Όταν κατηγορείς κάποιον για «ψευδή βεβαίωση», είναι αυτονόητο ότι γνωρίζεις το αληθές και είσαι σε θέση να το αντιπαραβάλεις άμεσα με το «ψευδώς βεβαιωμένο». Αν δεν γνωρίζεις το αληθές, με τι θα κάνεις την αντιπαραβολή; Με αέρα κοπανιστό;

Panos TsoumasΤου

Πάνου Τσούμα

 

Το σκεπτικό δεν είναι δικό μου. Είναι του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Σταύρου Τσακυράκη, ο οποίος στις 2.8.2016 δημοσιοποίησε την εξής λογική σκέψη:

«Από πλευράς στοιχειοθέτησης, το αδίκημα της ψευδούς βεβαιώσεως μου φαίνεται απλό. Κάποιος δημόσιος υπάλληλος βεβαιώνει ψευδώς ως γεγονός το Α, ενώ το αληθές είναι Β. Αν δεν γνωρίζεις το αληθές, προφανώς δεν μπορείς να αποφανθείς για το ψευδές. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις κάποιον για ψευδή βεβαίωση χωρίς να γνωρίζεις ποια είναι η αληθής βεβαίωση. Το κατηγορητήριο, επομένως, πρέπει υποχρεωτικά να περιέχει το αληθές γεγονός που παρανόμως δεν βεβαιώθηκε. Πόσο, λοιπόν, ήταν πραγματικά το έλλειμμα που υποτίθεται ότι διόγκωσε ο κ. Ανδρ. Γεωργίου, ως επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ; Το έβγαλε 14, ενώ ήταν 3, όπως βεβαίωνε η κυβέρνηση του Καραμανλή;

Όσο κι αν έψαξα στο Διαδίκτυο, δεν βρήκα κάποιο νούμερο. Αν δεν υπάρχει, η απόφαση του Αρείου Πάγου για την αναίρεση του απαλλακτικού βουλεύματος του Εφετείου είναι άνευ ετέρου σκανδαλώδης. Φαίνεται να συνδέεται αποκλειστικά με την ικανοποίηση των πιο καθυστερημένων πολιτών που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι κάποιοι κακοί συνωμότησαν εις βάρος τους και δημιούργησαν την κρίση».

 

«Άνευ ετέρου σκανδαλώδης» λοιπόν η αναίρεση, «φαίνεται να συνδέεται αποκλειστικά με την ικανοποίηση των πιο καθυστερημένων πολιτών…», εκτός και αν ο Άρειος Πάγος κατέχει το αληθές, που παρανόμως δεν βεβαιώθηκε.

 

Ότι στο Ανώτατο Δικαστήριο έχουν περιέλθει στοιχεία του αληθούς, που αποκρύφτηκε για να βεβαιωθεί το ψευδές, ουδεμία ένδειξη υπάρχει πάντως. Τουναντίον. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις -έως και βεβαιότητα- πως το έλλειμμα που βεβαίωσε για το 2009 η ΕΛΣΤΑΤ με πρόεδρο τον Ανδρ. Γεωργίου είναι η μόνη «χειροπιαστή» αλήθεια.

 

Αν είναι έτσι όμως, προς τι η σπουδή, της μεν εισαγγελέως Ξένης Δημητρίου (άρτι αναβαθμισμένης κατά την «Καθημερινή») να υποβάλει αίτηση αναίρεσης, του δε Ανώτατου Δικαστηρίου να την κάνει αποδεκτή;

 

Ρητορικό το ερώτημα τυπικά, αλλά όχι και τόσο όταν διατυπώνεται από μη «καθυστερημένους» πολίτες.

 

Βλέποντας και πέρα από τη μύτη τους οι μη «καθυστερημένοι» εντάσσουν την υπόθεση Γεωργίου στην εξελισσόμενη κυβερνητική επιχείρηση «σοδομισμού» εις βάρος των θεσμών και τελικά του πολιτεύματος.

 

Κινούμενα μεταξύ αριστερισμού και αναρχισμού τα (Τ)ΣΥΡΙΖΑ «φρικιά» ποτέ δεν έκρυψαν ότι με το πολίτευμα της δημοκρατίας, όπως λειτουργεί στην… καταραμένη Δύση, έχουν πρόβλημα.

 

Ποτέ δεν είπαν, όμως, ευθαρσώς και με σαφήνεια, πώς στο διάολο θέλουν τη δημοκρατία, ή με τι προτίθενται να την αντικαταστήσουν, παράλειψη που δεν είναι ανεξήγητη.

 

Πολιτικά υποκείμενα του «αντί για το αντί», επόμενο είναι να μην έχουν επεξεργασμένη πρόταση ή σχέδιο για πουθενά και τίποτα.

 

Εκ των πραγμάτων επομένως οδηγός τους παραμένει το «αντί». Το οποίο λειτουργώντας με όρους αναρχοκομμουνιστικού καταγώγιου αρχών του 20ού αιώνα, δεν μπορεί να προσφέρει παρά ξεθεμελίωμα της όποιας στερεότητας άφησαν οι προηγούμενοι.

 

Το είδαμε στην οικονομία, στην παιδεία, στην εξωτερική πολιτική, στις τράπεζες, στην ενημέρωση, το βλέπουμε τώρα, πιο καθαρά από ποτέ, και στη διάκριση των εξουσιών.

 

Σε εποχή χούντας δείχνει να επιστρέφει η σχέση εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, με την υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ να είναι η κορυφή του παγόβουνου.

 

Όπως σε όλα («σκληρή διαπραγμάτευση», «περήφανο δημοψήφισμα» κ.τ.λ.) έτσι και με τη διάκριση των εξουσιών ή το σεβασμό των Ανεξάρτητων Αρχών ο «σοδομισμός» γίνεται με πρόσχημα τη «μάχη» ενάντια στα συμφέροντα, στη διαπλοκή, στο «παλιό»… που δεν λέει να «ψοφήσει»!

 

Είναι δε το «παλιό» ο Μητσοτάκης ή ο Θεοδωράκης.

 

Και όχι ο Παπαγγελόπουλος, που έχει κορόνα και καμάρι τον… αεικίνητο Καραμανλή, θεωρώντας τον «εθνική εφεδρεία»!

 

Αυτό κι αν είναι «σοδομισμός» σε βάρος σου «καθυστερημένο(ε)» μου… (Μπ)Ούφο!

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ (για όσους δεν θυμούνται ή αγνοούν)

1. Μέχρις ότου λειτουργήσει η Ελληνική Στατιστική (ΕΛΣΤΑΤ) σαν Ανεξάρτητη Αρχή με πρόεδρο τον Ανδρ. Γεωργίου -αξιοκρατικά επιλεγμένο-, τα ελληνικά στατιστικά («Greek statistics») αναφέρονταν διεθνώς με την «περήφανη» σημασία που έδινε το επιχώριο καραμπουζουκλήδικο στο σύντομο ανέκδοτο «Αλβανός τουρίστας».

2. Η ΕΛΣΤΑΤ ιδρύθηκε τον Μάρτιο 2010 και ο Γεωργίου ανέλαβε πρόεδρος τον Αύγουστο 2010, όταν δηλαδή το πρώτο μνημόνιο είχε ψηφιστεί. Ήρθε δε να αντικαταστήσει την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος (ΕΣΥΕ), η οποία από το έτος ιδρύσεώς της (1956) και για 30 χρόνια λειτουργούσε σαν αμιγής δημόσια υπηρεσία.

3. Το 1986 η ΕΣΥΕ αναβαθμίστηκε (!) σε Γενική Γραμματεία, τουτέστιν κομματικοποιήθηκε.

4. Τα στοιχεία που έδινε έκτοτε ασφαλώς «μαγειρεύονταν», μόνο που η αμφισβήτησή τους ξεκίνησε μετά την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ. Πάντως το μεγάλο μπάχαλο φαίνεται να έγινε την περίοδο 2007-2009. Στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνώριζαν για τον εκτροχιασμό, μόνο που αποφάσισαν να παρέμβουν κατόπιν εορτής.

Νοέμβριο του 2009 ασχολήθηκε επίσημα το Συμβούλιο Οικονομικών Υποθέσεων (ECOFIN), με κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ πλέον και πρωθυπουργό τον «αλλού» Γιώργο. Πρώτη δουλειά της νέας κυβέρνησης, η αναθεώρηση του δημόσιου ελλείμματος για τα έτη 2008, 2009. Για το μεν 2008 αναθεωρήθηκε από 5% σε 7,7%. Για το δε 2009 από 3,7%, που προέβλεπε η κυβέρνηση Καραμανλή, στο 12,5%. Σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού 2010 το έλλειμμα 2009 έκλεισε στο 13,6%, μέχρις ότου ΕΛΣΤΑΤ και ΕUROSTAT αποφανθούν ότι είναι 15,4%.

Όπως γίνεται σαφές, η μεγάλη αναθεώρηση προς τα πάνω (σχεδόν στο τετραπλάσιο) του ελλείμματος 2009 έγινε από την κυβέρνηση Παπανδρέου, μόνο που γι΄ αυτή την «ψευδή βεβαίωση» ουδείς ψεκασμένος έδειξε ενδιαφέρον, φυσικά ούτε η αψέκαστοι της Δικαιοσύνης.

Η πολιτική βλέπετε δεν διώκεται. Μπορεί να κάνει του κόσμου τα εγκλήματα, σου λέει όμως «η απόφαση ήταν πολιτική»!

Μπορεί, όπως ο Τσίπρας, να καις στη Βαρουφάκεια υψικάμινο της ξεκαπίστρωτης διαπραγμάτευσης 100 δισ. ευρώ, σαν προκαταβολή μόνο, αλλά να μη δίνεις πουθενά λογαριασμό. Λόγω «πολιτικής» απαλλάσσεσαι…

Όπως και «λόγω βλακείας»!