ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Η θλιβερή κληρονομιά μιας υπό διάλυση τάξης

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

**** Οι κληρονόμοι

Las Herederas. Παραγουάη, 2018. Σκηνοθεσία: Μαρτσέλο Μαρτινέσι. Ηθοποιοί: Άνα Μπρουν, Μαργκαρίτα Ιρούν, Άνα Ιβάνοβα, Νίλντα Γκονζάλεζ.

Την πτώση μιας μεγαλοαστικής τάξης, μέσα από την ιστορία δυο γυναικών, αφηγείται ο Μαρτσέλο Μαρτινέσι, στην πρώτη του αυτή, ιδιαίτερα πετυχημένη, βραβευμένη με τρία βραβεία στο φεστιβάλ του Βερολίνου (ανάμεσά τους και το βραβείο των κριτικών της FIPRESCI), ταινία του, «Οι κληρονόμοι». Οι κληρονόμοι του τίτλου είναι η Τσέλα (Άνα Μπρουν) και η Τσικίτα (Μαργκαρίτα Ιρούν), δυο μεσήλικες γυναίκες, από πλούσιες οικογένειες, που πουλάνε τα αντικείμενα αξίας (κρύσταλλα, πίνακες, κ.ά.) του σπιτιού τους, ενώ η Τσικίτα, εξαιτίας ενός χρέους (απάτης, σύμφωνα με το νόμο) θα οδηγηθεί, πολύ νωρίς στην ταινία, στη φυλακή.

Η Τσέλα, που περνάει την ώρα της ζωγραφίζοντας, βρίσκεται ξαφνικά μόνη, θλιμμένη, σε ένα τεράστιο, άδειο, σκοτεινό σπίτι, με σημάδια στους τοίχους από τους πίνακες που έχει αναγκαστεί να πουλήσει (κάτι που την έδενε με το παρελθόν και την τάξη της). Κάποια στιγμή, η παράκληση από μια γειτόνισσα να τη μεταφέρει για μια δουλειά της με το παλιό αυτοκίνητο του πατέρα της, θα μετατρέψει σταδιακά τη Τσέλα σε οδηγό ταξί για τις φίλες της και στη συνέχεια για τις φίλες των φιλενάδων της, βοηθώντας την τελικά να αποκτήσει καινούριες φίλες και να βγει από το καβούκι και την απομόνωση της προς ένα κόσμο που μέχρι τότε της ήταν άγνωστος και απλησίαστος.

 

Εκείνο που πάνω από όλα κατάφερε στην πρώτη του αυτή ταινία ο Μαρτινέσι, είναι να αναπτύξει σταδιακά, με λεπτότητα και οξυδέρκεια, το χαρακτήρα της Τσέλα, με την Άνα Μπρουν να δίνει, με τις εκφράσεις της, το βλέμμα και τις κινήσεις της, μια έξοχη, συγκρατημένη ερμηνεία (αντάξια της Αργυρής Άρκτου ερμηνείας που κέρδισε στο Βερολίνο).

Με μικρές σκηνές, με αποκαλυπτικές συχνά λεπτομέρειες (ο τρόπος που φτιάχνει τα χάπια της, η σκηνή με την οποία αντιμετωπίζει τη φίλη της που προσπαθεί να της χαρίσει καινούρια γυαλιά ηλίου ενώ στη συνέχεια την πείθει να καπνίσει για πρώτη φορά, η πρώτη της επίσκεψη στη φυλακή), η χρήση της μουσικής αλλά και των τραγουδιών, καθώς κι αυτή της φωτογραφίας για τη δημιουργία ατμόσφαιρας, δείχνουν ένα σκηνοθέτη που ξέρει να χρησιμοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τα μέσα που του προσφέρει η τέχνη του.

*** λπ

Ελλάδα, 2018. Ντοκιμαντέρ. Σκηνοθεσία-σενάριο: Χρήστος Πέτρου. Φωτογραφία: Γιώργος Καρβέλας. Μοντάζ: Τόλης Αποστολίδης. 69´

Σε ένα μύθο της μουσικής, τη συνθέτρια και ποιήτρια Λένα Πλάτωνος, στρέφεται ο Χρήστος Πέτρου στο όμορφο αυτό ντοκιμαντέρ του. Ενα είδος ποιήματος/ύμνου στη μορφή αυτή που πέρασε από τη δεκαετία βασικά του ‘80 (χωρίς δυστυχώς να αναγνωριστεί όσο της άξιζε), ξεκινώντας με τη μουσική της «Λιλιπούπολης» για να προχωρήσει στην ηλεκτρονική, πειραματική μουσική εμβληματικών έργων όπως το «Σαμποτάζ», «Μάσκες ηλίου», «Γκάλοπ» και «Λεπιδόπτερα».

«Ντροπαλή και μυστηριώδη», όπως την αποκαλεί ένας από τα πρόσωπα που μιλάνε γι’ αυτήν στο ντοκιμαντέρ (ανάμεσα στους διάφορους φίλους, συνεργάτες και θαυμαστές που παρουσιάζονται), αλλά και γεμάτη φαντασία και πρωτότυπες ιδέες (όπως όταν ακούει ρουμανικά στο ασανσέρ, που την εμπνέει για ένα από τα τραγούδια της, ή τα λατινικά ονόματα που διαβάζει και που οδηγούν στα Λεπιδόπτερα), η Λένα Πλάτωνος του Πέτρου σε συναρπάζει και σε παρασύρει μαζί της στο 69λεπτο αυτό ταξίδι.

*** Κορίτσι

Girl. Βέλγιο, 2018. Σκηνοθεσία: Λούκας Ντοντ. Σενάριο: Λούκας Ντοντ, Άντζελο Τίσενς. Ηθοποιοί: Βίκτορ Πόλστερ, Αριέ Βορτχάλτερ, Όλιβερ Μπόταρτ. 109´

Με τη Χρυσή Κάμερα πρώτης ταινίας, βραβείο των κριτικών της FIPRESCI και βραβείο Queer Φοίνικα του φεστιβάλ των Κανών μας έρχεται η ταινία αυτή του Βέλγου Λούκας Ντοντ. Τον αγώνα (εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία) ενός κοριτσιού παγιδευμένου στο σώμα ενός αγοριού να μετατραπεί σε χορεύτρια με το κατάλληλο, ελκυστικό σώμα, καταγράφει ο σκηνοθέτης με ευαισθησία, λεπτότητα, φρεσκάδα και δύναμη.

Για να μετατρέψει το σώμα της σε σώμα κοριτσιού, η Λάρα (πραγματική αποκάλυψη ο Βίκτορ Πόλστερ) περνάει, με τη βοήθεια της οικογένειάς της αλλά και φίλων, από διάφορες δοκιμασίες (ορμονική θεραπεία, κουραστικές, αγχωτικές ασκήσεις, προσπάθεια απόκρυψης των γεννητικών οργάνων, κλπ.) μέχρι να μπορέσει να ολοκληρώσει το όνειρό της, να αναγνωριστεί ως κορίτσι και να πετύχει ως μπαλαρίνα.

Ο Ντοντ αντιμετωπίζει συγκρατημένα και με ειλικρίνεια την πορεία της Λάρα, αποφεύγοντας τους μελοδραματισμούς, για να μας δώσει μια όσο το δυνατό πιο αληθινή, μαζί και συγκινητική, εικόνα του βασανιστικού αυτού αγώνα της ηρωίδας του, προσφέροντάς μας μιαν από τις ωραιότερες ταινίες γύρω από τη διαφορετικότητα, που πραγματικά θα σας συναρπάσει.