Της Ζωής Τόλη

Είδαμε την παράσταση «Ξένες Πόρτες», του Μάνου Ελευθερίου, στο φεστιβάλ Αθηνών στη σκηνή Πειραιώς 260. Τη δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία υπογράφει ο χαρισματικός Μάνος Καρατζογιάννης και ερμηνεύει αριστουργηματικά η Νένα Μεντή.

Λιτά σκηνικά Γιάννης Αρβανίτης, κατάλληλο κοστούμι Βασιλική Σύρμα, σωστές εναλλαγές φωτός και σκίασης Αλέξανδρος Αλεξάνδρου, χαρακτηριστική μουσική Γιώργος Ανδρέου και αξιόλογοι συνεργάτες στη δραματουργική επιμέλεια, οι Θανάσης Νιάρχος και Χριστιάνα Ματζουράνη. Ομάδα συντονισμένη για το τελικό συμπαγές αποτέλεσμα που δεν διαψεύδει το σχεδιασμό μιας πολλά υποσχόμενης θεατρικής «περιπέτειας».

Η παράσταση βασίζεται πάνω σε ένα αδημοσίευτο πόνημα που ηχογράφησε και απομαγνητοφώνησε ο Μάνος Ελευθερίου, το οποίο παραχώρησε ως «φύλαξη» στη Νένα Μεντή. Αναφέρεται σε διηγήσεις της γιαγιάς του Ευαγγελίας Διγενή, στο νησί της Σύρου, από τις αρχές του 20ου αιώνα. Η περιήγηση αυτή με πληθώρα καταιγιστικών εικόνων και σφοδρών παραστάσεων, αποτυπώνει δραματικά το συναισθηματικό ιστό του έργου που εξελίσσεται ραγδαία.

Μια εσωτερική βόλτα στο «μέσα» του συγγραφέα, αλλά ίσως και μία αυτοψία στο άδηλο παρελθόν ενός ολόκληρου λαού. Κεντρικοί άξονες η σκληροτράχηλη ζωή στην επαρχία, οι ανισότητες και οι μεροληψίες της κλειστής κοινωνίας, τα δεινά των λαϊκών στρωμάτων, η θλίψη, ο φόβος και η υπαρξιακή αγωνία θανάτου. Φυσικά πάντα παρούσα η αγάπη για τη Σύρα, την ιδιαίτερη πατρίδα του μεγάλου δημιουργού.

Μοχλός αυτοκαθορισμού, η γιαγιά του Μάνου Ελευθερίου, η Ευαγγελία Πίσσα (όνομα τελευταίου συζύγου), η οποία με την ατόφια προσωπικότητά της, επηρέασε το σπουδαίο καλλιτέχνη. Η ταλαιπωρημένη αυτή γυναίκα με τις ακλόνητα οδυνηρές εξιστορήσεις της και το πηγαίο ταπεραμέντο, σηκώνει το φορτίο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, μεταποιούμενη η ίδια, σε μια ζεστή αγκαλιά, απέραντη και ανυπόκριτη καταφυγή, τόσο για το συγγραφέα όσο και για τις αδελφές του. Χαρακτηριστικές μελωδίες και ποιήματα του συγγραφέα που ακούγονται κατά τη διάρκεια. του μονολόγου, αποκαλύπτουν τη στενή, ιδιάζουσα σχέση με την αγαπημένη του Σύρο, και τις αναφορές στα «πέτρινα» χρόνια.

Πρόκειται για έργο / μαρτυρία που λειτουργεί ψυχαναλυτικά ως καταπραϋντικό σε μία ανελέητα πικρή οδοιπορία, στιγματίζοντας ζωές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο σκωπτικές πινελιές διανθίζουν το σπαρακτικό ύφος αυτής της προσωπικής διήγησης και προσδίδουν στο δρώμενο ευρηματική «ελαφράδα».

Ο Μάνος Καρατζογιάννης, με σεβασμό στο σύγγραμμα του Μάνου Ελευθερίου, χάραξε τέτοια σκηνοθετική γραμμή, ώστε ο υποκριτικός οίστρος της Νένας Μεντή να ρέει άφθονος, γεμίζοντας την αίθουσα με έντονα ηχοχρώματα σκηνικής πληρότητας. Έτσι καθρεφτίζονται ξεκάθαρα οι συνδέσεις του προσωπικού βιώματος με τη συνθήκη ενός συνόλου ανθρώπων που συνέλεξε τα αφανή απωθημένα του και όχι μόνο, σε ένα διαχρονικό συμπαγή πυρήνα. Ένας πυρήνας που μεταφέρεται ασυνείδητα από γενιά σε γενιά και χαρακτηρίζει κοινωνιολογικά το κέντρο της τότε ελληνικής νοοτροπίας και συμπεριφοράς.

Τι είναι οι « Ξένες Πόρτες;» . Η σύγκρουση με τον εαυτό μας και με το αναπόφευκτο, μία απόκοσμη κραυγή, η μάχη με τα κοινωνικά αδιέξοδα, οι ψυχικές μεταπτώσεις / μετακινήσεις μας, ο πόνος, η πάλη με τα στερεότυπα, τη βία και τον εκφοβισμό, η εκμετάλλευση των αφεντικών, ή η επώδυνη προάσπιση της αξιοπρέπειάς μας; Οι «Ξένες Πόρτες», είναι όλα αυτά, είναι η άμυνα να σώσουμε, μέσα σε ένα φάσμα απόλυτης οικονομικής ανέχειας και πνευματικής ένδειας, ό,τι πολύτιμο μπορεί ο καθένας να σώσει. Κάτι τόσο επίκαιρο στην τωρινή υφεσιακή ελληνική πραγματικότητα που δείχνει την κλασική εμβέλεια του έργου.

Ένα ευρύτατα βαθύ κείμενο τόσο συγκινητικό και οικείο στην ιστορία της ελληνικής επαρχίας, με ευστοχία στο λόγο, τη σαφήνεια στην έκφραση και την αρμονία στην κίνηση. Έτσι υποστηρίζονται δραστικά η γνησιότητα και η καλλιτεχνική αξία του παραγόμενου σκηνικού προϊόντος, με την εντελή και συναρπαστική υποκριτική ευχέρεια της καθηλωτικής / ταλαντούχας Νένας Μεντή.

Ο Μάνος Καρατζογιάννης και δραματουργικά και σκηνοθετικά, «ποιεί» με πάθος, ενδελέχεια και ρυθμό, χωρίς υπερβολές και μοντέρνες «απεικονίσεις», μία δημιουργία ελκυστική και προσοδοφόρα θεατρικά. Ο θεατής συμμετέχει ενεργά στη μέθεξη που γεννιέται αυθόρμητα και αβίαστα. Θα τολμούσε να πει κανείς πως παρακολουθήσαμε ένα μονόλογο με γνωρίσματα μικρής τραγωδίας.

Οι «Ξένες Πόρτες» λειτουργούν ως συλλογική παρακαταθήκη μνήμης, μία «προκλητικά» λυρική παράσταση που σφραγίζει το φεστιβάλ Αθηνών με το δικό της ειδικό βάρος.