ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Το δύσκολο πέρασμα από την αθωότητα στην ενηλικίωση στο «Close» του Λούκας Ντοντ

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

**** Close

Βέλγιο/Ολλανδία/Γαλλία, 2022. Σκηνοθεσία: Λούκας Ντοντ. Σενάριο: Λούκας Ντοντ, Άντζελο Τίσενς. Ηθοποιοί: Έντεν Νταμπρίν, Γκουστάβ Ντε Βέλε, Εμιλί Ντεκέν, Λέα Ντριμέρ. 104´

Μετά την πρώτη του, βραβευμενη το 2018 με τη Χρυσή Κάμερα των Καννών, ταινία του, «Κορίτσι», γύρω από μια διεμφυλική γυναίκα που προσπαθεί να γίνει δεκτή στη σχολή μπαλέτου, ο Δανός σκηνοθέτης Λούκας Ντοντ, στη νέα του ταινία «Close» (Μέγα Βραβείο στο φεστιβάλ Καννών και υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας), καταπιάνεται με τη στενή φιλική σχέση ανάμεσα σε δυο 13χρονα, ανάμεσα στην παιδική και την εφηβική ηλικία, αγόρια, τον Λίο και τον Ρεμί, σχέση που οδηγείται σε δραματική ρήξη όταν αυτά επιστρέφουν στα σχολικά θρανία.

Η ταινία αρχίζει με τα δυο αχώριστα αγόρια, στα τέλη του καλοκαιριού, να περνούν ευχάριστα και αθώα τις μέρες τους: να τρέχουν στα χωράφια με τα λουλούδια που καλλιεργούν οι γονείς τους, να ποδηλατούν προσπαθώντας να ξεπεράσει ο ένας τον άλλο, να υποκρίνονται πως ζουν σε μια περίοδο ιπποτών που έρχονται στην εποχή μας για. να τους κυνηγήσουν και να κοιμούνται μαζί στο σπίτι του Λίο, με τον Λίο να θαυμάζει τον Ρεμί που έχει κλίση προς τη μουσική και παίζει το όμποε.

Η περίοδος των αθωότητας θα καταστραφεί ξαφνικά όταν, με την επιστροφή τους στο σχολείο, και την εμφανή στενή φιλική τους σχέση, ένα από τα κορίτσια τους ρωτάει: «Είστε μαζί; είστε ζευγάρι;». Αντίθετα με τη σιωπή του Ρεμί, ο Λίο θυμώνει και αρχίζει να αντιδρά, αποφεύγοντας τον Ρεμί, κάνοντας παρέα με τα άλλα παιδιά του λυκείου, κάνοντας ασκήσεις και συμμετέχοντας στο χόκεϊ στον πάγο.

Από τη μια, η σιωπή του Ρεμί και, από την άλλη, η διακοπή της σχέσης τους που επιβάλλει ξαφνικά και αδικαιολόγητα ο Λίο (με τον σκηνοθέτη να υποβάλλει διακριτικά μια πιθανή ομοφοβία), θα οδηγήσουν στην τραγωδία, που ο Ντοντ παρουσιάζει έμμεσα, αποφεύγοντας το μελοδραματισμό. Αντίθετα, η συγκινηση δίνεται μέσα από άλλες απλές, όμορφες σκηνες, είτε σ’ εκείνες με τον Λίο ν’ ακούει τον Ρεμί να παίζει το όμποε, είτε σ’ εκείνες όταν ο Λίο αναγκάζεται τελικά να αντιμετωπίσει τη μητέρα του Ρεμί – μητέρα πρέπει να πω με την οποία είχε στο παρελθόν μια ιδιαίτερα ωραία σχέση. Από τα σημαντικά ατού της ταινίας οι ερμηνείες των δυο νεαρών, του Γκούσταβ Ντε Βέλε (Ρεμί) και του Έντεν Νταμπρίν (Λίο), που ερμηνεύουν με ξεχωριστή ευαισθησία τους ρόλους των δυο νεαρών.

*** ½ – Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος

World War III/Jang-e jahani sevom. Ιράν, 2022. Σκηνοθεσία: Χουμάν Σεϊγεντί. Σενάριο: Χουμάν Σεϊγεντί, Αριάν Βαζιρνταφντάρι, Αζάντ Τζαφαριάν. Ηθοποιοί: Μόχσεν Ταναμπαντέχ, Μάσα Χεντζάζι, Νέντα Τζεμπραέιλι. 117´

Ανάμεσα στο μελόδραμα, το μαύρο χιούμορ και την τραγωδία κινείται η βραβευμένη, στο τμήμα «Ορίζοντες» της Βενετίας (καλύτερης ταινίας και ανδρικής ερμηνείας), ταινία του Ιρανού Χουμάν Σεϊγεντί. Ο Σακίμπ, ένας άστεγος, μοναχικός (μετά το θάνατο σε σεισμό της γυναίκας και του παιδιού του) εργάτης οικοδόμων, βρίσκει δουλειά σ’ ένα χαμένο στην ιρανική επαρχία μέρος, για το φτιάξιμο ενός χώρου, που, όπως θα ανακαλύψει σταδιακά, είναι το σκηνικό για το γύρισμα μιας ταινίας με θέμα το Ολοκαύτωμα.

Η ξαφνική καρδιακή προσβολή του πρωταγωνιστή, που ερμηνεύει τον Χίτλερ, δίνει την ευκαιρία στον Σακίμπ, όταν ο σκηνοθέτης της ταινίας τον θεωρεί τον πιο κατάλληλο να τον αντικαταστήσει, να αλλάξει τη ζωή του: από την κουραστική δουλειά στο φτιάξιμο του σκηνικού, κουβαλώντας στο κρύο, τη βροχή και τη λάσπη, βαριές πέτρες, σίδερα και άλλα αντικείμενα και τη ξεκούραση και τον ύπνο σε ένα σκοτεινό, υγρό υπόγειο, μπορεί τώρα να κοιμάται και να απολαμβάνει ωραίο φαγητό στο ειδικό, ζεστό «σπίτι» του σκηνικού.

Ώσπου η άφιξη της κυνηγημένης από τον νταβατζή της, νεαρής κωφάλαλης πόρνης Λάνταν, με την οποία ο Σακίμπ είναι ερωτευμένος και συνεννοείται με τη νοηματική γλώσσα (γλώσσα που έμαθε από την κωφάλαλη μητέρα του) αλλάζει την πορεία της ζωής του. Όμως, παρόλο που την κρύβει στο χώρο κάτω από το πάτωμα του κινηματογραφικού σπιτιού, ο νταβατζής την ανακαλύπτει και αρχίζει να εκβιάζει τον Σακίμπ ζητώντας του ένα απίθανο χρηματικό ποσό για να την απελευθερώσει. Οι ανάγκες όμως των γυρισμάτων θα οδηγήσουν σε απρόσμενη τραγωδία και μια το ίδιο απρόσμενη αντίδραση από τον μέχρι τότε ήρεμο, υποχωρητικό Σακίμπ.

Ο τίτλος βέβαια της ταινίας δεν έχει να κάνει με κανένα παγκόσμιο πόλεμο. Ο «πόλεμος» που παρακολουθούμε είναι μέσα στην ίδια την κοινωνία: κοινωνία σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς όπου οι άνθρωποι εκμεταλλεύονται ο ένας τον άλλο, όπου ο καθένας ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του ( ακόμη και οι αληθινές προθέσεις της κωφάλαλης γυναίκας δεν γίνονται ποτέ ξεκάθαρες), όπου η δόξα (βλέπε τον Σακίμπ) κινδυνεύει να καταστρέψει την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη του ατόμου, ένας κόσμος πέρα για πέρα διεφθαρμένος, στον οποίο κι αυτός του κινηματογράφου παίζει το δικό του, εγωιστικό και απάνθρωπο ρόλο (και ο Σεϊγεντί σ’ αυτόν όχι απλώς δεν χαρίζεται αλλά γίνεται ιδιαίτερα καυστικός).

*** 1976

Χιλή/Αργεντινή/Κατάρ, 2022. Σκηνοθεσία: Μανουέλα Μαρτέλι. Σενάριο: Μανουέλα Μαρτέλι, Αλεχάντρα Μόφατ. Ηθοποιοί: Αλίν Κούπενχαϊμ, Νίκολας Σουπελβέδα, Αλεχάντρο Γκόικ. 95´

Μια πλούσια μοναχική γυναίκα βρίσκει ένα νέο κίνητρο στη ζωή της όταν ένας φίλος ιερέας της αναθέτει να βοηθήσει ένα τραυματισμένο νεαρό στη Χιλή του 1976, περίοδο της δικτατορίας του Πινοσέτ, στην πρώτη σκηνοθεσία της ηθοποιού Μανουέλα Μαρτέλι, που πρωτοείδαμε στις Κάννες, στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» (βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας στα φεστιβάλ του Λονδίνου και Ιερουσαλήμ).

Εμπνευσμένη από τη ζωή της γιαγιάς της (στην ταινία η Κάρμεν), η ταινία της Μαρτέλι συνδυάζει το προσωπικό με το συλλογικό με ένα αρκετά συναρπαστικό τρόπο, όπου η πολιτική και η «θέση» παραμερίζονται για να δώσουν τη θέση τους σ’ ένα ψυχολογικό πολιτικό θρίλερ, μετατρέποντας την Κάρμεν σε μια τελικά απλή γυναίκα που οι συγκεκριμένες καταστάσεις μετατρέπουν σε ηρωίδα. Λεπτή σκηνοθετική προσέγγιση, με την σκηνοθέτρια να ενδιαφέρεται τόσο στη δημιουργία της σωστής, απειλητικής ατμόσφαιρας, όσο και στη σκιαγράφηση του χαρακτήρα της ηρωιδας της (με μια πολύ καλή Αλίν Κούπενχαϊμ), που, από απλή, στραμμένη σε φιλανθρωπικά έργα, αρχίζει σταδιακά να μετατρέπεται σε πολιτικά συνειδητοποιημένη γυναίκα.