ΜΠΕΡΛΙΝΑΛΕ 2023

Από τον πόλεμο στην Ουκρανία του Σον Πεν σε μια ζωή κοντά στη φύση,  Τατιάνας Χουέζοκαι τον άνθρωπο στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ της Τατιάνας Χουέζο

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, να απευθύνει βιντεοσκοπημένο χαιρετισμό στους θεατές, που τον υποδέχτηκε όρθιο με χειροκροτήματα, έκανε έναρξη το 73ο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Βερολίνου. «Ο κινηματογράφος μπορεί να ξεπερνά σύνορα και τείχη, είτε πραγματικά είτε ιδεολογικά», τόνισε στην ομιλία του ο Ζελενσκι, υπονοώντας το τείχος του Βερολίνου που χώριζε το Δυτικό από το Ανατολικό Βερολίνο, ακριβώς στην πλατεία Πότσνταμερ, όπου διεξάγεται τα τελευταία χρόνια η Μπερλινάλε. Με τον Ζελένσκι να προσθέτει πως «σήμερα η Ρωσία θέλει να ξαναχτίσει το ίδιο τείχος ανάμεσα στον πολιτισμό και την τυραννία».

Τον Ζελένσκι παρουσίασε από σκηνής ο ηθοποιός Σον Πεν, που βρίσκεται στο Βερολίνο για να παρουσιάσει το ντοκιμαντέρ του «Superpower», που αναφέρεται στον πόλεμο της Ουκρανίας. «Τίποτα δεν άλλαξε την απόφαση των Ουκρανών, αντίθετα, σήμερα, αυτή έχει γίνει ακόμη πιο ισχυρή», ανάφερε ο Αμερικανός ηθοποιός που τον τελευταίο καιρό έζησε στην Ουκρανία για να καταγράψει τη δική του πλευρά που αφορά στην στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας.

Το ντοκιμαντέρ πάντως του Πεν, που σκηνοθέτησε ο ίδιος μαζί με τον Άαρον Κάουφμαν, δίνει μια επιφανειακή εικόνα του τι συμβαίνει σήμερα στη βασανισμένη αυτή χώρα. Με ενδιάμεσες σκηνές από το θεατρικό/τηλεοπτικό παρελθόν του Ουκρανού προέδρου (με τον Ζελένσι να ερμηνεύει τηλεοπτικά το ρόλο του προέδρου της χώρας και να κερδίζει το κοινό με το χιούμορ και την εξυπνάδα του), οι δυο σκηνοθέτες εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στις στρατιωτικές και πολεμικές μεθόδους αντίστασης της χώρας ενάντια στον σοβιετικό εισβολέα, χωρίς καμία ανάλυση των γεγονότων και των λόγων που οδήγησαν στον πόλεμο, απλά τονίζοντας κάθε τόσο το ρόλο του ΝΑΤΟ σ’ αυτό, με τον ίδιο τον Πεν, στη σημερινή συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την προβολή του ντοκιμαντέρ του, να επιβεβαιώνει πως, «ναι, ας με κατηγορήσουν πως η ταινία μου είναι προπαγανδιστική».

Αντίθετα, πέρα για πέρα, αληθινό, και συγκλονιστικό αποδείχτηκε το ντοκιμαντέρ «Ο ήχος» (El Eco) της, καταγωγής από το Σαλβαδόρ, Μεξικανής σκηνοθέτριας, Τατιάνας Χουέζο. Ο ήχος της ταινίας αναφέρεται στο El Eco, το όνομα ενός χωριού, όπου η σκηνοθέτρια γύρισε την ταινία της.

Τίτλος με πολλές σημασίες (μαζί και συμβολικές, όπως μου ανάφερε η Χουέζο σε μια πολύ αποκαλυπτική, διεξοδική συνέντευξη που μου έδωσε), που ξεκινάει από το όνομα ενός απόμερου μεξικανικού χωριού, σχεδόν εκτός τόπου και χρόνου, όπου τα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, καταπιάνονται, μαζί με τους ενήλικες του χωριού, με τα ζώα και τη γη, σε μια περίοδο που ο υπόλοιπος λεγόμενος πολιτισμός έχει δώσει τα πάντα στις πολυεθνικές που μόνος στόχος τους είναι το κέρδος σε βάρος του μέλλοντος του πλανήτη.

Με ηρωίδα ένα μικρό κορίτσι («από δω και μπρος θα έχεις εσύ τη φροντίδα για τη γιαγιά, να της κάνεις μπάνιο και να την καθαρίζεις όπως θα έκανες σε ένα μωρό» της λέει κάποια στιγμή η μητέρα της), η ταινία, μέσα από εικόνες, που συχνά αγγίζουν το λυρισμό, καταγράφει, χωρίς συναισθηματισμούς, την καθημερινή επαφή των παιδιών με τα ζώα και τη γη (ένα χαμένο πρόβατο που το σώζουν από πνιγμό, μια ανομβρία που απειλεί τα σπαρτά), αναγκασμένα να ενηλικιωθούν πρόωρα, θυσιάζοντας την αθωότητα της παιδικής ηλικίας, και να συμφιλιωθούν με τις αρρώστιες και το θάνατο, και γενικά με τον καθημερινό αγώνα διατήρησης ενός τρόπου ζωής και επιβίωσης.

Ένα παρόμοιο λυρισμό (από αυτόν που πηγάζει από την καθημερινή ζωή), μαζί και τη χρήση ενός ρεαλισμού, δεμένου με την άμεση και σε βάθος καταγραφή των σχέσεων, συναντάμε και στην κινεζική ταινία «Ο πύργος χωρίς σκιά» του Λου Ζανγκ, που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα της Μπερλινάλε. Σχέσεις ανάμεσα σε ένα μεσήλικα άντρα, τον Γκου Βεντόνγκ και τη νεαρή φωτογράφο, Ουγιάνγκ, η οποία θα τον βοηθήσει να έρθει σε επαφή με τον αποξενωμένο για 40 τόσα χρόνια πατέρα του.

Η κάμερα του Λου Γιάνγκ ακολουθεί τα τρία βασικά του πρόσωπα, καταγράφοντας τις καθημερινές απασχολήσεις τους: η Ουγιάνγκ να φωτογραφίζει συνεχώς και στις πιο απίθανες στιγμές, τον Γκου, ο Γκου να προσπαθεί να καλύψει μοναξιά του περνώντας λίγες ώρες είτε με τη. Ουγιάνγκ την οποία αρχίζει να συμπαθεί, καθώς και με τη μικρή του κόρη, που εξαιτίας του αλκοολισμού του, την ανατροφή της έχει αναλάβει η παντρεμένη χωρίς δικά της παιδιά αδερφή του, ο αποξενωμένος πατέρας του (είχε άδικα πριν από 40 χρόνια, κατηγορηθεί και καταδικαστεί για σεξουαλική παρενόχληση σε λεωφορείο), που τώρα περνάει Ρον καιρό του πετώντας χαρταετό σε μια παραλία.

Πρόσωπα μοναχικά, σε σκηνές βουτηγμένες συχνά σε μελαγχολική ατμόσφαιρα, που συχνά βλέπουμε μέσα από καθρέφτες, καθρέφτες που διπλασιάζουν τη μοναξιά τους, αλλά και δείχνουν τις πιθανές παραλλαγές (σε μια σκηνή βλέπουμε την Ουγιάνγκ με τον Γκου, ενώ στην πραγματικότητα κάθονται μακριά ο ένας από τον άλλο, με τον καθρέφτη, τοποθετημένο σε τέτοιο σημείο, να τους παρουσιάζει σχεδόν αγκαλιασμένους), πρόσωπα χωρίς σκιά, όπως και ο τεράστιος, χωρίς σκιά, πύργος στην ταινία), που αποκτά συμβολική αξία ενώ προχωρά η ιστορία. Πρόσωπα αρχικά αναποφάσιστα, που όμως ψάχνονται και που οι σχέσεις τους τελικά θα τους ανοίξει κάποια διέξοδο από τη χωρίς σκιά ζωή τους.