Κατά 151% αυξήθηκαν οι βιασμοί παιδιών στην Ινδία τα τελευταία χρόνια. Περισσότεροι από 36.900 βιασμοί αναφέρθηκαν το 2014 και σχεδόν 14.000 από τα θύματα ήταν παιδιά, υπερδιπλάσιος αριθμός σε σχέση με το 2009.

Τέτοιου είδους εγκλήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν αναφέρονταν καν στις αρχές , αλλά ολοένα και περισσότερες οικογένειες αναφέρουν την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, γεγονός που αποτελεί τεράστια κοινωνική στροφή ύστερα από το μοιραίο περιστατικό ομαδικού βιασμού μιας νεαρής γυναίκας στο Νέο Δελχί το 2012.

 

Αλλά ακόμα και τρία χρόνια μετά τη θέσπιση μιας βελτιωμένης νομοθεσία για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών στην Ινδία, ακτιβιστές τονίζουν τη κακή εφαρμογή του νόμου που συχνά αφήνει οικογένειες και θύματα χωρίς υποστήριξη και βοήθεια.

 

 μαρ

Τον Οκτώβριο, ο νομοθέτης Rajeev Chandrasekhar σχηματίζοντας έναν συνασπισμό ακτιβιστών ξεκίνησε μια online εκστρατεία ζητώντας από τον Πρωθυπουργό Narendra Modiνα να θέσει επιτέλους ως προτεραιότητα την ασφάλεια των παιδιών. Αλλά πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι παρά τις όποιες ακτιβιστικές προσπάθειες , το σύστημα εξακολουθεί να είναι διαλυμένο και ανεπαρκές.

 

Την περασμένη εβδομάδα, μια σχετική μελέτη για τις περιπτώσεις βιασμών παιδιών στο Νέο Δελχί, από την Εθνική Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ινδίας, έδειξε ότι η συμπεριφορά των αστυνομικών, των γιατρών και των δικηγόρων δεν έχει αλλάξει πολύ από την ψήφιση του νόμου. Δεν υπήρχαν δικαστικές αίθουσες αποκλειστικά για περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης, μόνο μερικά δικαστήρια είχαν ξεχωριστές αίθουσες για τη λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, ενώ δεν υπήρχαν αίθουσες αναμονής ή τουαλέτες σε κοντινή απόσταση, παρά τις διατάξεις του νόμου.

 

Η ανάλυση της έκθεσης των δικαστικών αποφάσεων, μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους, έδειξε ότι μόνο 1 στις 6 περιπτώσεις κατέληξαν σε καταδίκη. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2014, το ποσοστό καταδίκης, σε εθνικό επίπεδο, βά-σει του νέου νόμου για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών ήταν μόλις 2,4 %.

 

Στο 67% των περιπτώσεων, τα θύματα αποχώρησαν από το δικαστήριο, άλλαξαν τις καταθέσεις τους ή απέσυραν τις καταγγελίες τους, λόγω των απειλών από τις οικογέ-νειες των κατηγορουμένων. Περίπου 28% των περιπτώσεων βρέθηκε σε μακροχρό-νιες δικαστικές διαμάχες. Ενώ στην έρευνα συμπληρώνεται ότι τα παιδιά συχνά υποβάλλονται σε «ακατάλληλες» ερωτήσεις από τους δικηγόρους στο δικαστήριο.

 

«Ολες οι ενέργειες εστιάζουν στη θέσπιση σκληρότερων νόμων και αυστηρότερων ποινών», δήλωσε ο Swagata Raha, ανώτερος νομικός ερευνητής της Εθνικής Νομικής Σχολής. «Αλλά, ωστόσο, δεν επενδύονται πολλά στη βελτίωση των διαδικασιών έρε-υνας και απονομής δικαιοσύνης ή στην εκπαίδευση των αστυνομικών, δικαστών, για-τρών και συμβούλων σχετικά με το πώς να χειρίζονται τα παιδιά και τις οικογένειες, που έχουν βιώσει τέτοιες τραυματικές εμπειρίες».