Της Ζωής Τόλη

Είδαμε «Το Παγκάκι», του Αλεξάντερ Γκέλμαν, στο θέατρο «Τόπος Αλλού», σε μετάφραση του Νίκου Καμτσή και σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη. Ένα έργο που γράφτηκε το 1983, πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν το σύστημα διακρινόταν από αυθαιρεσία και διαφθορά. Περιγράφεται η αναπηρία της κοινωνίας να αποδεσμευτεί από το ατελέσφορο παρελθόν και η ανεπάρκεια των μελών της να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους, θεμελιώνοντας ένα καινούριο φωτεινό κόσμο.

Μεταφράστηκε και παρουσιάστηκε σε πολλές χώρες. Ο συγγραφέας του, Αλεξάντερ Γκέλμαν, ανατόμος της ανθρώπινης ψυχολογίας, θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους Ρώσους δημιουργούς. Γιώργος Κιμούλης και Φωτεινή Μπαξεβάνη, ένα αρμονικό υποκριτικό ντουέτο που σαρώνει το θεατρικό σανίδι.

Ιστορία καθόλα επίκαιρη, μελετά τη συμπεριφορά των ανθρώπων που βιώνουν απελπισμένα τη σκληρότητα της μοναξιάς τους. Απελπισία που τους παγιδεύει σε θολό και αδιάφανο κόσμο, με πολλά μυστικά, απανωτά ψέματα, παράπονα και σαρκοφαγικές τάσεις, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής.

Έχει ενδιαφέρον το πως η επικοινωνία χάνει το νόημά της, ενώ και οι δύο πρωταγωνιστές, πιστεύουν στον έρωτα και έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη να αγαπηθούν. Ο θεατής παρακολουθεί δύο διαφορετικές αντιλήψεις, για το ποιος είναι ο άλλος, τι κρατάμε, τι απορρίπτουμε και ποια είναι η αιτία που κρύβουμε τον πραγματικό μας εαυτό ή αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε.

Η σκηνοθετική οπτική τονίζει πεντακάθαρα αυτή την πλευρά της ψυχοσύνθεσης και με αντικειμενικότητα προσφέρει τη λεπτομερή περιγραφή του χαρακτήρα των ηρώων. Απλοί, αλλά ουσιαστικοί διάλογοι, προωθούν το μύθο και αναδεικνύουν με μελανά χρώματα τη συναισθηματική στέρηση και τα δεινά του προσωπικού αδιέξοδου. Ένα αδιέξοδο που απαγορεύει ρητά την ελεύθερη αυτοδιάθεση, την ανάπτυξη της ατομικής βιοθεωρίας και την απρόσκοπτη διακίνηση των ιδεών.

Όλα αυτά συμβαίνουν στο λιτό σκηνικό του Γιώργου Κιμούλη, -τρία παγκάκια μέσα σε ένα πάρκο -, που αντανακλά με περίσσεια γλωσσική ευφορία, την ερημιά, την απομόνωση, τη δυσλειτουργία της εγγύτητας, τις εμμονές και τους θυμούς εκατέρωθεν.

«Το Παγκάκι», αποτελεί σύμβολο αποστασιοποίησης από τον εαυτό, από το βαθύ «μέσα» μας. Η αφόρητη αίσθηση της αποξένωσης που νιώθουν οι ήρωες, είναι ανελέητα αληθινή και δυσκολεύονται πολύ να τη διαχειριστούν.  Συνακόλουθα απορρέει και η διαχρονικότητα του συγγράμματος, αφού αυτή η ιστορία μπορεί να συμβεί οπουδήποτε και οποτεδήποτε, έξω από συμβατικό χωρόχρονο.

Ένα έργο κωμικοτραγικό με «εύστροφη» μετάφραση του Νίκου Καμτσή και σκηνοθετική ευπλαστότητα που αβανταδόρικα υπηρετεί την υπαρξιακή αγωνία των προσώπων. Η φόρμα που ακολουθείται τη λες κλασική, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο εύρημα, αλλά ο ρεαλισμός υλοποιείται επαρκώς.

Για τις ερμηνείες τι να πει κανείς; Δύο καταπληκτικοί ηθοποιοί, έμπειροι, ιδιαίτερα ταλαντούχοι, εύστοχα εστιάζουν στα στεγανά της ζωής τους. Κεντραρισμένοι στον πυρηνικό ιστό, επιβεβαιώνουν τον κανόνα της πολυσχιδούς υποκριτικής κλιμάκωσης τόσο στο λόγο όσο και στα συναισθήματα. Σαρκασμός, ασφυξία, οχληρό χιούμορ, αλαζονεία και έπαρση εκφράζονται με αμεσότητα και σκηνική ευρωστία.

Παρατηρήθηκαν κάποιες υπερβολές σε κάποια σημεία, όχι όμως ικανές να αλλοιώσουν τη γενική εικόνα. Τα απλά / σωστά κοστούμια επιμελήθηκε η Σοφία Νικολαΐδη, τους λειτουργικούς φωτισμούς η Στέλλα Κάλτσου και τη μουσική ο Γιώργος Κιμούλης.
«Το Παγκάκι», έργο ανθρώπινο που φλερτάρει με το παράλογο ή με το υπερπραγματικό, καθώς η επαφή των χαρακτήρων κάθε άλλο παρά συμμετρική ή γήινη είναι. Η προσέγγιση των δύο γνωστών αγνώστων, φαντάζει απόμακρη και ανέφικτη. Αξιοπρόσεκτοι οι χειρισμοί που γίνονται, ώστε ο ένας να επιβληθεί στον άλλον. Ηθικοί εκβιασμοί, προσβολές, απορρίψεις και παλινωδίες, δείχνουν τη φωνή απελπισίας αυτών των μοναχικών υπάρξεων.

Ο βασικός προβληματισμός γύρω από το κεφάλαιο που ονομάζεται συμβίωση, μένει αναπάντητος. Αναλύθηκε βέβαια το θέμα ικανοποιητικά από τις πλευρές των δύο φύλων. Εξάλλου να δοθεί λύση ίσως δεν είναι και το ζητούμενο, αλλά να φωτιστεί η συνείδηση της ακαμψίας που οδηγεί σε ακραίες συμπεριφορές και λανθασμένες αξιολογήσεις.

Η ψευδής αντίληψη της πραγματικότητας και η ανειλικρινής πρόθεση επιβίωσης, αλλοτριώνουν και μετατρέπουν τα πρόσωπα σε θύματα της ίδιας τους της παραπλάνησης. Και αυτό είναι τραγικό.

Το έλλειμμα ενσυναίσθησης είναι το κυριότερο εμπόδιο της συνύπαρξης και αυτό απεικονίζεται ολοφάνερα στη σκηνική δράση. «Το Παγκάκι» είναι μια πληθωρική παράσταση, με μοναδική αισθητική που διεγείρει τη φαντασία και πλουτίζει το νου.