Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Και ο θάνατος δεν θα μας πεθάνει. Ωστόσο, μπροστά σ’ αυτόν τον αμίλητο, πρέπει να βρούμε εκείνες τις λέξεις  που θα μιλήσουν. Ο λόγος για τον έναν άνθρωπο της τέχνης, τον απόντα Αριστείδη Γιαγιάννο, με σημείο αναφοράς την γκαλερί «Titanium» που την ίδρυσε στα 1987 με σκοπό να κάνει το κέφι του. Είχε γεννηθεί πριν από εβδομήντα πέντε χρόνια στην Τρίπολη. Η κηδεία του θα γίνει αύριο στις 3.30 το μεσημέρι από το νεκροταφείο Παπάγου.

‘Ηθελε να πρωτίστως να περνάει καλά, γιαυτό ο χώρος επί της οδού Βασ. Κωνσταντίνου δεν λειτούργησε αποκλειστικά και μόνον ως ένα πεδίο εμπορίου έργων τέχνης, αλλά κυρίως ως πέρασμα διακίνησης καλλιτεχνών και επισκεπτών που πήγαν τα εικαστικά ένα βήμα παρακάτω. Ο αδελφός του, ο Απόστολος Γιαγιάννος διαμορφώθηκε ως πλήρης ζωγράφος με το προσωπικό του ύψος, ο Αριστείδης χωρούσε και τον Απόστολο, αλλά κι όλες κι όλους που κράτησαν την πνοή του πολιτισμού μέσα στα χρόνια που έτρεξαν, που πέρασαν, κι όμως είναι εξακολουθητικά παρόντα ως  αιτήματα ζωής.

Ο Αριστείδης περιείχε όλο το ύφος της γενιάς του: πανάκριβη μποεμαρία, αξόδευτα πάθη, νήπιος νους ως προς τον αυθρμητισμό του,  παθιασμένος γραφιάς στα τεχνοκριτικά κείμενά του, έφηβος ερωτευμένος όταν στιχουργούσε. Ο Βλάσης Κανιάρης, ο ποιητής Νίκος Καρούζος, ο Γιώργος Δέρπαπας,ο Θεόδωρος Πανταλέων τον εμπιστεύτηκαν. Ανέδειξε από τους πρωτοπόρους  των μοντερνιστικών καιρών, τον Μάριο Πράσινο, τον Mayo, τη Σαπφώ Κυριάκη, τον Θόδωρο Πάντο.

Κι απάνω απ’ αυτή την χύτρα που έβραζε ολόκληρη από χρώματα κι αρώματα, ο Αριστείδης την ανακάτευε ως ένας λαϊκός άνθρωπος, άμεσος, γλεντζές, ανυπόκριτος, φίλος.  Πάθος του ο Καραγκιόζης και οι φιγούρες του φιλοτεχνημένες από τον Γιάννη Σκαρίμπα, αυτός ο σκιώδης κόσμος που ήταν το αρνητικό της αλγεινής μεταπολεμικής πραγματικότητας με το ξύλο και τις σφαλιάρες να πέφτουν βροχή από τους κατ’ όνομα συνέλληνες.

Τα ακροκέραμα και τα πηλοτεχνήματα που στέγασαν το συλλογικό ασυνείδητο ελέω βαυαρικής επικυριαρχίας, -ακόμη και αν ταυτίστηκαν με την φαντασιωτική αναπαράσταση του αρχαιοελληνικού κόσμου και διακόσμησαν αφιλόξενες βίλες-τούρτες-, στην εξέταση του Αριστείδη αποκτούσαν έστω την νοσταλγία της χαμένης γεοτονιάς.

Το «φιλοσοφείον» ένας είδος καλλιτεχνικού καφενείου, το οποίο λειτουργούσε εντός της γκαλερί από τα πρωΐ έως τα μεσάνυχτα κλείνονταν συμφωνίες μεταξύ ομοφρονούντων ανθρώπων. Το αλκοόλ που έρρε ήταν εμπλουτισμένο με τα γράδα των ιδεών εντελώς υλικών, εντελώς απτών, εντελώς σωματικών.

* Η φωτογραφία είναι από fb Μάνου Στεφανίδη