Ενας ισχυρός παράγοντας  εύπορης οικογένειας  της αρχαίας  Ευρωπού με μεγάλες εκτάσεις στην κατοχή του  ήταν θαμμένος στον σημαντικό οδικό άξονα Ευρωπού-Πέλλας ώστε να γίνεται ορατός. Ετσι, τουλάχιστον προκύπτει από την ανασκαφική έρευνα του τύμβου Μεσιάς του δήμου Παιονίας Κιλκίς. 

Το μνημείο βρίσκεται σε αναβαθμό δυτικά του Αξιού ποταμού, 1χλμ.  από τον επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Ευρωπού, μιας σημαντικής πόλης κατά την αρχαιότητα (6ος/5ος αι. π.Χ. έως 6ο αι. μ.Χ.), γενέτειρας του Σελεύκου Α’ Νικάτορα, του σπουδαιότερου των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ο ταφικός αυτός τύμβος  δεσπόζει στο σημείο αυτό ως «τηλεφανές σήμα» σύμβολο  οικονομικής, πιθανότατα και πολιτικής ισχύος επιφανούς μέλους της αριστοκρατικής τάξης της περιοχής κατά τον ύστερο 4ο αι. π.Χ. ή/και τον 3ο αι. π.Χ. σύμφωνα με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κιλκίς. Το δυστύχημα είναι ότι είχε πολλές φορές παραβιαστεί από την αρχαιότητα και ως εκ τούτου δεν βρέθηκαν  πολύτιμα κινητά ενός του τάφου κατά την σωστική αρχαιολογική  έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Εφορεία.  Από τον Σεπτέμβριο έως και τον Νοέμβριο του 2020. 

Ο τύμβος έχει διάμετρο 32 μ. και ύψος 5 μ. H μεθοδική τεκμηρίωση της στρωματογραφίας επάλληλων τεχνητών παρειών (profiles) του κεντρικού τμήματος του τύμβου επέτρεψε στους αρχαιολόγους να προβούν σε σημαντικές παρατηρήσεις για την αποκατάσταση των σταδίων δημιουργίας του, όπως και την αναγνώριση της πλήρωσης των τυμβωρυχικών ορυγμάτων, που είχαν διανοιχθεί στον τύμβο κατά την αρχαιότητα, με κατάλληλο υλικό που συνέβαλε στη διατήρηση της ευστάθειάς του. 

Πρόκειται  για ένα  συλημένο ταφικό μνημείο ενδιαφέρουσας αρχιτεκτονικής μορφής του τύπου του κιβωτιόσχημου τάφου με θύρωμα και θήκες. Ο τάφος αυτός δομήθηκε αριστοτεχνικά εντός ορύγματος, που είχε διανοιχθεί σε ιζήματα αμμώδους και αργιλομαργαϊκής σύστασης και προστατεύθηκε με περισσή γνώση από τις πλευρικές πιέσεις τους.

Το μονοθάλαμο μνημείο, με διαστάσεις περ. 3,5 μ. μήκος, 2,5 μ. πλάτος και περί τα 3,0 μ ύψος, χτίστηκε με γωνιόλιθους από συνεκτικό μαργαϊκό ασβεστόλιθο και καλύφθηκε από οκτώ όμοιας σύστασης ορθογώνιους λίθους, εκ των οποίων οι επτά βρέθηκαν στη θέση τους.

   Ο τάφος έχει θυραίο άνοιγμα στην ανατολική πλευρά του, που σφραγίστηκε  με γωνιόλιθους. Εσωτερικά ο θάλαμός του ήταν καλυμμένος με διαφορετικού πάχους και σύστασης κονίαμα στο δάπεδο (παχύ) και τους τοίχους (λεπτό), το οποίο διατηρείται ανέπαφο σε ελάχιστα σημεία. Στο δυτικό τμήμα του θαλάμου υπήρχε λίθινο θρανίο καθώς και δύο ειδικά διαμορφωμένες θήκες-εσοχές στον  βόρειο τοίχο.

Η σύληση του μνημείου, πιθανότατα επιχειρήθηκε όταν επί αυτού είχε διαμορφωθεί μικρής έκτασης τύμβος ύψους περ. 2,20 μ, δηλαδή, πριν τη δημιουργία του μεγάλου τηλεφανούς τύμβου. Αυτό, είχε ως αποτέλεσμα τη μερική καταστροφή της ανατολικής πλευράς του, μεγάλες φθορές στο εσωτερικό του και την αφαίρεση όλων των κινητών ευρημάτων. Από τα κτερίσματα της ταφής εντοπίστηκαν ελάχιστα ψήγματα φύλλων και λιγοστοί καρποί χάλκινου επίχρυσου στεφανιού, πιθανότατα μυρτιάς.

Το μνημείο τοποθετείται στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. ή στον 3ο αι. π.Χ. Η περαιτέρω μελέτη του αναμένεται να προσφέρει πιο ακριβή στοιχεία για τη χρονολόγησή του.