Μια νέα μέθοδο εφάρμοσαν επιστήμονες και μηχανικοί, οι οποίοι εργάζονται σε ένα μεγάλο σταθμό παραγωγής ενέργειας στην Ισλανδία: βρήκαν για πρώτη φορά έναν έξυπνο τρόπο να αφαιρούν το διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, μετατρέποντάς το σε πέτρωμα.

Οι ερευνητές από διάφορες χώρες (Βρετανία, ΗΠΑ, Γαλλία, Ισλανδία), με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή Γεωμηχανικής Γιούεργκ Μάτερ του βρετανικού Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», απέδειξαν πως είναι δυνατόν να διοχετεύσουν, μαζί με νερό, τις εκπομπές διοξειδίου μέσα στη γη, όπου στερεοποιούνται και μετατρέπονται σε πέτρα.

 

Η μετατροπή για να ολοκληρωθεί χρειάζεται από μερικούς μήνες έως δύο χρόνια. Μέχρι τώρα οι εκτιμήσεις ήταν ότι κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια. Η τεχνική αυτή διαλύει τους φόβους ότι το διοξείδιο που διοχετεύεται στο υπέδαφος θα μπορούσε κάποια στιγμή να «δραπετεύσει» και να επανέλθει στην ατμόσφαιρα, ή να προκαλέσει υπόγεια έκρηξη.

 

Το ισλανδικό εργοστάσιο Χελισέιντι είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο γεωθερμική μονάδα ηλεκτροπαραγωγής, τροφοδοτώντας με ενέργεια την πρωτεύουσα Ρέικιαβικ. Ο σταθμός χρησιμοποιεί ζεστό νερό από το υπέδαφος για να παράγει ηλεκτρισμό, αλλά η διαδικασία φέρνει στην επιφάνεια ηφαιστειακά αέρια, μεταξύ των οποίων και διοξείδιο. Η νέα τεχνική, με την ονομασία CarbFix, επιστρέφει το διοξείδιο στο υπέδαφος και το «κλειδώνει» μετατρέποντάς το σε ορυκτό.

 

Ο Γιούεργκ Μάτερ δήλωσε: «Από τους 220 τόνους διοξειδίου που διοχετεύσαμε στο υπέδαφος, το 95% έως 98% έγινε ορυκτό σε περίοδο μικρότερη των δύο ετών, δηλαδή εντυπωσιακά γρήγορα. Πρόκειται για μια μόνιμη και περιβαλλοντικά φιλική μέθοδο αποθήκευσης των εκπομπών του διοξειδίου, η οποία διασφαλίζει ότι δεν θα υπάρξει ξανά διαρροή τους στην επιφάνεια».

 

Ο υδρολόγος του Γεωπαρατηρητηρίου Λάμοντ-Ντόχερτι του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, Μάρτιον Στούτε, δήλωσε: «Μπορούμε πλέον να διοχετεύουμε μεγάλες ποσότητες διοξειδίου και να το αποθηκεύουμε με πολύ ασφαλή τρόπο στο υπέδαφος και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρόνο. Στο μέλλον θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη μέθοδο σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, όπου υπάρχει πολύς βασάλτης από κάτω τους και υπάρχουν πολλά τέτοια μέρη».

 

Ο Μάτερ με τη σειρά του πρόσθεσε: «Μπορεί κανείς να βρει βασάλτες σε κάθε ήπειρο και ασφαλώς σε υπεράκτιες περιοχές, επειδή όλος ο ωκεάνιος φλοιός είναι βασαλτικά πετρώματα. Συνεπώς από άποψη διαθέσιμων βασαλτικών πετρωμάτων, για να διοχετεύσουμε τις εκπομπές του διοξειδίου, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Εκτός από σχεδόν όλους τους βυθούς, περίπου το 10% των επιφανειακών πετρωμάτων της Γης είναι βασαλτικά».

 

Βέβαια δεν είναι όλα ρόδινα. Υπάρχει το ζήτημα του όχι αμελητέου κόστους της μεθόδου και οι μεγάλες ποσότητες νερού που απαιτεί, καθώς μόνο το 4% έως 5% του διαλύματος που στέλνεται στο υπέδαφος είναι διοξείδιο του άνθρακα και χρειάζονται περίπου 25 τόνοι νερού για κάθε τόνο διοξειδίου. Επίσης στο υπέδαφος υπάρχουν μικρόβια που «τρώνε» ανθρακικά ορυκτά, απελευθερώνοντας μεθάνιο, ένα ακόμη πιο ισχυρό «αέριο του θερμοκηπίου» σε σχέση με το διοξείδιο.