Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Για πρώτη φορά στα χρονικά του Βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας απονεμήθηκε η μεγάλη σουηδική αναγνώριση σε δύο συγγραφείς: στον 77χρονο Αυστριακό Πέτερ Χάντκε για το έτος 2019 και στην 57χρονη Πολωνή ‘Ολγκα Τοκάρτσουκ για το έτος 2018. Να θυμίσουμε ότι πέρσι δεν είχε γίνει η απονομή, καθώς ένα μέλος του Ιδρύματος είχε κατηγορηθεί για βιασμό. 

Η Σουηδική Ακαδημία αιτιολόγησε τις φετινές βραβεύσεις με τα ακόλουθο κυρίαρχο σκεπτικό για την κάθε περίπτωση: «Μια επιδραστική εργασία η οποία με γλωσσική επινοητικότητα διερεύνησε την περίμετρο και την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης εμπειρίας» (Πέτερ Χάντκε) και «Μια αφηγηματική φαντασία η οποία με βαθύ πάθος συμβολίζει την υπέρβαση των ορίων ως μορφή ζωής» (‘Ολγκα Τοκάρτσουκ).

Ο Πέτερ Χάντκε ταυτίστηκε με το μοντερνιστικό μεταπολεμικό λογοτεχνικό παράδειγμα αξιοποιώντας τον εσωτερικό μονόλογο ώς τα όρια της ακαταληψίας. Παίρνοντας αποστάσεις από την ευημερία των τριών δεκαετιών που συγκρότησαν μια Ευρώπη, η οποία προσπάθησε να κρατήσει τις ισορροπίες μεταξύ κεφαλαίου και εργαζομένων, καταφέρθηκε εναντίον της υποκριτικής ηθικής που στηρίχθηκε σ’ έναν άνευ όρων και ορίων καταναλωτισμό.

Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα ως προς την στάση του αναφορικά με τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, συμπαραστάθηκε αποκλειστικά στο δικαίωμα των Σέρβων για αυτοδιάθεση και ήταν παρών, το 2006, στην κηδεία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.  Τα ταξιδιωτικά του από τις τακτικές επισκέψεις του στη σερβική επικράτεια, θα του δώσουν την αφορμή να γράψει μια σειρά ταξιδιωτικών, στα οποία ο πάσχων δυτικός εαυτός ταυτίζεται με τον σερβικό «βαλκανισμό».

‘Ομως, πρέπει να πάμε πίσω στα 1966, σε ένα είδος ανασκαφής, για να ανακαλύψουμε τον πρώιμο Χάντκε που σφράγισε τα δρώμενα της λογοτεχνικής και της θεατρικής πράξης, με το θεατρικό «Βρίζοντας το κοινό» και το πεζογραφικό «Σφήκες». Μετά την αυτοκτονία της μητέρας του, το 1971, μιας δυστυσχισμένης περσόνας που την χτυπούσε ο δεύτερος σύζυγός της-τον Πέτερ τον είχε συλλάβει μετά τη σχέση της μ’ έναν Γερμανό στρατιώτη- γράφει την «Αμέριμνη δυστυχία».

‘Αλλα έργα του που χαιρετήθηκαν από το διεθνές αναγνωστικό κοινό ήταν τα «Η ώρα της αληθινής αίσθησης», «Λάθος κίνηση». «Αριστερόχειρη γυναίκα», «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν το πέναλντι», «Περί κοπώσεως».

Στα ελληνικά η τελευταία έκδοση έργου του προέρχεται από τις εκδόσεις Εστία. Η νουβέλα «Η μεγάλη πτώση» (σε μετάφραση του συναδέλφου Σπύρου Μοσκόβου) επικεντρώνεται στην ιστορία ενός αργόσχολου ηθοποιού, μια και μόνο μέρα, από το πρωί μέχρι αργά τη νύχτα.

Περπατώντας σε μια μεγαλούπολη το καλοκαίρι, από τις παρυφές μέχρι τα ποικίλα κέντρα της. Συναντήσεις με δρομείς, αστέγους, ιδιότυπα ζευγάρια, έναν ιερέα, αστυνομικούς. Μια πορεία μέσα από διαμάχες και εχθροπραξίες γειτόνων, μπρος σε τεράστιες οθόνες με πολιτικούς, έπειτα ανάμεσα σε επιβάτες του μετρό από κάποιον άλλο κόσμο. Και ξαφνικά θα ένα γυναικείο πρόσωπο θα τον αφυπνίσει από τον παρατεταμένο ύπνο της μεγαλούπολης.

Η ‘Ολγκα Τοκάρτσουκ, ψυχολόγος στην γραμμή του Κάρλ Γιουνγκ, στην γραφή της συγκεράζει Ιστορία και μυθοπλασία, με πολλά λαϊκά στοιχεία της προφορικότητας, ανάγοντας την λογοτεχνία της στον κόσμο των αρχετύπων. Γιαυτό τα μυθιστορήματά της μπορούν να διαβαστούν ως ακοινώνητες αλληγορίες που στρέφονται στον βυθό του Εαυτού προς δόξα της ύπαρξης υπό όρους αιωνιότητας.. Ως ακτιβίστρια των Πρασίνων και αντεθνικίστρια, έγινε στόχος ακραίων στοιχείων με αφορμή το μυθιστόρημά της «Τα βιβλία του Ιακώβ» (2014).

Μόλις πριν από ένα χρόνο τιμήθηκε με το Man Booker για το μυθιστόρημά της «Πλάνητες» που θα κυκλοφορήσει σε μετάφραση Αλεξάνδρας Ιωαννίδου (εκδόσεις Καστανιώτη). Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο και από την ίδια μεταφράστρια, μπορείτε να βρείτε το «Αρχέγονο και άλλοι καιροί».

Σ’ αυτό βρίσκουμε ένα σχεδόν μυθικό χωριό που κατοικείται από εκκεντρικούς όσο και αρχέτυπους ανθρώπινους χαρακτήρες. Είναι ένας παράξενος τόπος, ένας συμπυκνωμένος μικρόκοσμος της κεντρικής Ευρώπης και του κόσμου. Το Αρχέγονο το φυλάσσουν ακροβολισμένοι τέσσερις αρχάγγελοι.

Και μέσα από τα δικά τους μάτια, που είναι κρυστάλλινα και εκπέμπουν λυρισμό, παρακολουθούμε τις ζωές των απλών ανθρώπων του καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, από το 1914 ως τις δικές μας μέρες – την πολυτάραχη δηλαδή ιστορία της Πολωνίας υπό τη μορφή μιας επικής αλληγορίας που διαπερνά τον χώρο και τον χρόνο. Ο έρωτας και η πίστη, ο πόλεμος και η βία, η μοναξιά και ο θάνατος σημαδεύουν τις διαδρομές των μελών μιας οικογένειας απ’ την ακμή της μέχρι την τελική διάλυσή της.