Χωρίς καμία εξήγηση -αλλά και χωρίς λογική- η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου αποφασίζει να παραχωρήσει την κυριότητα ενός μουσείου, που ανήκει από το 1991 στο υπουργείο της, σε άλλο φορέα και εν προκειμένω στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Και αν το περιεχόμενο του μουσείου είχε να κάνει  με τις επιστήμες που «θεραπεύονται» στο Πανεπιστήμιο, θα έλεγε κανείς πως δεν υπάρχει πρόβλημα. Ωστόσο το Μουσείο Λαϊκών Οργάνων-Συλλογή Φοίβου Ανωγειανάκη έχει άμεση σχέση και συνάφεια με το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης στο οποίο υπάγεται. Λειτουργεί σε ξεχωριστό κτήριο στην Πλάκα χωρίς να έχει προκύψει κανένα θέμα. Προς τι λοιπόν η «μετακόμιση»;

Η υπόθεση αυτή έγινε γνωστή  όχι γιατί ανακοίνωσε την απόφασή της  αυτή  η υπουργός ως ώφειλε, αλλά γιατί το αντελήφθησαν κάποιοι κατά τη συζήτηση (χθες και προχθές) στη μορφωτική επιτροπή της Βουλής του νομοσχεδίου που αφορά στη μεταφορά της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και σε άλλα ζητήματα του υπουργείου Παιδείας.

«Η προτεινόμενη διάταξη κατατέθηκε αιφνιδιαστικά χωρίς να έχει προηγηθεί κανενός είδους διάλογος με υπηρεσιακούς ή επιστημονικούς φορείς και εκπροσώπους των εργαζομένων, λίγες μέρες μετά την κοινοποίηση στους εργαζομένους του Υπουργείου, από το ίδιο το Γραφείο της υπουργού, του σχεδίου νέου Οργανισμού του ΥΠΠΟΑ, όπου προβλέπεται, εντελώς αντίθετα με την προτεινόμενη τώρα ρύθμιση, η διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος, δηλαδή η λειτουργία της Συλλογής Φοίβου Ανωγειανάκη ως Τμήματος του ΜΕΛΤ.

Τι ακριβώς έχει αλλάξει και ποια συμφέροντα εξυπηρετούνται με την αιφνιδιαστική αυτή μεταστροφή;» ρωτάει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων με σημερινή του ανακοίνωση.

Οι αρχαιολόγοι καλούν την κ. Κονιόρδου να αποσύρει, έστω και την ύστατη ώρα, τη σχετική διάταξη από το σχέδιο νόμου «Ρύθμιση θεμάτων του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας, της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας και άλλες διατάξεις» του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (άρθρο 19, παρ. 15).

Το περίεργο είναι ότι δεν αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο γίνεται η εκχώρηση του Μουσείου στο ΕΠΚΑ ούτε στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου. Οπότε, εύλογο είναι το ερώτημα γιατί γίνεται αυτή η πράξη. Μήπως για να χαριστεί στην Εθνική  Βιβλιοθήκη  η σπάνια μουσικολογική βιβλιοθήκη που διαθέτει το Μουσείο;

Η επίμαχη ρύθμιση, σύμφωνα με τον ΣΕΑ,  «δεν διασφαλίζει με κανένα τρόπο την εύρυθμη λειτουργία της Συλλογής, αφού δεν περιέχει καμία πρόβλεψη για το προσωπικό και τους πόρους που θα διατεθούν από το ΕΚΠΑ για τη λειτουργία του μουσείου. Είναι εξ άλλου γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ πώς πασχίζουν να επιβιώσουν τα ήδη υπάρχοντα μουσεία του ΕΚΠΑ.

Διασπάται η ενότητα του μεγαλύτερου δημόσιου μουσείου λαϊκής τέχνης τη στιγμή ακριβώς που επίκειται η μεταστέγαση του στην υπέροχη “Αυλή των Θαυμάτων”, γεγονός που από μόνο του είναι ικανό να δώσει μια νέα δυναμική στη λειτουργία του μουσείου και στην αλληλεπίδρασή του με την κοινωνία. Πρόκειται για μια αστόχαστη κίνηση εκούσιας συρρίκνωσης του έργου του ΥΠΠΟΑ που δεν είναι συμβατή με την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, όπως κι αν το προσεγγίσει κανείς».

Και καταλήγουν: «Να έχει υπόψη της η κ. Κονιόρδου ότι κάθε πράξη περιστολής του έργου του ΥΠΠΟΑ βαραίνει όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά και την ίδια προσωπικά, όπως άλλωστε και κάθε προσπάθεια ακύρωσης στην πράξη του Αρχαιολογικού Νόμου ή παραγκωνισμού του έργου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας».