσει να αποκτήσει και πάλι τη δημοτικότητά του, ο μάνατζέρ του (Αλ Πατσίνο) προτείνει στον Ρικ να ταξιδέψει στην Ιταλία και να συνεργαστεί με τον δεύτερο σπουδαίο σκηνοθέτη των ταινιών του είδους, των σπαγγέτι-γουέστερν δηλαδή (εννοώντας πως δεύτερος είναι ο Σέρτζιο Κορμπύτσι, με πρώτο πάντα, τον Σέρτζιο Λεόνε, στις ταινίες του οποίου αναφέρεται, μαζί και με τον τίτλο, και η παρούσα ταινία του Ταραντίνο). Σε αυτή την ατμόσφαιρα κινείται η ταινία: σ’ ένα γεμάτο αλλαγές Χόλιγουντ, με τον Ρικ να τις παρακολουθεί χωρίς να μπορεί να επέμβει, και τον Κλιφ να μπλέκει σε διάφορους μπελάδες (ιδιαίτερα με έναν άλλο σταρ της εποχής, τον Μπρους Λι), ενώ καταφτάνει και ο Πολωνός σκηνοθέτης Ρόμαν Πολάνσκι μαζί με την ελκυστική, σέξι φίλη του Σάρον Τέιτ.

Ο ρυθμός όμως της πλοκής άλλοτε κινείται σωστά κι άλλοτε νωθρά, με διάφορες σκόρπιες σκηνές, άλλες απολαυστικές και άλλες αδιάφορες, δοσμένες με το στιλ των καρτούν, στημένες πάντως με ξεχωριστή φροντίδα (στην ανάπλαση ιδιαίτερα της εποχής, με πολλές ωραίες λεπτομέρειες και με τα χρώματα των ταινιών της τότε δεκαετίας), και με ένα φινάλε απρόσμενο, όπου κυριαρχεί μια αναπάντεχη, και αδικαιολόγητη τη φορά αυτή βίαιη (αντίθετα με τη βία και την ωμότητα που λειτουργούσε στις ταινίες του «Reservoir Dogs» και «Pulp Fiction»).

Ανάμεσα στις πιο απολαυστικές σκηνές αναφέρω εκείνη με την Σάρον Τέιτ να ανακαλύπτει τον εαυτό της σε μια τεράστια αφίσα στο Λος Άντζελες, στην ταινία «The Wrecking Crew» (έχοντας για συμπρωταγωνιστή τον Ντιν Μάρτιν στο ρόλο του Ματ Χελμ), και να πηγαίνει στο κοντινό σινεμά για να παρακολουθήσει την ταινία, ή εκείνη με τον ΝτιΚάπριο να συναντά στα στούντιο ένα μικρό κορίτσι (που αργότερα σε μια άλλη, το ίδιο απολαυστική σκηνή, την παρατάει ως όμηρο), να φιλοσοφεί μαζί της και να ξεσπά σε λυγμούς ενώ αυτή προσπαθεί να τον ηρεμήσει. Στις καλές σκηνές κι εκείνη με τον Μπραντ Πιτ να οδηγεί με το αυτοκίνητό του, την Πούσικατ, ένα από τα κορίτσια του Μάνσον, στο περιβόητο Ράντσο Σπαν, όπου ζούσαν οι λάτρεις του Μάνσον.

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ

***** ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗ ΣΟΝΑΤΑ (Hostsonaten/Autumn Sonata). Νορβηγία/Σουηδία, 1978. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Ηθοποιοί: Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Λιβ Ούλμαν, Λένα Νίμαν, Χάλβαρ Μπγιόργκ, Γκούναρ Μπγιόρνστραντ, Έρλαντ Γιόζεφσον. 99΄

Η πρόσκληση της κόρης (Ούλμαν) στη μητέρα της (Μπέργκμαν, που έχει να δει για επτά χρόνια, μετατρέπεται σε μια ατέλειωτη, βουτηγμένη σε κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, σύγκρουση, που φέρνει στην επιφάνεια την οργή, τις απογοητεύσεις και το μίσος ανάμεσδα σε παιδί και μάνα, σε μια από τις πιο απαισιόδοξες, εικαστικά συναρπαστικές (η έξοχη, με τα φθινοπωρινά χρώματα, φωτογραφία είναι του Σβεν Νίκβιστ), με έξοχες, όπως πάντα ερμηνείες, ταινίες του μεγάλου Σουηδού δημιουργού.

**** ½ – Ο ΤΡΙΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ (The Third Man)

Βρετανία, 1949. Σκηνοθεσία: Κάρολ Ριντ. Σενάριο: Γκράαμ Γκριν. Ηθοποιοί: Όρσον Γουέλς, Τζόζεφ Κότεν, Αλίντα Βάλι, Τρέβορ Χάουορντ, Μπέρναρντ Λι. 104΄

Κλασικό νουάρ θρίλερ, με βάση το μυθιστόρημα του Γκράαμ Γκριν και με φόντο την μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο Βιέννη, στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, με τον Γουέλς στο ρόλο του αντι-ήρωα που ζει στους υπονόμους της πόλης, με την Αλίντα Βάλι στο ρόλο της μυστηριώδους ηρωίδας – αξέχαστη στη σκηνή του φινάλε, που τη βλέπουμε να προχωρά μέσα από το νεκροταφείο. Όπως αξέχαστη και η μουσική στο ζίθερ του Άντον Καράς.

*** Ο ΔΙΑΒΟΛΑΚΟΣ (Il piccolo diavolo)

Ιταλία, 1988. Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Μπενίνι. Σενάριο: Ρομπέρτο Μπενίνι, Τζιουζέπε Μπερτολούτσι. Ηθοποιοί: Ρομπέρτο Μπενίνι, Γουόλτερ Ματάου, Στεφανία Σαντρέλι. 101΄

Απολαυστικός στο ρόλο του αστείου διαβολάκου ο όλος ενέργεια και ευρηματικότητα Ρομπέρτο Μπενίνι, που εμφανίζεται μετά από εξορκισμό και στη συνέχεια αρνείται να επιστρέψει στην κόλαση, με τον Ματάου στο ρόλο του ιερέα που αναγκάζεται για ένα διάστημα να ζήσει μαζί του και αναλαμβάνει να του γνωρίσει τις απολαύσεις της ζωής.