Της Ζωής Τόλη

«Μπολιβάρ», το εμβληματικό ποίημα του Εγγονόπουλου, το δεύτερο εθνικό πορτρέτο  από την Bijoux de Kant,  παρουσιάζεται στον Κάτω Χώρο του θεάτρου του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη.

Μία σύγχρονη, κοινωνική και δραματική δημιουργία, που ευελπιστεί να κάνει τη διαφορά στα φετινά θεατρικά δρώμενα.

«Ο Μπολιβάρ, ένα δικό μας παιδί, ένα Ελληνόπουλο από τις ζούγκλες του Αμαζονίου, γίνεται ο επόμενος εθνικός ήρωας, μετά το Λαπαθιώτη και και με τα μεγάλα του χέρια σαν κουπιά της ιστορίας, θα οδηγήσουν τη λέμβο στα στεγνά των αιώνων», σημειώνει ο σκηνοθέτης.

Ο Έλληνας υπερρεαλιστής ποιητής, με οδηγό τον Μπολιβάρ της Κολομβίας, επιθυμεί να υμνήσει την αρετή του ελεύθερου ανθρώπινου πνεύματος, με την ένταση και τη δύναμη που υμνεί κανείς το ερωτικό αντικείμενο.

Ο Σιμόν Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου είναι ένας «Ήρως-Έρως», που του επιτρέπει να κοιτάξει τον κόσμο έξω από τα όρια της εθνικής ταυτότητας και να ζητήσει τη δημιουργία μιας γενιάς καθόλα ελεύθερων ανθρώπων. Αναπτύσσεται

η ιδέα της συμπαντικότητας μέσα από ένα πλέγμα ιδανικών και αξιών, ικανών να προσδιορίσουν την ανθρώπινη αυθυπαρξία, με απότοκο την ελευθερία χωρίς σύνορα εθνικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά.

Η παράσταση βασίζεται σε μία σύνθεση των ποιημάτων «Ενοικιάζεται» και «Μπολιβάρ: ένα ελληνικό ποίημα», του Εγγονόπουλου και στο μονόλογο/ σπαραγμό της Γλυκερίας Μπασδέκα, «Ο Λευτέρης στο Αμήν».

Επιχειρείται μία απόπειρα σύμπλευσης και ένας ανοιχτός διάλογος για το Αιώνιο, Φριχτό και Απατηλό παραμύθι της Ελευθερίας, που και ο ίδιος ο ποιητής αποκαλύπτει στο έργο του. Ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα, που γράφτηκε την περίοδο της κατοχής 1942-1943 και αναφέρεται σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Πρωταγωνιστεί ο Σιμόν Μπολιβάρ, πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης σε πολλά κινήματα των λαών της Νότιας Αμερικής ενάντια στους Ισπανούς κατακτητές.

Με αφορμή την ιδέα ενός υπέρ εθνικού ήρωα, ο θεματικός πυρήνας του κειμένου πραγματεύεται κατά πόσο το ίδιο το πανάρχαιο αίτημα της Ελευθερίας κινείται στη σφαίρα του πραγματικού ή όχι. Αν είναι εφικτή και προσβάσιμη ή υπάρχει και λειτουργεί  μόνο στον κόσμο της φαντασίας.

Ο Σκουρλέτης τοποθετεί δύο πρόσωπα στη σκηνή σαν μαριονέτες, βγαλμένες από τον σουρεαλιστικό κόσμο του Εγγονόπουλου, που υποδύονται διάφορους χαρακτήρες, όπως πατέρα και γιο, ή τον απόμαχο στρατηγό και τον τρελό υπασπιστή του, ή ακόμα δύο παράξενα «αδέλφια» από άλλη μάνα και άλλο πατέρα.

Ή να μη συμβαίνει τίποτε από αυτά και απλώς να παρακολουθούμε την ιστορία ενός ιδιόμορφου νεαρού, που ταυτισμένος με τον υπέρ ήρωα της παιδικής του ηλικίας να αναμετριέται μαζί του, σε ένα αγώνα μέχρι τέλους, με σκοπό να απελευθερωθεί από την επίδρασή του. Παράλληλα μπορεί να υποθέσει κάποιος, όσα βλέπουμε να συμβαίνουν μόνο σε ένα σώμα με πολλές φωνές.

Ο Μπολιβάρ με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, απαγγέλλουν, μιλούν και θυμούνται στην ίδια γλώσσα. Αφηγούνται τις πολεμικές τους περιπέτειες, τους νικηφόρους αγώνες τους, τις αποτυχίες, τις διαψεύσεις, τους θανάτους συντρόφων. Η σφοδρή επιθυμία για ελευθερία, η ανάγκη για προάσπιση της εθνικής ταυτότητας και η χρεοκοπία των εθνικών στόχων συγκερασμένες σε μία ανθρώπινη υπόσταση, που ως μότο της διακηρύττει το «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία».

Η πολυεπίπεδη δράση εύστοχα σχεδιάστηκε από το σκηνοθέτη, έτσι ώστε η γεωμετρία του έργου να αγγίζει τα όρια της ποίησης. Χρησιμοποιήθηκε αριστοτεχνικά το υλικό, που μας βάζει σε ένα κλίμα ονείρου και εσωτερικής περιπλάνησης, τονίζοντας μια πραγματικότητα με ισχυρές νότες ηρωισμού και έρωτα για ζωή.

Οι ερμηνευτές Αντώνης Γκρίτσης και Γιάννης Κουκουράκης ενσαρκώνουν τους ρόλους τους με υποκριτική δεινότητα/ευχέρεια και σεβασμό στα κείμενα.

Μαζί τους η Χαρούλα Τσαλπαρά στο ακορντεόν, εναρμονίζεται στην εξελισσόμενη «πράξη», που αναδύεται μέσα από καταιγισμό εικόνων και παραστάσεων.

Τα λιτά, ωστόσο ουσιώδη σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη, ως μέρος της δραματουργίας, προωθούν το μύθο προσδίδοντας και την ατμόσφαιρα που ταιριάζει στο ύφος του θεατρικού δρώμενου και μια συμπαγή νότα υπερρεαλιστικής διάστασης. Τα υπέροχα και ενδεικτικά κοστούμια του Κ. Σκουρλέτη, κερδίζουν τις εντυπώσεις.

Συμπερασματικά μία απόπειρα με αισθητική, που έχει να δώσει πολλά στο μυημένο θεατρόφιλο κοινό.