Μετά την έγκριση των οριστικών μελετών (αρχιτεκτονική, στατική, ηλεκτρομηχανική), για την  αποκατάσταση του θερινού ανακτόρου του Τατοΐου και τη μετατροπή του σε μουσείο, το ΥΠΠΟΑ δρομολογεί τις απαραίτητες μελέτες για την  αποκατάσταση του Βουστασίου.

Το κτήριο του νέου Βουστασίου βρίσκεται στην επονομαζόμενη Αγροτική Ενότητα του πρώην βασιλικού κτήματος. Περατώθηκε το 1952 και αντικατέστησε το παλαιότερο κτίσμα του βουστασίου που βρίσκεται βορειότερα, καθώς εκείνο δεν επαρκούσε για να καλύψει τις ανάγκες της αναπτυσσόμενης αγροτικής παραγωγής του κτήματος εκείνη την περίοδο. Αποτελεί σημαντικό μεταπολεμικό κτήριο του κτήματος και ως πιθανός δημιουργός του αναφέρεται ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Γκίνης. 

H συνολική επιφάνεια του κτηρίου είναι περίπου 1500 τ.μ. και διαμορφώνεται σε σχήμα «Π», του οποίου το κεντρικό τμήμα (κεραία) είναι διώροφο και επίμηκες, ενώ τα δύο σκέλη είναι ισόγεια και μικρού μεγέθους. Το κτήριο έχει νοτιοανατολικό προσανατολισμό. Η κάτω στάθμη φιλοξενούσε τα βοοειδή με τις ταΐστρες και τον λοιπό εξοπλισμό, ο οποίος διασώζεται μέχρι σήμερα. Η άνω στάθμη του μεσαίου σκέλους χρησιμοποιούνταν ως χώρος παρασκευής των τροφών που διοχετεύονταν με κατάλληλα κανάλια στην κάτω στάθμη. Είχε χωρητικότητα 90 ζώων, με τον αριθμό αυτό να φτάνει ενίοτε τα 100, κι απασχολούσε 4 σταυλίτες. 

Το νέο Βουστάσιο έχει κατασκευαστεί από περιμετρική φέρουσα λιθοδομή με πλάκα και υποστυλώματα από οπλισμένο σκυρόδεμα και καλύπτεται με δίρριχτες στέγες (ξύλινες και οπλισμένου σκυροδέματος). Στην εξωτερική πλευρά (βόρεια) του μεσαίου σκέλους του κτηρίου προστέθηκε, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, μικρό ισόγειο πρόσκτισμα με δίρριχτη στέγη, στο οποίο διαμορφώθηκε τοξωτή είσοδος.  Στο άνω μέρος της τοιχοποιίας διαμορφώνεται ενισχυμένο γείσο – δοκάρι. Οι εσωτερικές τοιχοποιίες είναι κατασκευασμένες με οπτοπλινθοδομή και είναι επιχρισμένες. 

Η τετράριχτη στέγη του διώροφου μεσαίου τμήματος του κτηρίου είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα και καλύπτεται με γαλλικά κεραμίδια. Τα δύο σκέλη φέρουν δίρριχτες στέγες με ξύλινους φορείς και επικεράμωση επίσης από γαλλικά κεραμίδια. Η περιμετρική λιθοδομή του κτηρίου είναι ανεπίχριστη και τα εξωτερικά κουφώματα του ισογείου είναι μεταλλικά, με σταθερά και κινητά υαλοστάσια. Στον όροφο, στο τμήμα του μεσαίου σκέλους του κτηρίου, τα ανοίγματα καλύπτονται εξωτερικά με κλωστρά από προκατασκευασμένα στοιχεία σκυροδέματος. Χαρακτηριστικό στοιχείο του κτηρίου είναι οι μεταλλικοί ανεμοδείκτες στις απολήξεις των αεραγωγών της στέγης που έχουν το σχήμα αγελάδας.

Τα τελευταία χρόνια εντός του κτηρίου φυλάσσονται αντικείμενα, υπό την εποπτεία της Δ/νσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων, τα οποία τώρα απομακρύνονται, ώστε να καταστεί δυνατή η εκπόνηση των μελετών.