Με το γέλιο σαν ανατρεπτικό όπλο.

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

*** Πεθαίνοντας στο γέλιο

Ελλάδα/Γαλλία/Βέλγιο/Γερμανία, 2017. Σκηνοθεσία-σενάριο-αφήγηση: Στέλιος Κούλογλου. Φωτογραφία: Μανώλης Κονσολάκης. Μοντάζ: Χρήστος Γάκης. 92′

Το χιούμορ “σαν όπλο για πολιτική δράση” εξετάζει στο εξαιρετικά ενδιαφέρον αυτό ντοκιμαντέρ του ο Στέλιος Κούλογλου. Ξεκινώντας με τους ακτιβιστές Yesmen που εμφανίζονται στην Ευρωβουλή και σε  συνέδρια για να τα ανατρέψουν και να στήσουν τις πολιτικές τους φάρσες, προχωρώντας στον κωμικό και Ευροβουλευτή Μάρτιν Σόνενμπορν, που παίζει γκολφ στο γραφείο του με το σχέδιο διάσωση της Ελλάδας, για να καταλήξουν στη σατιρική εφημερίδα Charlie Hebdo και τα πολιτικά της σκίτσα με τον διευθυντή της, σε μια συνέντευξη του πριν την τραγική δολοφονία του, να μιλά για τους τζιχαντιστές, που αντιμετώπισαν το χιούμορ με τη βία και τη σφαγή.

Μέσα από τις τέσσερις διαφορετικές ιστορίες που, με βάση ένα ωραία στημένο, παράλληλο μοντάζ, ο γνωστός ευρωοβουλευτής και ντοκιμαντερίστας Στέλιος Κούλογλου μας παρουσιάζει απολαυστικά δείγματα ενός χιούμορ, σαρκαστικού, ανατρεπτικού, άλλοτε ξεκαρδιστικού και μελαγχολικού, με στόχο πάντα την αποκάλυψη της υποκρισίας, του ψεύδους και της κοινωνικής αδικίας.

 

** 1/2- Η καλύτερη στιγμή τους

Their Finest. Βρετανία, 2016. Σκηνοθεσία: Λόνε Σέρφιγκ. Σενάριο: Γκάμπι Τσιαπ. Ηθοποιοί: Τζέμη Άρτερτον, Σάμ Κλάφιν, Μπιλ Νάιγκι, Τζακ Χιούστον, Τζέρεμι Άιρονς, Ρίτσαρντ Ε. Γκραντ. 117′

Ο κινηματογράφος και τα παρασκήνια του είναι στο επίκεντρο της απολαυστικής αυτής βρετανικής κωμωδίας, γυρισμένης από τη Δανέζα Λόνε Σέρφιγκ (“Μια κάποια εκπαίδευση”), στο πνεύμα των κλασικών κωμωδιών των Ealing studios. Στο Λονδίνο της διάρκειας του blitz του 1940, στις επιταγές του υπουργείου πληροφοριών, τα βρετανικά στούντιο αναλαμβάνουν να γυρίσουν μια προπαγανδιστική ταινία, για να τονώσει το ηθικό των πολιτών μετά την πρόσφατη εκκένωση της Δουνκέρκης.

Το γράψιμο του σεναρίου αναλαμβάνει η νεαρή Κέτλιν Κόουλ (ήταν η εποχή που η γυναίκα είχε αρχίσει να αποκτά την ανεξαρτησία της), για να δώσει, οπως πιστεύουν, το “φεμινιστικό χρώμα” που χρειάζεται η ταινία, ώστε να προσελκύσει το γυναικείο κοινό (στο οποίο στηριζόταν βασικά τότε ο κινηματογράφος), ενώ για συνεργάτη της  έχει ένα νευρωτικό συγγραφέα, τον Μπάκλι.

Βέβαια, σε μια αντροκρατούμενη κοινωνία (και ακόμη περισσότερο σε αυτή του κινηματογράφου), η Κέτλιν θα ανακαλύψει πως οι ιδέες και  οι προτάσεις της δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτες: κινηματογραφιστές, παραγωγοί και εκπρόσωποι της κυβέρνησης, έχουν τις δικές τους απόψεις για το τι πρέπει να περιέχει μια προπαγανδιστική (ή και οποιαδήποτε) ταινία. Όταν μάλιστα σε αυτήν προστεθεί και ένα ρομαντικό ειδύλλιο τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχο…

Δεν είναι η μοναδική φορά πρόσφατα που ο κινηματογράφος ως θέμα (“Χαίρε Καίσαρ”, “Birdman”, “La La Land”) απασχολεί τις ταινίες. Στη δική της ταινία η Σέρφιγκ αναπτύσσει με σιγουριά τα διάφορα κωμικά επεισόδια, μαζί και τις ιδέες με τις συχνά πονηρές λύσεις που αυτή δίνει για να αντιμετωπίσει τους διάφορους άντρες, ιδιαίτερα τον υπεροπτικό, αρχικά, σεναριογράφο/συνεργάτη της, καθώς και τον άντρα της και ένα φαντασμένο σταρ,  ένα κόσμο όπου ο σεναριογράφος αλλά και ο σκηνοθέτης, σε ότι αφορά την καλλιτεχνική δημιουργία, έχουν να αντιμετωπίσουν αμέτρητα προβλήματα και εμπόδια, για να μπορέσουν να περάσουν (αν τα καταφέρουν) τι απόψεις τους.

Παρά τις κάποιες αδυναμίες στο σενάριο (με την ανάπτυξη της ρομαντικής πλευράς να είναι το πιο αδύναμο σημείο του), η ταινία, χάρη στους έξυπνους, απολαυστικούς συχνά, διαλόγους της, και τις πολύ καλές ερμηνείες της (τόσο από το ζευγάρι Άρτερτον και Κλάφιν, αλλά και τους δεύτερους ρόλους, ιδιαίτερα εκείνους του Μπιλ Νάιγκι στο ρόλο του γερασμένου σταρ που αρνείται να ερμηνεύσει εναν ηλικιωμένο άντρα, και του Τζέρεμι Άιρονς στο ρόλο του υπουργού Πολέμου), καταφέρνει να κρατήσει το υψηλό της επίπεδο και να προσφέρει το γέλιο και την απόλαυση, εισάγοντας μας ταυτόχρονα στα μυστικά των κινηματογραφικών στούντιο και εκείνων που τα διοικούν.

** 1/2 – Colossal

Ισπανία/Καναδάς, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Νάτσο Βιγκαλόντο. Ηθοποιοί: Αν Χάθαγουεϊ, Τζέισον Σουντέικις, Όστιν Στόγουελ, Νταν Στίβενς. 110′

Ο αλκοολισμός αλλά και ο εφιάλτης της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, συνδυάζονται έντεχνα στο πετυχημένο αυτό χιουμοριστικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας που γύρισε ο Ισπανός σκηνοθέτης Νάτσο Βιγκαλόντο (“Open Windows”), στο Βανκούβερ του Καναδά. Αντίθετα με τα διάφορα μπλοκ-μπάστερ του είδους (βλέπε “Γκοντζίλα” και άλλα), ο Βιγκαλόντο κατάφερε με λιγοστά ειδικά εφέ να δημιουργήσει το σασπένς (μαζί και το χιούμορ) μέσα από μια φαινομενικά (τουλάχιστο στο χαρτί) απίθανη (αν όχι και γελοία) ιστορία.

Πρωταγωνίστρια είναι η Γκλόρια, μια  νεαρή αλκοολική συγγραφέας (μια πολύ καλή Αν Χάθαγουεϊ) που εγκαταλείπει τη Νέα Υόρκη για να επιστρέψει στη γενέτειρά της, μια μικρή ξεχασμένη επαρχιακή πόλη, όπου αντιμετωπίζει τους δαίμονες της μέσα από ένα κολοσσιαίο (το Colossal του τίτλου) τέρας, που σκοτώνει εκατοντάδες πολίτες στη… Σεούλ, και με το οποίο, όπως θα ανακαλύψει, μπορεί να συνδεθεί τηλεπαθητικά σε μια συγκεκριμένη ώρα, σε ένα σημείο του πάρκου της πόλης. Δαίμονες πρέπει να πω που συνδέονται κα με τη σχέση της με ένα παλιό, ερωτευμένο από τότε μαζί της, συμμαθητή της, τον Όσκαρ (Τζέισον Σουντέικις), ο οποίος αναλαμβάνει να τη βοηθήσει.

Ο Βιγκαλόντο εστιάζει την κάμερά του στο πρόσωπο της Γκλόριας, ερευνά τις φοβίες και τις φαντασιώσεις της, διεισδύει στο μυαλό της, φτάνοντας ως την παιδική της ηλικία και τα ψυχολογικά της τραύματα, ηλικία στην οποία σημαντικό ρόλο παίζει και ο Όσκαρ, για να μετατρέψει, σταδιακά, την κωμωδία του, σε ένα το ίδιο συναρπαστικό ψυχόδραμα, όπου το τεράστιο τέρας και το ρομπότ (που δημιουργεί στη συνέχεια ο Όσκαρ) μετατρέπονται σε φροϋδικά σύμβολα, για να δώσουν μιαν άλλη υπόσταση στην ταινία, κάνοντας πιστευτά ακόμη και τα πιο απίθανα στοιχεία – ακριβώς αυτό που μπορεί να κάνει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη τέχνη ο κινηματογράφος.

Αν πάτε πιστεύοντας πως θα δείτε κάποια ταινία με τέρατα, αλά Γκοντζίλα, θα απογοητευτείτε. Αν όμως αφήσετε τον εαυτό σας ελεύθερο στις ωραίες και ατέλειωτες εκπλήξεις της, θα περάσετε πολύ ωραία.

 

* 1/2- Ημυστική  γραφή

The Secret Scripture. Ιρλανδία, 2016. Σκηνοθεσία: Τζιμ Σέρινταν. Σενάριο: Τζιμ Σέρινταν,  Σεμπάστιαν Μπάρι, από μυθ. Τζον Φέργκουσον. Ηθοποιοί: Ρούνι Μάρα, Τίο Τζέιμς, Έινταν Τέρνερ, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Έρικ Μπράνα. 108′

Ύστερα από επιτυχίες όπως “Το αριστερό μου πόδι” και “Είσαι το όνομα του πατρός”, ο σκηνοθέτης Τζιμ Σέρινταν εχει, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια στραφεί σε ταινίες μέτριες (“Το σπίτι των ονείρων”, “Brothers”). Σ’ αυτή την τελευταία κατηγορία ανήκει και η νέα του ταινία “Η μυστική γραφή”, γύρω από το ημερολόγιο που κρατά μια γυναίκα που βρίσκεται σε ψυχιατρική κλινική.

Μια όμορφη γυναίκα, ελεύθερου πνεύμα, η Ροζάνα, που ζει σε μια μικρή  επαρχιακή πόλη της Ιρλανδίας, με την οποία ειναι ερωτευμένοι όλοι οι άντρες, ακόμη και ο παπάς της περιοχής, έτοιμος να εγκαταλείψει τα καθήκοντα του για μια βραδιά μαζι της. Είναι ο παπάς αυτός που, με την υπόδειξη του ως νυμφομανής, η Ροζάνα θα κλειστεί για 40 ολόκληρα χρόνια στο ψυχιατρείο, οπου θα υποφέρει τα πάνδεινα.

Ο Σέρινταν αφηγείται την ιστορία της Ροζάνας, με την κάμερά του να την ακολουθεί άλλοτε στο παρόν και άλλοτε στο παρελθόν (με την Ρεντγκρέιβ να ερμηνεύει την Ροζάνα σε μεγάλη ηλικία), με σκηνές χωρίς καμία πρωτοτυπία, με καταστάσεις και διαλόγους που χρησιμοποιούν όλα τα κλισέ του είδους, χωρίς να κατορθώσει να σε κάνει να συγκινήσεις, ή έστω να  ενδιαφερθείς, με την τραγική τύχη της ηρωίδας του.