Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Υγείας Ιωάννα Λάκα επισκέφθηκε τον γνωστό Γυναικολόγο – Μαιευτήρα Ηλία Αλεξανδρή στο ιατρείο του στή Λάρισα και συζήτησαν σχετικά με τον Προληπτικό Γυναικολογικό Έλεγχο.

Ποια είναι η σημασία του Προληπτικού Γυναικολογικού Ελέγχου;

Ο προληπτικός γυναικολογικός έχει ιδιαίτερη σημασία για την υγεία της ασθενούς, καθώς προσφέρει το πλεονέκτημα διάγνωσης κάποιου ευρήματος σε πολύ αρχικό στάδιο. Επίσης, είναι πολύ σημαντικός για την υγεία, την αρτιμέλεια και γονιμότητα μιας γυναίκας. Κάθε γυναίκα πρέπει να υποβάλλεται σε προληπτικό γυναικολογικό έλεγχο μία φορά τον χρόνο. Ο τακτικός γυναικολογικός έλεγχος μπορεί να εντοπίσει προβλήματα υγείας πριν καν ή μόλις αρχίσουν, όταν οι πιθανότητες ίασης είναι περισσότερες. Για αυτόν το λόγο, δεν πρέπει καμία γυναίκα να το αμελεί ή να το καθυστερεί.

Τι περιλαμβάνει ο προληπτικός γυναικολογικός έλεγχος;

· Λήψη ιστορικού: Περιλαμβάνει τη λήψη ατομικού αλλά και οικογενειακού ιστορικού, ώστε να έχει ο ιατρός μία πλήρη εικόνα για την κατάσταση της υγείας της ασθενούς.

· Κλινική Εξέταση: Η εξέταση περιλαμβάνει την εξωτερική επισκόπηση των γεννητικών οργάνων και την εσωτερική ψηλάφηση της μήτρας και των ωοθηκών. Η εξέταση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί σε πολλές περιπτώσεις γυναικολογικών νοσημάτων και χωρίς συμπτώματα η διάγνωση τίθεται μόνο από τη γυναικολογική εξέταση.

· Βασικό γυναικολογικό ενδοκολπικό υπερηχογράφημα: Η εξέταση συνεχίζεται με την υπερηχογραφική απεικόνιση των έσω γεννητικών οργάνων. Στοχεύει στον εντοπισμό παθολογίας της μήτρας και των ωοθηκών όπως για παράδειγμα οι κύστεις των ωοθηκών, τα ινομυώματα, οι πολύποδες, υδροσάλπιγγα κ.α.. Επιπλέον, το ένδοκολπικό υπερηχογράφημα μας δίνει τη δυνατότητα να αντλήσουμε πληροφορίες για τη γονιμότητα της ασθενούς, παρακολουθώντας για παράδειγμα την ωοθυλακιορρηξία της.

· Τεστ ΠΑΠ: Σήμερα, κάθε γυναικολογικός έλεγχος περιλαμβάνει το κλασικό τεστ Παπ. Η εξέταση βασίζεται στη λήψη κυττάρων με ειδικά βουρτσάκια από την εξωτερική επιφάνεια αλλά και από το εσωτερικό του τραχήλου. Ο στόχος της εξέτασης είναι η έγκαιρη διάγνωση ενδοεπιθηλιακών αλλοιώσεων οι οποίες προηγούνται κατά πολύ χρόνο από την εκδήλωση καρκίνου του τραχήλου. Επίσης, μέσω του τεστ ΠΑΠ ανιχνεύονται και ορισμένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και λοιμώξεις του κόλπου και του τραχήλου. Η εξέταση είναι απολύτως ανώδυνη και μπορεί να γίνει οποιαδήποτε μέρα του κύκλου, εκτός από τις ημέρες της εμμήνου ρύσεως.

Η ιδανική ηλικία για να αρχίσει μία γυναίκα να υποβάλλεται σε Τεστ ΠΑΠ είναι μετά από την έναρξη των σεξουαλικών της επαφών.

· Ψηλάφηση Μαστού: Πρόκειται για την επισκόπηση και την ψηλάφηση των μαστών της γυναίκας και, σε περίπτωση που υπάρξουν ύποπτα ευρήματα, ο περαιτέρω έλεγχος με μαστογραφία ή/και υπερηχογράφημα μαστών. Η ψηλάφηση μπορεί να αποκαλύψει καλοήθεις ή κακοήθεις παθήσεις του μαστού και πρέπει να επαναλαμβάνεται από την ίδια τη γυναίκα στο σπίτι σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η αυτοψηλάφηση πρέπει στην αρχή να γίνεται κάθε μήνα, ώστε να εξοικειωθεί η γυναίκα με το σχήμα και την υφή των μαστών της.

Στα 35 είναι η ιδανική ηλικία για κάθε γυναίκα να κάνει μία μαστογραφία αναφοράς. Η επόμενη μαστογραφία συνιστάται να πραγματοποιηθεί 5 χρόνια μετά, στα 40 έτη της γυναίκας. Έπειτα από τα 40 έτη, η γυναίκα πρέπει να υποβάλλεται σε μαστογραφία μία φορά ετησίως ( σύμφωνα με την American Cancer Society).

Πότε πρέπει να γίνεται η πρώτη επίσκεψη στον γυναικολόγο;

Είναι σημαντικό η πρώτη επίσκεψη στον γυναικολόγο να γίνεται πριν την ολοκλήρωση των σεξουαλικών επαφών. Η νεαρή γυναίκα πρέπει να είναι ενημερωμένη για την αντισύλληψη, για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, για τον κύκλο της και τυχόν ανωμαλίες κ.λπ. Οι γυναικολογικές παθήσεις, καλοήθεις ή μη, μπορούν να διαγνωσθούν έγκαιρα και να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά. Όσο γρηγορότερα διαγνώσουμε μία γυναικολογική πάθηση, τόσο λιγότερο θα ταλαιπωρηθεί η ασθενής με την θεραπεία.

Συμπερασματικά, κάθε γυναίκα πρέπει να υποβάλλεται κάθε χρόνο σε προλητπικό έλεγχο για μία σειρά από σημαντικές παθήσεις του γεννητικού της συστήματος, γιατί η έγκαιρη διάγνωση συνήθως συνεισφέρει στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση, έτσι ώστε οι περιπτώσεις όπου κάποια σημαντική πάθηση ξεφύγει από τον εντοπισμό της να είναι όσο το δυνατό λιγότερες.