Της Ζωής Τόλη

«Η Φαρμακεύτρια» του Θεόκριτου, επανέρχεται για 4η χρονιά, σε αθηναϊκή σκηνή, να μας μαγέψει με τα μαγικά της ξόρκια και βοτάνια. Στο Χώρο Τέχνης Ασωμάτων, στο Θησείο, παρακολουθούμε μια δουλειά συναρπαστική, αέρινη, παράδοξη.

Το μονόλογο ερμηνεύει και σκηνοθετεί η Βάσια Βασιλείου. Η Σιμαίθα, η προδομένη στον έρωτά της γυναίκα, προσπαθεί να μετουσιωθεί στο αρχέτυπο – θηλυκό, την αιώνια Γυναίκα. Μεταμορφώνεται σε Σελάνα – ερωμένη-, Εκάτη – μάγισσα- και θεά Άρτεμη.

Ακούγεται η ηχογραφημένη φωνή του Γρηγόρη Βαλτινού που υποδύεται τον Δέλφη, τον αγαπημένο της Σιμαίθας. Η έρευνα και η επεξεργασία του κειμένου ανήκουν στη Χρυσή Γιάντσιου -Watrinet, συγγραφέα και ερευνήτρια του Δωρικού θεάτρου. Το Δωρικό θέατρο ή Αρχαίος Ελληνικός Μίμος είναι από τα λιγότερο γνωστά είδη αρχαίου δράματος. Για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του θεάτρου, αναπαρίσταται ο Αρχαίος ελληνικός Μίμος, σε παγκόσμιο επίπεδο, με αφορμή τη μελέτη της Χρυσής Γιάντσιου.

Πρόκειται για ένα ερωτικό ποίημα, με θέμα τον ανυπόφορο πόνο ενός τραυματικού έρωτα. Η παράφορη αντίδραση, μιας πληγωμένης γυναίκας, της Σιμαίθας, που εγκαταλείφθηκε από τον εραστή της, το Δέλφη, οδηγεί σε συμπεριφορά έκστασης και παροξυσμού. Βυθίζεται σε ένα μαγικό παραλήρημα που εμπνέει πάθος και μυστήριο, απορρίπτοντας οποιαδήποτε εξήγηση μέσω λογικής. Η μετάβαση από το φως στο σκοτάδι, γίνεται με όχημα τα πανίσχυρα ξόρκια και το ολέθριο αίσθημα της απόγνωσης, καθώς η ηρωίδα, δρα πια σε μεταφυσικό επίπεδο.

Φαίνεται πως η μαγεία ήταν για τη γυναίκα της αρχαιότητας η μόνη «λύση» στα αδιέξοδά της. Απέναντι σε μια απόλυτα πατερναλιστική κοινωνία, που θεωρούσε τη γυναικεία φύση κατώτερη και αντικείμενο εκμετάλλευσης, προσπαθεί, όπως διαφαίνεται από τη «Φαρμακεύτρια», να στηρίξει την ψυχολογική της ισορροπία.Η καταφυγή στη μαγεία ήταν η άμυνα αυτών των υπάρξεων να πάρουν δύναμη, για να αντιμετωπίσουν την κατάφωρη καταπίεση της εξουσίας του άνδρα.

Σκηνοθεσία:

Δημιουργείται μια απόκοσμη ατμόσφαιρα εκστατικής διάθεσης με αντιθετικά συναισθήματα, αγάπης και μίσους, τρυφερότητας και εκδίκησης. Η Βάσσια Βασιλείου, παράγει με γλαφυρό τρόπο, μια τελετουργική πράξη που στηρίζεται στην επίκληση υπερφυσικών δυνάμεων, με τη σύμπραξη χοροκινητικών εικόνων. Χαράσσει τη γεωμετρική πανοπλία του έργου, έτσι ώστε ο ηχητικός εξοπλισμός να παραπέμπει σε βακχικό δρώμενο.

Η γοητεία που εκπέμπεται μεταφορικά και κυριολεκτικά οριοθετεί τη δραματική στόφα της κεντρικής νοηματικής σύλληψης, σε ένα περιβάλλον που θυμίζει τελετές αρχέγονων φυλών.
Οι μουσικές υποκρούσεις δυναμιτίζουν το κλίμα, όπως το Dead can Dance, το Hijo de la Luna, με την Καμπαγιέ, αλλά και σε metal διασκευή των Stravaganza.

Ερμηνεία: Η Βάσσια Βασιλείου με υποκριτική ευελιξία και εκφραστική πλαστικότητα, μας παρασύρει σε ένα ταξίδι εσωτερικής ανίχνευσης, σε μια μαγευτική περιπέτεια.
Με σκηνική ωριμότητα και ταλέντο, ζωγραφίζει λεπτομερώς ένα – ένα τα κομμάτια του παζλ, αφήνοντας στο θεατή την ολιστική σύλληψη μιας μυσταγωγικής αποκάλυψης. Ερμηνεύει εστιασμένη στην ανάγκη να συνδεθεί με το συλλογικό ασυνείδητο της αρχέγονης μορφής του θηλυκού.

Ο θρήνος, το παράπονο και το αναφιλητό της ηρωίδας, φανερώνουν την υπαρξιακή της αγωνία και το αναπόφευκτο μιας θανάσιμης κατάστασης. Και αν σκεφτούμε τη σχέση του έρωτα με το αγαθό της ζωής, τότε κατανοούμε πληρέστερα την ψυχοσύνθεση της Σιμαίθας. Την προσωπογραφία αυτής της αλλοπαρμένης γυναικείας φιγούρας η Β. Βασιλείου, σκιαγραφεί ευκρινέστατα, με σεβασμό στις επιθυμίες και τις προσδοκίες της.

Συντελεστές:

Πρωτότυπη μουσική μαγγανείας, συνέθεσε ο Φίλιππος Περιστέρης, με τίτλο Saman dance. Η ζωγράφος Μαρία Λιτσοπούλου κατασκεύασε αριστοτεχνικά τις καλλιτεχνικές μάσκες και τον ενδυματολογικό κώδικα και τη σύλληψη του σκηνικού, υπογράφει η Βάσσια Βασιλείου.

Αξιολόγηση:

« Η Φαρμακεύτρια» του Θεόκριτου, σε θεατρική αναπαράσταση, δομημένη με συνδυασμό χοροκίνησης και λόγου, διακρίνεται για την πληθωρικότητα των απεικονίσεων. Η δράση στα δύο επίπεδα του σκηνικού, ενισχύει τη δυναμική της αφήγησης και διαμορφώνει το αλλόκοτο σύμπαν στο οποίο μυείται ο θεατής. Είναι μια δραματοποιημένη πράξη του ερωτικού πονήματος του βουκολικού ποιητή, αλλά παράλληλα εντοπίζεται και η κρυμμένη κοινωνιολογική του πλευρά.