Της Ζωής Τόλη

 “Κακά τα ψέματα”, κείμενο και σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Χούντα, στο θέατρο Αλκμήνη, για δεύτερη χρονιά, με τον Τάσο Γιαννόπουλο, ένα θεατρικό πόνημα που δείχνει πόσο βλάπτει η ειλικρίνεια και  ενώ όλοι την επιζητούν, την ώρα της αλήθειας δεν την αντέχουν αντιδρώντας ο καθένας ποικιλοτρόπως.

“Σε μια εποχή παγκόσμιου ψεύδους, το να λες την αλήθεια, είναι μια πράξη επαναστατική”. George Orwell

Το έργο:

Κωμωδία του νεαρού και φέρελπι Αλέξανδρου Χούντα που με την πένα του εκπέμπει τη φρεσκάδα και την ευφυΐα της νέας γενιάς με τον ρεαλισμό και τον ενθουσιασμό της. Καυστικό, αληθινό, κείμενο με πινελιές εγγλέζικου χιούμορ προκαλεί αβίαστα το γέλιο μέσα από δραματικές στιγμές, καθώς η αποκάλυψη της αλήθειας εκτοξεύεται χωρίς έλεος ή περιστροφές στους άλλους, οι οποίοι αρνούνται οτιδήποτε τους αφορά σε πλαίσιο κριτικής και όχι μόνο.

Η υπόθεση και η ανάλυση του έργου:

Ο Στράτος ένας νεαρός που αλλάζει δουλειές συχνά, δεν μπορεί να πει ψέματα, κάτι που δεν το ελέγχει από μικρός, εκστομίζει ό,τι σκέφτεται εκείνη τη στιγμή, χωρίς να λαμβάνει υπόψη καθόλου το τίμημα αυτής της πράξης. Ένα δεύτερο επίπεδο σκέψης και δράσης φαίνεται να λείπει, πράγμα που τον κάνει ανεπιθύμητο και αποκρουστικό, γιατί η αφοπλιστικότητά του φέρνει τους άλλους αντιμέτωπους με τον εαυτό τους, καθόλου βέβαια ευχάριστο ή δημιουργικό καθώς εσωτερική διερεύνηση ούτε επιδιώκουν ούτε επιθυμούν.

Αυτόματη απόρροια αυτής της κυνικής συμπεριφοράς είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός, χωρίς οικογένεια και φίλους και με παρέα τη συντροφιά της αλήθειας του, γίνεται τραγικό πρόσωπο, επειδή αυτό που του συμβαίνει δεν είναι επιλογή του και κατά βάθος ξέρει πως οι εφιάλτες του προέρχονται από αυτό το βάσανο, δηλαδή να μην  μπορεί να πει ψέματα. Λάτρης της μοναχικότητας και της εργένικης ζωής, ένα βράδυ στο σαλόνι του βιώνει ξανά χαρακτηριστικές παρελθοντικές στιγμές και έρχεται αντιμέτωπος με πρόσωπα και προσωπικότητες που τον στοιχειώνουν.

Άλλοτε ως τηλεφωνητής, άλλοτε ως υψηλόβαθμο στέλεχος σε γραφείο τελετών, σερβιτόρος σε cafe-bar όπου συχνάζουν τα “ψώνια” της show biz, γραμματέας σε σχολή χορού ή πωλητής σε sex shop συνεχίζει να προκαλεί με τη συμπεριφορά του. Ιδιότροπος, αυστηρός, κάθετος στους χαρακτηρισμούς του, ωμός· “εσάς δεν θα σας κάνουμε κηδεία, φεστιβάλ θα σας κάνουμε”. Στη ματαιοδοξία της σταρ που συναντά στο bar, ο συγγραφέας καυτηριάζει την ελαφρότητα το εφήμερο, το δήθεν και το πρόχειρο.

“Εσένα σε διαλύσανε και σε ξανασυναρμολογήσανε”, απαντά σε μια γυναίκα που ενδιαφέρεται για ερωτική σχέση, η οποία έχει ψεύτικο στήθος και άλλο χρώμα ματιών από το φυσικό της, επειδή φοράει φακούς. Γεμίζει οργή απέναντι σε κάθε ψεύτικο, τεχνητό και κάλπικο.  Γίνεται επικίνδυνος με την ειλικρίνειά του, όλοι τον αποφεύγουν, γιατί τους τυφλώνει με το φως της αλήθειας  και αυτό το φως τούς είναι άχρηστο. Εδώ φαίνεται καθαρά και η ανεπάρκεια της κοινωνίας να πάει λίγο πιο μέσα από ό,τι φαίνεται ή επιπλέει.

Η απλότητα του κειμένου είναι και η δύναμή του, καθώς εστιάζει στον πυρήνα των διαπροσωπικών σχέσεων με απώλειες και από τι δύο μεριές. Ο εκφραστής του αληθινού απομονώνεται, αλλά και οι άλλοι χάνουν την ευκαιρία να εξελιχθούν ως άτομα.

Ερμηνείες:

Όλη η ομάδα πολύ καλή στους πολλούς ρόλους που έπαιξαν. Ο Τάσος Γιαννόπουλος κωμικός ολκής, μεγάλο ταλέντο ξεχωρίζει στο ρόλο του Στράτου, που δεν μασάει τα λόγια του, αποδίδοντας με μέτρο τόσο το δραματικό όσο και το κωμικό που απορρέει άμεσα από αυτό. Χειρίζεται εύστοχα και τα δύο επίπεδα δράσης καθηλώνοντας το θεατή, με τη σκηνική του δεινότητα. Αξιοσημείωτο το στοιχείο του αυστηρού και παράλληλα του “παράπονου”, που συναντάμε και αναγνωρίζουμε ως θεατές στην προσωπικότητα του πρωταγωνιστή.

Η Μαρία Νάκου, καταπληκτική ως μαμά του Στράτου, και μέσα στο ερμηνευτικό της κέντρο ως αθώα παρθένα στο sex shop, καίρια και παιγνιώδης.

Η Μαρία Γκάγκωση υπέροχη ως σταρ και υποκριτικά δυνατή ως ανηψιά, που πρέπει να παντρευτεί, απέδωσε το ρόλο επακριβώς με νάζι και ντροπαλότητα.

Πολύ καλός ο Διονύσης Στραβοράβδης, αξιόλογος ως κουφός μαθητής στη σχολή χορού, καθώς επίσης σωστά αποδοτικός ως παπάς, λούμπεν θείος της ανηψιάς και λαϊκός, πιεστικός τύπος.

Ο Αλέξανδρος Χούντας απλώς φανταστικός σε όσους ρόλους υποδύθηκε. Στην τελευταία, όμως που παίζει τον εξαρτημένο νεαρό που εισβάλλει στο σπίτι του Στράτου για να τον ληστέψει είναι το κάτι άλλο. Η φωνή, η στάση του σώματος, οι κινήσεις δεν περιγράφονται με λόγια.

Ρεσιτάλ ερμηνείας, αλλά με πολύ-πολύ γέλιο. Και βέβαια αυτό που έχει τεράστια σημασία είναι πως ενώ το θέμα με τα ναρκωτικά από μόνο του και σοβαρό είναι και πολύ δύσκολο η συγκεκριμένη σκηνή στο τέλος ενθουσιάζει το θεατή, καθώς με τη σκηνοθεσία του ο Αλ. Χούντας την κάνει να λειτουργεί “ιντερμεδιακά”, καθαρά ανακουφιστικά. Μπράβο.

Συντελεστές:

Η σκηνοθεσία κομψή, γήινη, απογειώνει τις ερμηνείες κάνοντας το έργο ευχάριστο με μηνύματα και συμβολισμούς, βοηθούμενη από τα όμορφα σκηνικά και κοστούμια της Μάρθας Χαραλαμπίδου, τον σχεδιασμό φωτισμού/επιμέλεια ήχου του Σπύρου Χούντα και την μουσική εκτέλεση (βιόλα) του Ηλία Σδούκου.

Μια παράσταση με δομή, ρυθμό και γέλιο.

Αξίζει να την παρακολουθήσει κάποιος καθότι στη ζοφερή εποχή μας έχουμε ανάγκη από τέτοιες θεατρικές δουλειές που και σε ανεβάζουν και σε προβληματίζουν.