Της Ζωής Τόλη

«Έξω χιονίζει», μία νουβέλα του Σάκη Σερέφα, που διασκεύασε και σκηνοθέτησε η Μαρία Αιγινήτου, παίζεται στο Black Box του θεάτρου Επί Κολωνώ.

Μια θεατρική δουλειά ιδιαίτερη, ατμοσφαιρική, δραματικά ενδιαφέρουσα, με φιλοσοφικό υπόβαθρο, χρωματισμένη με πινελιές του βωβού κινηματογράφου και του βαριετέ.

Ο βραβευμένος συγγραφέας καταπιάνεται με ένα θέμα ευαίσθητο και σπάνιο στα θεατρικά δεδομένα. Αφορά στις ιστορίες επτά ξένων απλών στρατιωτών, στη Θεσσαλονίκη του 1915, μετά τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, οι οποίες έμειναν στη μέση, νικημένες από το θάνατο.

Μπαίνουν στο μικροσκόπιο οι επιθυμείς, τα όνειρα και οι καθημερινές ανάγκες τους, που περιορίζονται στη λαχτάρα για ένα πιάτο φαΐ, ένα ζεστό μπάνιο, μία ερωτική ιστορία που δεν προχώρησε, πράγματα πολύ μακριά από ανδραγαθήματα και ηρωισμούς, που παραπέμπουν στο ξεγύμνωμα, ενός ζοφερού θέματος, όπως είναι ο πόλεμος.

Η απροσδόκητη ματιά του Σ. Σερέφα στη σκοτεινιά αυτής της ιστορικής περιόδου, καταγγέλλει με τη δική του οπτική γωνία το ανωφελές του πολέμου. Ασχολείται με το στρατιώτη/άνθρωπο, σκύβοντας με σεβασμό στη σύντομη περιπέτεια της ζωής του, χωρίς καθόλου να γίνεται φθηνό το υλικό που πραγματεύεται. Αντίθετα παράγεται ένα φάσμα θετικότητας και ανθρώπινης αλληλεγγύης σε όλους αυτούς που χρησιμοποιήθηκαν ως «εργαλεία», στο όνομα των μεγάλων συμφερόντων. Αυτό από μόνο του ορίζει τον αντιπολεμικό, αλλά και τον αντιηρωικό χαρακτήρα του συγγραφικού δημιουργήματος.

Παράλληλα επικρίνεται με καυστικότητα ο τρόπος, με τον οποίο η δημοτική αρχή μετά από εκατό χρόνια θέλει να γιορτάσει την επέτειο της συμπλήρωσης ενός αιώνα από την έλευση των ξένων στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη το 1914., κατά το Μεγάλο Πόλεμο.

Προσκαλείται, λοιπόν, το μέντιουμ Νίνα στο κινηματοθέατρο Ράδιο Σίτι να έλθει σε επαφή με τα πνεύματα στρατιωτών της εποχής, μέσα σε ένα ζεστό περιβάλλον, ενώ έξω χιονίζει. Ο καθένας από αυτούς θα καταθέσει τη δική του μαρτυρία, ζωντανεύοντας ένα σύμπαν σαρκοφαγικό, ξεκαρδιστικό, αλλά και σπαρακτικό.

Ένα σύμπαν με πρωταγωνιστή τη μαλάρια, γεμάτο φονικά κουνούπια, εκρήξεις ερωτοπάθειας στο music hall της εποχής, στοχασμοί για τα αποφάγια που αφήνουν οι πεθαμένοι, μία μπανιέρα με αίμα τριάντα φαντάρων και εικόνες από την τότε πολυφυλετική Θεσσαλονίκη. Όλα αυτά παρουσιάζονται με παρωδιακό ύφος και πολλές πινελιές από το θέατρο του παραλόγου. Στο θεματικό πυρήνα του έργου προστίθεται εκτός από τον πόλεμο και η μεγάλη πυρκαγιά, που κατέστρεψε την πόλη και μαζί με τις περιγραφές των αδικοχαμένων στρατιωτών, που αναφέρθηκαν, νιώθουμε να περιγράφεται όλη η ιστορία του ανθρώπινου είδους.

Οι θεατές του μέντιουμ γίνονται πρωταγωνιστές, καθώς παρακολουθούν τη Νίνα να μπαίνει σε βαθιά καταληψία και να βγάζει λευκό ατμό από το στόμα και τα αυτιά της, αλλά και γιατί τους απευθύνουν το λόγο σε μια μορφή διάδρασης. Το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει και με τους θεατές στο Black Box, καθώς οι ήρωες «επικοινωνούν» με το κοινό.

Η σκηνοθεσία της Μαρίας Αιγινήτου, αβανταδόρικη, χειρίστηκε σωστά το υλικό και κατάφερε να μεταφέρει στη σκηνή , τον προβληματισμό του συγγραφέα. Η χρήση μεθόδων του βαριετέ, του θεάτρου των ποικιλιών, με τραγούδι, ρυθμό, χορό και ακροβατικά, προσδίδουν έναν αέρα μοναδικό και «ταξιδιάρικο».

Η θεατρική πράξη με τη δυναμική μιας εύπλαστης τεχνικής, ξεκινάει κάπως ανάλαφρα, αλλά στη συνέχεια η δραματική ένταση καραδοκεί και σημαδεύει στο στόχο. Το κλίμα αρκετά ζοφερό, ελαφραίνει που και που, αναδεικνύοντας ωστόσο την τραγικότητα των προσώπων. Αποτυπώνεται επομένως, με καθαρότητα, η αλληγορία του υπαρξιακού ζητήματος, κλασικό εναγώνιο στοιχείο, στη θεατρική παραγωγή και κουλτούρα.

Κι ενώ το χιόνι πέφτει και λιώνει, λιώνουν και οι λέξεις, οι πόνοι, τα χάδια, οι μέρες, οι ιστορίες και ο μυστηριώδης θεατής της τρίτης σειράς χάνεται στο σκοτάδι. Φωτίζεται το ρευστό, το αεικίνητο, το αναπόδραστο, ο κύκλος ζωή-θάνατος και πως ο άνθρωπος γίνεται πραμάτεια, ως μία οντότητα χωρίς αξία, έρμαιο τόσο της φύσης όσο και των δικών του λαθών.

Οι τρεις ηθοποιοί ερμηνεύουν με θεατρική ειλικρίνεια και σύνεση, συνδυάζοντας με ωφέλιμο τρόπο το δραματικό με το σαρκαστικό/κωμικό.

Ο Νίκος Καρδώνης εξαιρετικός, απογειώνει τον κάθε χαρακτήρα, που υποδύεται, άμεσος και πειστικός.

Ο Στάθης Κόικας υποστηρίζει με μαεστρία τη χειμαρρώδη εξέλιξη της πλοκής και η Ειρήνη Ιωάννου στην πρώτη της εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι, μία πραγματική θετική έκπληξη.

Η λειτουργική κίνηση της Βρισηίδας Σολωμού, η εναρμονισμένη στο ύφος του έργου μουσική του Σωτήρη Καστάνη και τα «σωστά» κοστούμια της Νίνας Loretti, συμπληρώνουν το κάδρο της επιτυχίας.

Η μόνη ένσταση η στενότητα του χώρου, που κάπως περιορίζει την κίνηση/δράση των ηθοποιών.

Μία προσεγμένη, καλλιτεχνική, θεατρική πρόταση, που με την αισθητική της κάνει τη διαφορά, σεβόμενη την παρουσία της στο χώρο της τέχνης.