H κλιματική αλλαγή ανησυχεί ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους. Οι αλλαγές που συμβαίνουν στο κλίμα του πλανήτη μας επαναπροσδιορίζουν τον κόσμο και μεγιστοποιούν τους κινδύνους αστάθειας σε όλες της τις μορφές.

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες καταγράφηκαν οι 18 θερμότερες χρονιές. Η τάση είναι σαφής. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρξει άμεση και αποφασιστική δράση για το κλίμα .

Τι θα μπορούσε να συμβεί, αν;

Μια ανεξέλεγκτη κλιματική αλλαγή μπορεί να μετατρέψει τη γη σε «θερμαινόμενο θερμοκήπιο».

Η διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (IPCC) εξέδωσε τον Οκτώβριο του 2018 ειδική έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και τις σχετικές μεθόδους που υπάρχουν για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Τα επιστημονικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι η ανθρωπογενής υπερθέρμανση του πλανήτη έχει ήδη φτάσει 1 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και αυξάνεται κατά περίπου 0,2 °C ανά δεκαετία. Αν δεν επισπευστεί η ανάληψη δράσης για το κλίμα σε διεθνές επίπεδο, η παγκόσμια μέση αύξηση της θερμοκρασίας θα μπορούσε να φτάσει τους 2°C σύντομα μετά το 2060 και να εξακολουθήσει να αυξάνεται στη συνέχεια.

Μια τέτοιου είδους ανεξέλεγκτη κλιματική αλλαγή μπορεί να μετατρέψει τη γη σε «θερμαινόμενο θερμοκήπιο» και να έχει όλο και συχνότερες μη αναστρέψιμες, μεγάλης κλίμακας, επιπτώσεις. Η έκθεση της IPCC επιβεβαιώνει ότι στο 4 % περίπου του συνολικού εδάφους προβλέπεται να υπάρξει μετασχηματισμός των οικοσυστημάτων από έναν τύπο σε άλλον, αν η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι στον 1 °C, ενώ το ποσοστό αυτό φτάνει το 13 % αν η αλλαγή της θερμοκρασίας φτάσει τους 2 °C. Για παράδειγμα, το 99 % των κοραλλιογενών υφάλων αναμένεται να εξαφανιστεί παγκοσμίως, αν η αύξηση της θερμοκρασίας φτάσει τους 2 °C.

Στο στρώμα πάγου της Γροιλανδίας μπορεί να προκληθεί μη αναστρέψιμη απώλεια, αν η υπερθέρμανση του πλανήτη φτάσει μεταξύ 1,5 °C και 2 °C. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά 7 μέτρα με άμεσες συνέπειες για τις παράκτιες περιοχές σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που βρίσκονται σε χαμηλότερο υψόμετρο από τη θάλασσα και των νησιών στην Ευρώπη. Στον Αρκτικό Ωκεανό παρατηρείται ήδη σήμερα ταχεία απώλεια πάγου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, με αρνητικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα των σκανδιναβικών χωρών και στις συνθήκες διαβίωσης του τοπικού πληθυσμού.

Γύρω στα δύο τρίτα του πληθυσμού της Ευρώπης μπορεί να πληγούν από τις καταστροφές έως το 2100.

Κάτι τέτοιο θα είχε, επίσης, σοβαρές συνέπειες στην οικονομία της Ευρώπης όσον αφορά την παραγωγικότητα, στις υποδομές, στην ικανότητα παραγωγής τροφίμων, στη δημόσια υγεία, στη βιοποικιλότητα και στην πολιτική σταθερότητα. Πέρσι οι καταστροφές που οφείλονταν σε καιρικά φαινόμενα προκάλεσαν οικονομική ζημιά που έφτασε το ύψος ρεκόρ των 283 δισ. ευρώ· τέτοιου είδους καταστροφές θα μπορούσαν να πλήξουν τα δύο τρίτα περίπου του πληθυσμού της Ευρώπης έως το 2100, σε σύγκριση με το 5 % που είναι σήμερα.

Για παράδειγμα, το ετήσιο κόστος των καταστροφών λόγω υπερχείλισης ποταμών στην Ευρώπη θα μπορούσε να φτάσει τα 112 δισ. ευρώ σε σύγκριση με τα 5 δισ. ευρώ που είναι σήμερα. Το 16 % της σημερινής μεσογειακής ζώνης είναι πιθανό να γίνει άγονη γη έως το τέλος του αιώνα και σε πολλές χώρες της Νότιας Ευρώπης η παραγωγικότητα της εργασίας στην ύπαιθρο να μειωθεί κατά 10-15 % σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα.

Εκτιμάται, επίσης, ότι οι μειώσεις στην προβλεπόμενη διαθεσιμότητα τροφίμων θα είναι πολύ μεγαλύτερες, αν η θερμοκρασία του πλανήτη αυξηθεί κατά 2º C σε σύγκριση με αύξηση 1,5 °C, ακόμη και σε περιφέρειες στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια της ΕΕ, όπως είναι η Βόρεια Αφρική και η υπόλοιπη Μεσόγειος. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να υπονομεύσει την ασφάλεια και την ευημερία με την ευρύτερη έννοια και να καταστρέψει τα συστήματα της οικονομίας, του επισιτισμού, της ύδρευσης και της ενέργειας, προκαλώντας παράλληλα περαιτέρω συγκρούσεις και μεταναστευτικές πιέσεις. Γενικά, αν δεν αναλάβουμε δράση για το κλίμα, δεν θα μπορούμε να διασφαλίσουμε την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης και να ανταποκριθούμε στους στόχους για την αειφόρο ανάπτυξη του ΟΗΕ που έχουν συμφωνηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το ενθαρρυντικό μήνυμα

Από την έκθεση της IPCC προκύπτει το ακόλουθο ενθαρρυντικό μήνυμα: η συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 °C είναι εφικτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα ενεργήσουμε τώρα αξιοποιώντας με συνέπεια όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την προετοιμασία τηςς στρατηγικής της ΕΕ για τη μακροπρόθεσμη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που δημοσιεύουμε, έλαβε δεόντως υπόψη της την τεκμηριωμένη επιστημονική βάση της έκθεσης της IPCC προς τους υπεύθυνους λήψης των αποφάσεων σε ολόκληρο τον κόσμο όσον αφορά την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας, την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης και την εξάλειψη της φτώχειας.

Η στρατηγική εξετάζει τις δυνατότητες επιλογής που έχουν επί του παρόντος στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη, οι επιχειρήσεις και οι πολίτες, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο οι επιλογές αυτές μπορούν να συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό της οικονομίας μας, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των Ευρωπαίων, στην προστασία του περιβάλλοντος και στην παροχή θέσεων εργασίας και ανάπτυξης.

Συμπέρασμα και επόμενα βήματα

Στα συμπεράσματα της στρατηγικής αναφέρεται: ΕΕ έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία εκσυγχρονισμού και μετασχηματισμού με στόχο μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία και θα συνεχίσει να πρωτοστατεί στις παγκόσμιες προσπάθειες για τον σκοπό αυτόν. Για να ανταποκριθεί στην πρόσφατη έκθεση της IPCC και να συμβάλει στη σταθεροποίηση του κλίματος στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, η ΕΕ θα πρέπει έως το 2050 να είναι μεταξύ των πρώτων που θα επιτύχουν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να είναι πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο. Για να το επιτύχει αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της.

Η κλιματική αλλαγή αποτελεί παγκόσμια απειλή και η Ευρώπη μόνη της δεν μπορεί να την σταματήσει. Επομένως, η συνεργασία με χώρες-εταίρους είναι ουσιαστικής σημασίας για την προώθηση των μεθόδων που αφορούν τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και οι οποίες συνάδουν με τη συμφωνία του Παρισιού.

Η ΕΕ έχει ζωτικό συμφέρον να εργαστεί προς την κατεύθυνση μιας οικονομίας μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως τα μέσα του αιώνα και να αποδείξει ότι η οικονομία αυτή συμβαδίζει με την ευημερία, κάνοντας κι άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Η αλλαγή είναι εφικτή, αν βασιστεί στην ενδυνάμωση όλων των πολιτών και των καταναλωτών και στη σωστή ενημέρωση του κοινού.

Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα με στρατηγικό τρόπο, αντί να παραδοθεί και να προσαρμοστεί στην αναπόφευκτη επερχόμενη αλλαγή. Η εξασφάλιση μια κοινωνικά δίκαιης μετάβασης είναι πολύ σημαντική για υλοποίηση μιας πολιτικά εφικτής μετάβασης. Το γεγονός αυτό αποτελεί πρόκληση, αλλά η πρόκληση από τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που θα προκύψουν αν δεν ενεργήσουμε θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Ο σκοπός του στρατηγικού αυτού οράματος δεν είναι να θέσει ποσοτικούς στόχους, αλλά να δημιουργήσει ένα όραμα και να δώσει μια κατεύθυνση, να σχεδιάσει και να εμπνεύσει, αλλά και να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη, στους ερευνητές, στους επιχειρηματίες και στους πολίτες εξίσου να αναπτύξουν νέες και καινοτόμους βιομηχανίες, επιχειρήσεις και ανάλογες θέσεις εργασίας.

Αν ξεκινήσει έγκαιρα ο σχεδιασμός για ένα τέτοιο όραμα μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η Ευρώπη θα επιτρέψει στα κράτη μέλη, στις επιχειρήσεις και στους πολίτες να διαλέξουν και να προσαρμόσουν την τελική τους επιλογή στις εθνικές περιστάσεις, στα αποθέματα φυσικών πόρων, στην καινοτομία των βιομηχανιών και στις προτιμήσεις των καταναλωτών.

Όπως αναφέρει η Επιτροπή, υπάρχουν πολλές μέθοδοι για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σύμφωνα με το όραμά μας: όλες εμπεριέχουν προκλήσεις, αλλά θα μπορούσαν να είναι εφικτές από τεχνολογική, οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη. Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί βαθύ κοινωνικό και οικονομικό μετασχηματισμό στη χρονική διάρκεια μιας γενιάς, ο οποίος θα αγγίξει όλους τους τομείς της οικονομίας. Εφαρμόζοντας τις αρχές μιας ανταγωνιστικής, χωρίς αποκλεισμούς, κοινωνικά δίκαιης και πολύπλευρης ευρωπαϊκής προσέγγισης, η μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη θα πρέπει να καθοδηγείται από κυρίαρχες προτεραιότητες οι οποίες είναι πλήρως συμβατές με τους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης:

· Επιτάχυνση της μετάβασης σε καθαρές μορφές ενέργειας, ένταση των προσπαθειών για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, εφοδιασμός υψηλής ενεργειακής απόδοσης και βελτιωμένης ασφάλειας, με ιδιαίτερη έμφαση στη μείωση των απειλών κατά της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, εξασφαλίζοντας παράλληλα ανταγωνιστικές τιμές ενέργειας· όλα αυτά τα στοιχεία μαζί είναι η κινητήρια δύναμη για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας μας·

· Αναγνώριση και ενίσχυση του κεντρικού ρόλου των πολιτών και των καταναλωτών κατά την ενεργειακή μετάβαση, ενίσχυση και υποστήριξη των επιλογών των καταναλωτών που συμβάλλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και αντλεί πολύπλευρα και άντληση παράπλευρων κοινωνικών οφελών που βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής τους·

· Ανάπτυξη συνδεδεμένων και αυτοματοποιημένων οδικών μεταφορών, απαλλαγμένων από ανθρακούχες εκπομπές· προώθηση της πολυτροπικότητας και στροφή προς τρόπους μεταφοράς χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, όπως οι σιδηροδρομικές και οι πλωτές μεταφορές· αναδιάρθρωση των χρεώσεων και των τελών για τις μεταφορές, ώστε να αντικατοπτρίζουν το κόστος των υποδομών και το εξωτερικό κόστος· αντιμετώπιση των εκπομπών από τις αεροπορικές και τις θαλάσσιες μεταφορές με τη χρήση προηγμένων τεχνολογιών και καυσίμων· επένδυση σε σύγχρονες υποδομές κινητικότητας και αναγνώριση του ρόλου του καλύτερου αστικού σχεδιασμού·

· Προώθηση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ μέσω της έρευνας και της καινοτομίας με στόχο την ψηφιοποιημένη και κυκλική οικονομία που περιορίζει τις εξαρτήσεις από νέα υλικά· έναρξη δοκιμών κλίμακας για πρωτοποριακές τεχνολογίες· παρακολούθηση των συνεπειών για τους εμπορικούς όρους της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και τους προμηθευτές λύσεων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, εξασφάλιση ελκυστικών αγορών που προσελκύουν βιομηχανίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα και, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις, ελάφρυνση των ανταγωνιστικών πιέσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαρροή άνθρακα και ανεπιθύμητη μετεγκατάσταση βιομηχανικών δραστηριοτήτων·

· Προώθηση μιας βιώσιμης βιοοικονομίας, διαφοροποίηση της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της υδατοκαλλιέργειας και της δασοπονίας, με περαιτέρω αύξηση της παραγωγικότητας και παράλληλη προσαρμογή στην ίδια την κλιματική αλλαγή, διατήρηση και αποκατάσταση οικοσυστημάτων και εξασφάλιση βιώσιμης χρήσης και διαχείρισης των φυσικών χερσαίων, υδατικών και θαλάσσιων πόρων·

· Ενίσχυση των υποδομών, ώστε να είναι ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή· προσαρμογή μέσω έξυπνων ψηφιακών και κυβερνοασφαλών λύσεων για τις μελλοντικές ανάγκες των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, θέρμανσης και άλλων που επιτρέπουν την τομεακή ολοκλήρωση ξεκινώντας από το τοπικό επίπεδο και με τους κύριους βιομηχανικούς/ενεργειακούς συνεργατικούς σχηματισμούς·

· Επιτάχυνση της βραχυπρόθεσμης έρευνας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας σ’ ένα ευρύ φάσμα λύσεων μηδενικών ανθρακούχων εκπομπών, με ενίσχυση της ηγετικής θέσης της ΕΕ σε παγκόσμιο επίπεδο·

· Κινητοποίηση και προσανατολισμός βιώσιμης χρηματοδότησης και επενδύσεων και προσέλκυση υποστήριξης από «υπομονετικά» κεφάλαια (δηλ. μακροπρόθεσμα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου)· επένδυση σε πράσινες υποδομές και ελαχιστοποίηση των μη αξιοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού, καθώς και πλήρης εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της ενιαίας αγοράς·

· Επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο κατά την επόμενη δεκαετία και πέρα από αυτήν, εφοδιασμός της σημερινής και των επόμενων γενεών με την καλύτερη εκπαίδευση και κατάρτιση για να αποκτήσουν τις αναγκαίες δεξιότητες (μεταξύ άλλων και για τις πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες) με συστήματα κατάρτισης τα οποία προσαρμόζονται γρήγορα στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της εργασίας·

· Ευθυγράμμιση των σημαντικών πολιτικών για την τόνωση και τη στήριξη της οικονομικής μεγέθυνσης, όπως η πολιτική για τον ανταγωνισμό, την αγορά εργασίας, τις δεξιότητες, την πολιτική για τη συνοχή, τη φορολογία και άλλες διαρθρωτικές πολιτικές, με τη δράση για το κλίμα και την ενεργειακή πολιτική·

· Εξασφάλιση ότι η μετάβαση γίνεται με κοινωνικά δίκαιο τρόπο· συντονισμός των πολιτικών σε επίπεδο ΕΕ με τις πολιτικές των κρατών μελών, των περιφερειακών και τοπικών κυβερνήσεων επιτρέποντας την ορθή διαχείριση και τη δίκαιη μετάβαση που δεν αφήνει καμιά περιφέρεια, καμιά κοινότητα, κανέναν εργαζόμενο και πολίτη πίσω·

· Συνέχιση των προσπαθειών της ΕΕ σε διεθνές επίπεδο για να ακολουθήσουν κι άλλες μεγάλες και αναδυόμενες οικονομίες, ώστε να συνεχιστεί η θετική δυναμική για την επίτευξη των στόχων· ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών για την ανάπτυξη μακροπρόθεσμων στρατηγικών και την εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών, έτσι ώστε να επιτευχθούν συλλογικά οι στόχοι της συμφωνίας του Παρισιού· πρόβλεψη και προετοιμασία για τις γεωπολιτικές αλλαγές, μεταξύ άλλων και των μεταναστευτικών πιέσεων, και ενίσχυση των διμερών και πολύπλευρων συμπράξεων, π.χ. με την παροχή υποστήριξης σε τρίτες χώρες για τον καθορισμό μιας ανάπτυξης ανθεκτικής στις χαμηλές ανθρακούχες εκπομπές μέσω ενσωμάτωσης της διάστασης της κλιματικής αλλαγής και επενδύσεων.

Τα κράτη μέλη θα υποβάλουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έως το τέλος του 2018, τα εθνικά σχέδιά τους για το κλίμα και την ενέργεια, που έχουν μεγάλη σημασία για να επιτευχθούν οι ποσοτικοί στόχοι για το κλίμα και την ενέργεια ως το 2030 και τα οποία θα πρέπει να είναι μακρόπνοα και να λαμβάνουν υπόψη τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της ΕΕ. Επιπροσθέτως, όλο και περισσότερες περιφέρειες, κοινότητες και ενώσεις επιχειρήσεων σχεδιάζουν το δικό τους όραμα για το 2050, που θα εμπλουτίσει τη συζήτηση και θα συμβάλει ώστε η Ευρώπη να δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση στην παγκόσμια πρόκληση της κλιματικής αλλαγής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή των Περιφερειών, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να μελετήσουν το όραμα της ΕΕ για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη έως το 2050. Για να είναι προετοιμασμένοι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ να διαμορφώσουν το μέλλον της Ευρώπης στην ειδική σύνοδο κορυφής που θα πραγματοποιηθεί στις 9 Μαΐου 2019 στο Sibiu, σε όλες τις συνθέσεις του Συμβουλίου θα πρέπει να γίνει εκτενής συζήτηση πολιτικής σχετικά με το ποια μπορεί να είναι η συμβολή των αντίστοιχων τομέων πολιτικής τους στο συνολικό όραμα.

Παράλληλα, το πρώτο εξάμηνο του 2019, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δρομολογήσει τη συζήτηση για τον αναγκαίο βαθύ οικονομικό μετασχηματισμό και τις βαθιές κοινωνικές αλλαγές με ανοικτό τρόπο, χωρίς αποκλεισμούς, σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Τα εθνικά κοινοβούλια, οι επιχειρήσεις, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι δήμοι και οι κοινότητες, καθώς και οι πολίτες, και ιδίως οι νέοι, θα πρέπει να συμμετέχουν στους διαλόγους με τους πολίτες όπου θα συζητηθεί η συμβολή της ΕΕ στην αποτελεσματική επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων του Παρισιού σχετικά με τη θερμοκρασία και στον προσδιορισμό των βασικών συστατικών στοιχείων για να επιτύχει ο μετασχηματισμός αυτός.

Αυτή η συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ, όπου τα μέρη θα είναι καλά ενημερωμένα, θα επιτρέψει στην ΕΕ να χαράξει και να υποβάλει μια φιλόδοξη στρατηγική στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (UNFCCC) έως τις αρχές του 2020, όπως έχει ζητηθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού.

Σε διεθνές επίπεδο, τον προσεχή χρόνο η ΕΕ θα πρέπει να συνεργαστεί στενά με τους διεθνείς εταίρους της, έτσι ώστε όλα τα μέρη της συμφωνίας του Παρισιού να χαράξουν και να υποβάλουν, έως το 2020, μια μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική με ορίζοντα τα μέσα του αιώνα, βάσει και της πρόσφατης ειδικής έκθεσης της IPCC σχετικά με τις επιπτώσεις της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 °C.

Πηγή: Blog:marina anastas,kourbela