Εφυγε σήμερα ο Αλέκος Φασιανός εκπλήσσοντας όσους είχαν καιρό να τον δουν και να τον ακούσουν. Αυτή η παιδική ψυχή που οραματιζόταν ανέμελους ποδηλάτες, ολόγυμνα ερωτευμένα ζευγάρια να λούζονται στο φως και στο χρώμα, ο ευαίσθητος καλλιτέχνης που ήθελε να πιάσει το νήμα από την αρχαιότητα και να το φέρει στο σήμερα, αυτός αιώνιος έφηβος δεν φανταζόσουν πως θα ερχόταν μια μέρα που θα συμπλήρωνε τα 86 του χρόνια και θα μας αποχαιρετούσε.
Γιατί μόλις χτές θαύμαζα κάτι κόκκινα πουλιά του Φασιανού να φτερουγίζουν σε δυο μαξιλαροθήκες σε μία βιτρίνα στο Χαλάνδρι και νόμιζα πως συνομιλούσα μαζί του όπως παλιά. Πάνε τριάντα χρόνια, όταν  παρουσίαζε στην γκαλερί Ζουμπουλάκη τον πρώτο από τους δώδεκα άθλους του, όπως ο ίδιος μου έλεγε.
Το «Αθηναϊκό Πανόραμα», ένα έργο τεραστίων διαστάσεων, έπιανε έναν ολόκληρο τοίχο μήκους 7 μέτρων και απεικόνιζε μια μυθική γειτονιά, κάπου στην Αθήνα, μ΄ένα παρατημένο μηχανάκι δίπλα στο σπιτάκι, έναν κόκκινο ποδηλάτη, τη γυναίκα του να τινάζει μια κουβέρτα «κεκοσμένη, σαν βυζαντινό φελώνιο ιερέως», παραπέρα ένα τοιχαλάκι με τσιμεντόλιθους και ένα ζευγάρι γυμνών εραστών στο ίδιο κάδρο με σταφύλια και πορτοκάλια.
«Ηθελα να επιτελέσω έναν άθλο, όπως αυτοί οι μεγάλοι της Αναγέννησης» μου έλεγε με παιδική αθωότητα μπροστά στον πίνακα. «Ηθελα να αισθανθώ σαν τον Ηρακλή ή σαν τον Μιχαήλ Αγγελο». Και μετά τον άθλο; «Μετά δεν φαντάζεσαι πως τον έχεις κάνει εσύ. Τεχνουργώντας αποκτάς μια δύναμη υπερφυσική που δεν μπορείς να αντιληφθείς ούτε εσύ ο ίδιος». «Εγώ είμαι η περιπέτεια. Συνήθως από τους άλλους εμπνέομαι» έλεγε. «Η τέχνη ωστόσο μου δίνει το δικαίωμα να γίνομαι ποδηλάτης, ή σπορεύς ή οτιδήποτε άλλο».
Για τον ερωτισμό που αποπνέουν σχεδόν όλα τα έργα του, είχε να πει, ότι ο έρωτας ενυπάρχει παντού: «Κι ένα μήλο να διαλέξεις από εκείνα που πουλάνε στην αγορά εκτεθειμένα σ΄ένα πανέρι μπορεί να είναι μια ερωτική πράξη. Φαντάζεσαι πως το δαγκώνεις και βγάζει ζουμί. Σ΄αυτά τα έργα θέλησα να αποτυπώσει τη ζωή που ζούμε στην Αθήνα παρόλο που κατακρίνεται από τους οικολόγους. Καταγράφω την πραγματικότητα. Αμα προσέξεις, όλα τα έργα έχουν στοιχεία καθημερινά. Εδώ δίνω σημασία στα παπούτσια του μπάσκετ. ενώ σε ένα άλλο έργο ο έρωτας έρχεται, θα μπορούσε να είναι και ο Ευαγγελισμός. Η γυναίκα τρομάζει καθώς ο έρωτας την πλησιάζει για πρώτη φορά».

 Εκείνη τη βραδιά ο Φασιανός φορώντας το κόκκινο κασκόλ του δεν έμεινε λεπτό στην αίθουσα με το έργο. Προτίμησε το πίσω μέρος της γκαλερί απ΄όπου πέρασε για να τον συγχαρεί  ένα πλήθος φίλων και θαυμαστών του, γνωστοί και άγνωστοι, σαν το πανόραμα της αθηναϊκής κοινωνίας  που ζωγράφισε.

Ηταν γέννημα θρέμμα της Αθήνας. Γεννήθηκε το 1935 στην Πλάκα, ακριβώς δίπλα από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα με καθηγητή τον Γιάννη Μόραλη και μετά στο Παρίσι με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης.
Ηδη από το 1960 έκανε εκθέσεις σε γνωστές γκαλερί της Ευρώπης, Αμερικής και Ιαπωνίας. Σχεδίασε επίσης σκηνικά και κοστούμια για το αρχαίο και σύγχρονο θέατρο. Εικονογράφησε ένα πλήθος βιβλίων Ελλήνων και ξένων συγγραφέων και ποιητών που ήταν φίλοι του. Ηταν ένας άνθρωπος λιτός, δεν του άρεσε η γυαλιστερή πλευρά της ζωής. Ακόμη και τα ρούχα του φρόντιζε να τα τρίψει πριν τα πρωτοφορέσει,  να δείχνουν φορεμένα, παλιά. Απολάμβανε τη συναναστροφή με πνευματικούς ανθρώπους αλλά και λαϊκούς. Θεωρούσε πως αντλούσε απ΄όλους έμπνευση και δύναμη για να πάει ένα βήμα μακρύτερα ως καλλιτέχνης και ως άνθρωπος.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε για την απώλεια του Αλέκου Φασιανού.

«Η Ελλάδα δεν έχει πια μαζί της έναν μεγάλο καλλιτέχνη που χάρισε απλόχερα χρώμα στην καθημερινότητά της. Έναν ζωγράφο, αληθινό ποιητή. Όχι μόνο γιατί ο Αλέκος Φασιανός έγραφε ο ίδιος ποιήματα και πεζά. Αλλά κυρίως γιατί με τον χρωστήρα του ισορροπούσε πάντα ανάμεσα στον ρεαλισμό και την αφαίρεση. Στις απλές και τις ονειρικές στιγμές. Στην πραγματικότητα και τον μύθο. Σφράγισε, έτσι, για δεκαετίες μία αισθητική που γεννούσε γνήσιο και πλούσιο συναίσθημα.

Είχα την τιμή να τον γνωρίζω προσωπικά, όπως και την αγαπημένη του Μαρίζα. Στις περισσότερες δημιουργίες του πρωταγωνιστούσε ο άνθρωπος. Όπως και στη σκέψη του. Πριν από λίγο καιρό, άλλωστε, με αφορμή την πανδημία, μάς καλούσε να την αντιμετωπίσουμε με «αλληλεγγύη, αγάπη και Παιδεία». Και να απαντήσουμε στις δυσκολίες φέρνοντας οι ίδιοι «τον παράδεισο μέσα μας και στον χώρο μας». Ακριβώς όπως και εκείνος είχε επιλέξει να είναι λιτός, προσηνής, ευαίσθητος και υπεύθυνος.

 

Ο Αλέκος Φασιανός μάς αφήνει πολύτιμη κληρονομιά το έργο του στη ζωγραφική, στη σκηνογραφία, στην εικονογράφηση. Σε αυτό, όμως, δεν κατατάσσονται μόνο οι ελεύθερες φιγούρες και τα έντονα χρώματα που προσέφερε στο σύγχρονο πολιτισμό μας. Αλλά και ο δυναμισμός που έκρυβε ο γαλήνιος χαρακτήρας, η σωστή κρίση και η υποδειγματική συμπεριφορά του. Γιατί ως ζωγράφος ο Φασιανός έκανε ό,τι και ως άνθρωπος: εστιάζοντας στη μορφή, προσέγγιζε πάντα την ψυχή.

Μαζί με όλους τους Έλληνες αποχαιρετώ έναν φίλο. Και μοιράζομαι τη μεγάλη θλίψη με την σύζυγο, τα δύο παιδιά του και όλους τους δικούς του ανθρώπους».