Ιδού ένα καλό παράδειγμα να μεταφέρει κανείς την ατμόσφαιρα του 18ου  με τους ρομαντικούς ιππότες και τις  εύθραυστες γυναικείες φιγούρες χωρίς κρινολίνα στη σημερινή  εποχή. Η όπερα του Ζυλ Μασνέ «Μανόν» που είδαμε χτες από τη Λυρική Σκηνή στο πλούσια στολισμένο Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος (θυμίζει την χριστουγεννιάτικη Σαν Ζελιζέ του Παρισιού στα καλύτερά της) ξεκινάει με την κίνηση  των επιβατών σε ένα αεροδρόμιο. Μαγαζιά, διαφημίσεις, κόσμος που σέρνει τις τελευταίου τύπου βαλίτσες, τις παίρνει ή τις αποθέτει  στον κυλυόμενο διάδρομο ενός αεροδρομίου. Κι ανάμεσα στον κόσμο μια νεαρή επαρχιώτισσα με την παλιά καρώ  πάνινη βαλίτσα και την καρώ φουστίτσα με τις πιέτες. Εφθασε η Μανόν και την περιμένει ο εξάδελφός της ο Λεσκώ για να την μπάσει όχι βέβαια σε κάποιο σκοτεινό μοναστήρι αλλά στον πολύχρωμο κόσμο της ηδονής και της απόλαυσης. Οι δύο αυτοί κόσμοι θα συγκρουστούν στη συνέχεια καθώς εκείνος που αφιερώνεται στο μοναστήρι του Αγίου Σουλπικίου είναι ο ιππότηγς Ντε Γκριέ προδωμένος από τα αισθήματα της Μανόν.

Σε ένα πολύ καλά αρχιτεκτονικά δομημένο σκηνικό  περιβάλλον ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανέβασε μια πολύ δροσερή εκδοχή της Μανόν, σαν να ζούσε στην εποχή μας.  Ο σκηνοθέτης «είδε»  πως το έργο αποτυπώνει «έναν κόσμο που μεθυσμένος από την «ευκολία» και την «ανεμελιά» διακατέχεται από μια ακόρεστη όρεξη για κατανάλωση ηδονών και εφήμερης επιβεβαίωσης, ενώ οι αξίες εύκολα τοποθετούντα στο επίπεδο αγοραστικής αξίας».  «Και στον Πρεβό (που έγραψε το περίφημο μυθιστόρημα «Μανόν Λεσκώ») και στον Μασνέ (που συνέθεσε την ομώνυμη όπερα) οι «αφηγήσεις» της «ιστορίας» της Μανόν Λεσκώ αναφέρονται σε έναν αρελθόντα χρόνο για να κατανοήσουν τον παρόντα». Γι αυτό διάλεξε το ανέβασμα να αναμείξει τον 18ο και τον 19ο αιώνα με το πρόσφατο παρελθόν μας  ξεκινώντας από τις εξωτερικές λαμπερές εικόνες τους και την ιλιγγιώδη αίσθηση «αναρρίχησης» και καταλήγοντας στον αποσβολωμένα  γυμνό πόνο της ξαφνικής πτώσης του παρόντος».

Οι πρωταγωιστές της παράστασης, η Λαρισαία και βραβευμένη  με το βραβείο Μαρία Κάλλας υψίφωνος  Μυρτώ Παπαθανασίου (Μανόν) και ο Ρουμάνος τενόρος Γιόαν Χοτέα (ιππότης Ντε γκριέ)  έδειξαν τη δυναμική των φωνητικών τους δυνατοτήτων, αλλά και την θεατρικότητά τους.   Πλούσια όπως πάντα η Χορωδία της ΕΛΣ και εξαιρετική η Ορχήστρα υπό την διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού. Ετσι, 53 χρόνια μετά την τελευταία παράσταση της «Μανόν» στη Λυρική Σκηνή (το 1965) και 74 χρόνια μετά την πρώτη (στην Κατοχή το 1944) ευτύχισε η όπερα αυτή να παρασταθεί σε ένα καθολικά ανανεωμένο «λουκ» με σύγχρονα σκηνικά (Ευαγγελία Θεριανού) και κοστούμια (Κλαιρ Μπρέισγουελ).

Επόμενες παραστάσεις:14,15,19,21, 23, 26, 30 Δεκεμβρίου 2018