Της Ζωής Τόλη

Η «Μήδεια – στο κόκκινο», που παρουσιάζεται στο θέατρο “Φούρνος”, είναι μία δημιουργία της Σοφίας Διονυσοπούλου, σε κείμενο, σκηνοθεσία και εικαστική επιμέλεια της ίδιας.

Το θεατρικό σύγγραμμα, γραμμένο σε στίχο στηρίχτηκε πάνω σε προγενέστερο μύθο, σε σχέση με την ομώνυμη τραγωδία, του Ευριπίδη.

«Έρωτας είναι η Μήδεια, πάθος σφοδρό και Λόγος

Λόγος που δημιούργησε τον πόθο των θεών

Λέξη που μένει ανείπωτη, γέννα φριχτή και τρόμος

Αρχή των πάντων χρυσαφιά και τέλος πορφυρό».

 

Η ηρωίδα θυσιάζει τα παιδιά της στην Θεά Ήρα για να τα προστατέψει από το μένος του κόσμου, χαρίζοντάς τους έτσι την αθανασία.

Γραμμένο ως διάλογος, με μια Μήδεια μάγισσα να μαντεύει το μέλλον και μια άλλη που βιώνει το ζοφερό παρόν, το έργο στο θέατρο παρουσιάζεται ως μονόλογος.

Έτσι βλέπουμε ένα χαρακτήρα να συγκρούεται ανάμεσα στις δύο υπαρξιακές του πλευρές, στις δύο προσωπικότητες, προκαλώντας μία έντονα δραματουργική διάσταση.

Είναι ένα έργο με έντονες πολιτικές αναφορές, που μιλάει για τη σύγκρουση των πολιτισμών, των δύο φύλων, της εξουσίας και της υποταγής, της αλήθειας και του ψεύδους, της φύσης και του κόσμου των αστών.

Μία πρόταση μανιφέστο πάνω στην ιδέα/άποψη της αυτοδιαχείρισης, μέσα σε μια συνθήκη ζωής καταδιωγμένης και προδομένης. Συναισθήματα αγάπης, συμπάθειας, πάθους, μίσους, συγχώρεσης και εκδίκησης συνυφαίνονται δημιουργώντας εκρηκτικό κλίμα.

Η προδοσία γίνεται εφαλτήρας για νέους προσανατολισμούς και μελλοντικές προοπτικές, όταν η «Απειλή», είναι προκλητικά παρούσα. Μία έκπτωτη βασίλισσα, συναντά το σκληρό πρόσωπο του ρατσισμού και της βίας, σε ένα ξένο τόπο, που η ίδια επέλεξε να ζήσει από αγάπη προς τον Ιάσονα. Ζει την απόλυτη κατακραυγή και τον εξευτελισμό, από ένα λαό που την είχε υποδεχθεί με χαρά και τιμές, όταν ήλθε από την Κολχίδα. Βιώνοντας αυτόν τον όλεθρο και το αδιέξοδο, οφείλει να αποφασίσει.

Μία ποιητική σύλληψη, με ηχοχρώματα της Ανατολής , ένα «μουσικό» ταξίδι στα ενδότερα της συνείδησης/ψυχής με σουρεάλ πινελιές.

Η σκηνοθεσία πλουραλιστική, κτίζει το χαρακτήρα , που υποδύεται ευλαβικά η Δέσποινα Σαραφείδου, εκπέμποντας φως μέσα σε ένα σύμπαν εξόχως τραγικό. Η καταπληκτική ερμηνεία της συνδυάζει το μυστηριακό με το γήινο και οι κινήσεις «μπούτο»,( χορός που αναπτύχθηκε μετά το βομβαρδισμό της Χιροσίμα), παραπέμπουν σε ένα κόσμο ονειρικό και υπερβατικό.

Ενσαρκώνει την ηρωίδα με τέτοια υποκριτική αυτοτέλεια, που ανεπαίσθητα μας μυεί στα αιώνια «μυστικά» της Ασίας. Αξιοσημείωτα και τα στοιχεία των πολεμικών τεχνών, που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς επίσης και οι ιεροτελεστικές κινήσεις της Καππαδοκίας. Ο αέρας της Ανατολής συμπληρώνεται από σημερινές λέξεις, που έρχονται απευθείας από την Κολχίδα.

Η αβανταδόρικη ματιά της Σοφίας Διονυσοπούλου, κάνει το θεατή συμμέτοχο στα διαδραματιζόμενα, γευόμενος ένα βαθύ, πολυσήμαντο λυρισμό, που υπόσχεται μια αδιαμφισβήτητη θεατρική προίκα. Ένα πέπλο εικαστικής αντίληψης των πραγμάτων «οδηγεί» το κοινό σε μονοπάτια εσωτερικών διαδρομών και σκέψεων. Το υπαρξιακό ζήτημα μονοπωλεί ίσως τον προβληματισμό του κοινού, θεωρώντας τον το θεμέλιο λίθο του θεατρικού πονήματος.

Τα σκηνικό (μία παιδική κούνια), το υπέροχο κοστούμι, (ένα κρινολίνο) και η ιδιαίτερης ομορφιάς τιάρα του Alexander Collections, προσαρμοσμένα στο ύφος και το concept του έργου, απογειώνουν την αλήθεια του κειμένου.

Η μουσική επιμέλεια της Μαρίνας Μέντζου, ντύνει ατμοσφαιρικά και με ακρίβεια το μονόλογο και οι υπαινικτικοί φωτισμοί του Παναγιώτη Μανούση, συμπληρώνουν το «τοπίο».

Μία παράσταση με καλλιτεχνικό βάρος και αισθητική, που αξίζει την προσοχή μας.