ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Από τη ζωή, τις ενοχές και το θάνατο στην οσκαρική ταινία του Χαμαγκούτσι στον αγώνα μιας γυναίκας για ανεξαρτησία στην ταινία του Σατιαζίτ Ράι

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

**** ½ – Drive My Car

Doraibu mai ka/Drive My Car, Ιαπωνία, 2021. Σκηνοθεσία: Ριουσούκε Χαμαγκούτσι. Σενάριο: Ριουσούκε Χαμαγκούτσι, Τακαμάσα Όε, από διήγημα του Χαρούκι Μουρακάμι. Ηθοποιοί: Χιντετόσι Νισιτζίμα, Τόκο Μιούρα, Μασάκι Οκάντα, Παρκ Γιου-ριμ. 179´

Με το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας και δυο βραβεία από τις Κάνες (σεναρίου και της Διεθνούς Κριτικής – FIPRESCI) μας έρχεται η ταινία Drive My Car («Να οδηγείς το αυτοκίνητο μου») του Ιάπωνα σκηνοθέτη Ριουσούκε Χαμαγκούτσι («Ιστορίες της τύχης και της φαντασίας», «Ασάκο Ι & ΙΙ).

Η ταινία ξεκινά με ένα ζευγάρι, τον Καφούκου, ηθοποιό και σκηνοθέτη του θεάτρου και τη σεναριογράφο γυναίκα του, Ότο, η οποία αντλεί τις εμπνεύσεις της μέσα από τις ερωτικές στιγμές και τον οργασμό της. Η συναρπαστική ζωή τους, μέσα και έξω από τη δουλειά τους διακόπτεται όταν ο Καφούκου, ένα βράδυ, μετά που ανακαλύπτει πως η γυναίκα του τον απατούσε με ένα νεαρό ηθοποιό, τη βρίσκει νεκρή στο διαμέρισμα τους.

Στο δεύτερο μέρος της ταινίας, δυο χρόνια μετά το θάνατο της Ότο, παρακολουθούμε τον Καφούκου σε ένα ταξίδι του στη Χιροσίμα, με οδηγό του αυτοκινήτου μια νεαρή, επαγγελματία οδηγό, τη Μισάκι, να ακούει από μαγνητόφωνο την Ότο να διαβάζει σκηνές από τον «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ, έργο που ο Καφούκου ετοιμάζει να ανεβάσει, με τον εραστή της γυναίκας του στο ρόλο του Βάνια. Το θέατρο, στο πρώτο μέρος της ταινίας με το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ και στο δεύτερο, με το τσεχοφικό «Θείο Βάνια», παίζει ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας και στην προβολή των προβλημάτων και των αναζητήσεων των βασικών προσώπων, ιδιαίτερα του Καφούκου.

Η ζωή και ο θάνατος, το πένθος και οι ενοχές, καθώς και η προσφορά μιας γενιάς και το άνοιγμα του δρόμου για μια νεότερη, περνούν αρμονικά ανάμεσα από τα αποσπάσματα του έργου του Τσέχοφ στην πραγματική ζωή και τα ερωτήματα των πρωταγωνιστών, με τον Χαμαγκούτσι να συνδυάζει τέλεια τον αισθησιασμό με το θάνατο και το πένθος.

Ο Χαμαγκούτσι στήνει εξαίρετες σκηνές τόσο στις καίριες συζητήσεις ανάμεσα στα πρόσωπα, πρόσωπα αρχικά φωτεινά που σταδιακά αποκαλύπτονται να έχουν μια σκοτεινή πλευρά, και στα αποσπάσματα από τις θεατρικές πρόβες (πολύ πρωτότυπη και ωραία η ιδέα να χρησιμοποιήσει μια κωφάλαλη στο ρόλο της Σόνιας), όσο και στο ταξίδι του Καφούκου και της Μισάκι στη χιονισμένη περιοχή του εξαφανισμένου από ολισθήσεις χωριό της Μισάκι, για να επισκεφτούν το καμένο από φωτιά οικογενειακό της σπίτι. Συνολικά, μια τρυφερή, δοσμένη με λεπτότητα και ξεχωριστή ομορφιά, ταινία.

*** Ο χαμένος βασιλιάς

The Lost King. Ηνωμένο Βασίλειο, 2022. Σκηνοθεσία: Στίβεν Φρίαρς. Σενάριο: Στιβ Κούγκαν, Τζέφ Πόουπ. Ηθοποιοί: Σάλι Χόκινς, Σιόνα Πράις, Λούις ΜακΛέοντ, Στιβ Κούγκαν. 108´

Στην προσπάθειά της να ανακαλύψει τα χαμένα εδώ και 500 χρόνια λείψανα του βασιλιά Ριχάρδου Γ´ μια ερασιτέχνης ιστορικός έρχεται σε σύγκρουση με το ιστορικό κατεστημένο στη δραματική αυτή κομεντί του Στίβεν Φρίαρς, βασισμένη στην αληθινή ιστορία της Φιλίππα Λάνγκλι.

Αντίθετα με την άποψη του παραμορφωμένου σφετεριστή που παρουσιάζει στη γνωστή τραγωδία του ο Σέξπιρ, και πιστεύοντας πως ο Ριχάρδος ήταν καλός, καθόλου παραμορφωμένος και νόμιμος βασιλιάς, η Φιλίππα, μια χωρισμένη, με δυο παιδιά και μια δουλειά που δεν της αρέσει, επηρεασμένη από μια παράσταση του σεξπιρικού έργου που βλέπει, και στοιχειωμένη από τη συνεχή παρουσία του, αρχίζει μια έρευνα, με τη βοηθεια στη συνέχεια του πρώην συζύγου (στο ρόλο ο Στιβ Κούγκαν, που συνεργάστηκε και στο σενάριο) κι ενός καθηγητή του πανεπιστημίου του Λέστερ (πανεπιστημίου που βασικά εναντιωνόταν στο όλο σχέδιο για να πάρει τελικά όλα τα εύσημα) για να βρει τα λείψανα του βασιλιά και να αποδείξει την άποψη της.

 

Ο Φρίαρς χρησιμοποιεί την έρευνα της Φιλίππα για να μας δώσει μια ακόμη εικόνα της καταπιεσμένης γυναίκας που αγωνίζεται να ξεφύγει από το ρόλο που της έχει επιβάλει μια ανδροκρατούμενη, βασισμένη στις ξεπερασμένες παραδόσεις ενός κατεστημένου, κοινωνία. Με χιούμορ τόσο στις φανταστικές συναντήσεις της Φιλίππα με τον βασιλιά Ριχάρδο όσο και στις σκηνές με την Εταιρία Ριχάρδου Γ´, με τους ερασιτέχνες μέλη της που αγωνίζονται, αν και χωρίς το ίδιο πάθος, για τον ίδιο σκοπό, χιούμορ που γίνεται σκωπτικό στις σκηνές με τους επαγγελματίες ιστορικούς, που επιμένουν, χωρίς συζήτηση ή αποδείξεις, στις δικές τους απόψεις, ο Φριάρς φτιάχνει μια ωραία, απολαυστική ταινία.

Με την Σάλι Χόκινς να εκφράζει, όπως πάντα, μια μεγάλη γκάμα αισθημάτων στο ρόλο της Φιλίππα (γυναίκας αντίστοιχης με εκείνη που ερμήνευε η Τζούντι Ντεντς στην ταινία «Φιλομένα» του Φρίαρς), που αγωνίζεται με πείσμα να αποδείξει στον κόσμο πως δεν είναι τρελή αλλά μια γυναίκα με δίκη της, σοβαρή άποψη – άποψη που, όπως μας πληροφορούν οι τελικοί τίτλοι της ταινίας, έγιναν τελικά αποδεκτοί από την πολιτεία και τους επαγγελματίες ιστορικούς.