Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη που φέτος έγινε 89 ετών χρειάζεται ένα γερό λίφτινγκ και λόγω των εορτασμών για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Το έργα καθαρισμού και ανάδειξης του μνημείου έχει αναλάβει το Υπουργείο Πολιτισμού.

Τις εργασίες έχει αναλάβει η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων & Νεωτέρων Μνημείων. Καθαρίζεται  ο  αναλημματικός τοίχος του μνημείου και τα βαθμιδωτά τοιχία που κοσμούνται με μεταλλικές ασπίδες. Οι εργασίες αφορούν στην απομάκρυνση βιολογικών επικαθήσεων και ατμοσφαιρικών ρύπων ενώ εκτελούνται από μόνιμο προσωπικό (κλιμάκιο 6 συντηρητών). Ξεκίνησαν με την αρωγή της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Βουλής στις 16/3  και αναμένεται να ολοκληρωθούν στις 22/3. 

Ο καθαρισμός του μνημείου εντάσσεται στην συνολική αποκατάσταση και ανάδειξη του ιστορικού μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων, που βρίσκεται σε εξέλιξη από τις Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ. 

Το  μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη είναι ένα  ταφικό μνημείο αφιερωμένο στους αγώνες του ελληνικού έθνους. Και δεν ήταν τυχαία η θέση που επελέγη στην όψη του Ελληνικού Κοινοβουλίου.

Η σύλληψη απόδοσης τιμής στους άγνωστους πεσόντες των μαχών με τη συμβολική «ταφή» τους σε ένα κενοτάφιο, ανάγεται στην κλασική Αθήνα.  Στον αναλημματικό τοίχο του μνημείου έχουν χαραχθεί µε κεφαλαία γράµµατα οι φράσεις «Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος» και «Μία κλίνη κενή φέρεται εστρωµένη των αφανών», που αποτελούν αποσπάσµατα από τον επιτάφιο λόγο του Περικλή που εκφωνήθηκε το 430 π.Χ. για τους πρώτους νεκρούς του Πελοποννησιακού Πολέµου και καταγράφηκε από τον ιστορικό της αρχαιότητας, Θουκυδίδη. 

Τα αποκαλυπτήρια του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη έγιναν 25 Μαρτίου του 1932, στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων για την επέτειο της Ανεξαρτησίας. Δεν έτυχε θερμής υποδοχής. Το έργο προκάλεσε ποικίλα και αντιφατικά σχόλια στην κοινωνία και στον Τύπο της εποχής. 

Το μνημείο ανεγέρθηκε σε αρχιτεκτονικά σχέδια του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, ο οποίος είχε βραβευθεί σε σχετικό διαγωνισμό το 1926.  

Η ανάγλυφη, όμως, παράσταση του πολεμιστή που τελικά κατασκευάζεται, δεν είναι εκείνη που αρχικά είχε προταθεί μέσω του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού. Λόγω διαφωνιών του Εμμανουήλ Λαζαρίδη με τον συνεργάτη του στον διαγωνισμό, γλύπτη Θωμά Θωμόπουλο, το έργο τελικά αναλαμβάνει ο Φωκίωνας Ρωκ σε συνεργασία με τον καθηγητή της γλυπτικής και διευθυντή τότε της ΑΣΚΤ Κ. Δημητριάδη, του οποίου υπήρξε βοηθός. 

Το μνημείο δούλεψε στον λίθο ο Ιταλός μαρμαρογλύπτης Marani και τις ασπίδες που φιλοτέχνησε ο Κ. Δημητριάδης, σφυρηλάτησε στον ορείχαλκο ο καθηγητής της μεταλλοπλαστικής της Σιβιτανιδείου Σχολής, Χ. Δίβαρης μαζί με μαθητές του.

Η σημαντικότερη επέμβαση της πρότασης αφορά στην εκτεταμένη εκσκαφή στο φυσικό πρανές που εκτείνεται μπροστά από το κτήριο για τη δημιουργία επίπεδης, σχεδόν, πλατείας στη στάθμη της λεωφόρου Αμαλίας. Η υψομετρική διαφορά που προκύπτει (7 μέτρα) δημιουργεί είδος τεχνητού βάθρου για το κτήριο, αλλοιώνοντας τη φυσική τοπογραφία στο σημείο εκείνο της πόλης.