Βασίλης Κ. Καλαμαράς – Enetpress https://www.enetpress.gr Κριτική ματιά στην ενημέρωση Wed, 06 Dec 2023 22:47:22 +0000 el hourly 1 https://wordpress.org/?v=4.9.24 ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ:   «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» (15 Οκτώβρη 1962)   https://www.enetpress.gr/%ce%bc%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%b1%ce%ba%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%bf-%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%b3%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bd/ https://www.enetpress.gr/%ce%bc%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%b1%ce%ba%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%bf-%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%b3%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bd/#respond Fri, 04 Nov 2022 12:57:18 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=79947 Εξήντα χρόνια από το πρώτο ανέβασμα της λαϊκής τραγωδίας συμφιλίωσης, αφιερωμένης στον επονελασίτη Παύλο Παπαμερκουρίου (1921-1949)

The post ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ:   «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» (15 Οκτώβρη 1962)   appeared first on Enetpress.

]]>

Την λαϊκή όπερα συμφιλίωσης «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε και λαϊκή τραγωδία, καθώς έχει την απαρχή της σύλληψής της στους αρχαίους τραγικούς. 

Ο τίτλος της ευκρινώς παραπέμπει στην παραλογή του δημοτικού τραγουδιού «Του νεκρού αδελφού», αφού έχει αφαιρεθεί το υπερφυσικό στοιχείο της, καθώς ο τρόπος ξαναδιαβάσματός της από τον συνθέτη είναι επικεντρωμένος στον ρεαλισμό των γεγονότων, που διαδραματίστηκαν κατά τις 33 μέρες τού ηρωικού Δεκέμβρη του 1944.

Σταδιακά εκτυλίσσεται και κορυφώνεται το δράμα του ήρωα από τον αγώνα στην θυσία, ιδιαίτερα στο τραγούδι «Τον Παύλο και τον Νικολιό»: Ο Παύλος δεν είναι άλλος από τον επονοελασίτη Παύλο Παπαμερκουρίου (1921-1949), ο οποίος έπεσε νεκρός από τα βόλια του αστικού κράτους.

Παύλος Παπαμερκουρίου: ο επονοελασίτης αγωνιστής, ο οποίος εκτελέστηκε, σε ηλικία 28 ετών, από τα βόλια του αστικού κράτους στις 8 Ιούλη 1949, στου Γουδή. Σ’ αυτόν ο φίλος και συναγωνιστής του Μίκης Θεοδωράκης, αφιέρωσε την προσπάθεια του να φτιάξει ένα μουσικό έργο συμφιλίωσης, που θα απευθύνεται στις πλατιές λαϊκές μάζες

Το πρώτο ανέβασμα της παράστασης πραγματοποιείται από το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη, στις 15 Οκτώβρη του 1962,  στο -πλέον γκρεμισμένο- Θέατρο Καλουτά επί της οδού Πατησίων 240.

Όμως, πώς άρχισε να γράφεται αυτή η επικολυρική δημιουργία, η οποία γεφυρώνει τον λυρικό στοιχείο του τυραννισμένου υποκειμένου και το επικό του θυσιασμένου αγωνιστή; Εκεί, γύρω στα 1959, ο δημιουργός της, κατά την διαμονή του, στο Παρίσι, συνθέτει τον «Επιτάφιο».

Βρίσκεται στην φάση, όπου προσπαθεί ν’ απεμπολήσει  το δυτικό παράδειγμα και να επαναπροσδιορίσει το πέρασμα της μουσικής, και μέσα από τον λαϊκό ρυθμό του ζεϊμπέκικου, στις πλατιές μάζες. Τότε, λοιπόν, κι ενώ βρίσκεται σε συνθετικό βρασμό αναζήτησης, γράφει το τραγούδι «Το όνειρο».

Οι στίχοι βγαίνουν καυτοί από το καμίνι του εμφύλιου σπαραγμού και των συνεπειών του, όλοι με την υπογραφή του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος διανύει την τρίτη δεκαετία της ζωής του. Μόνο για ένα άσμα θα ζητηθεί η συμβολή του στιχουργού Κώστα Βίρβου (1926-2015): Το «Νανούρισμα», που θα ερμηνεύσει, στην πρώτη ηχογράφηση («His Master’s Voice, 1962), από τα βαθιά της ψυχής της, η Δέσποινα Μπεμπεδέλη.

Η σε πρώτη εκτέλεση φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση έχει την τιμητική της, αφού έχει διαπαντός σφραγίσει την ερμηνεία αυτού του λαϊκού δράματος («Απρίλης», «Το όνειρο», «Ένα δειλινό», «Τον Παύλο και τον Νικολιό», «Στα περιβόλια», «Δοξαστικό»). Άλλη μία κατάθεση που ακούγεται στον πρώτο δίσκο βινύλιου, αποδίδεται με την μοιρολογίστρα φωνή της Βέρας Ζαβιτσιάνου («Προδομένη αγάπη»).

Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, στην ιστορική παράσταση, με τους μπουζουξήδες Κώστα Παπαδόπουλο, Λάκη Καρνέζη και τον κιθαρίστα Σταύρο Πλέσσα ερμηνεύει τα τραγούδια-μνημεία, που έκτοτε ταυτίστηκαν με τους αγώνες του ελληνικού λαού: «Απρίλης», «Το όνειρο», «Ενα δειλινό», «Τον Παύλο και τον Νικολιό», «Στα περιβόλια», «Δοξαστικό»

Το μόνο ορχηστρικό είναι η εισαγωγή «Δοξαστικό», που προαναγγέλλει τα τραγικά δρώμενα, με τον Μίκη Θεοδωράκη να διευθύνει τους μουσικούς. Σολίστες, οι μπουζουξήδες Κώστας Παπαδόπουλος και Λάκης Καρνέζης, ο κιθαρίστας Σταύρος Πλέσσας κι ο πιανίστας Γιάννης Διδίλης.

Το πρόγραμμα της παράστασης συνοδεύεται από την «Ανοικτή επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη». Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«Αγαπητέ φίλε,

 […] Μπορώ νομίζω να πω ότι ο στόχος μου ήταν κατ’ αρχήν πολιτικός.

»Σε στιγμές τόσο κρίσιμες για το έθνος και το λαό, πιστεύω πως ο ζωντανός καλλιτέχνης πρέπει να καταπιάνεται με έργα και με ενέργειες που θα βοηθήσουν άμεσα για να λυθεί η κρίση για να βρεθεί διέξοδος.

»Πιστεύω πώς ο μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε τη μάχη μπροστά στην ιστορία και στον πολιτισμό, είναι, αυτή τη στιγμή, η αληθινή ΕΝΟΤΗΤΑ.

»Όχι ενότητα συμβατική, σκόπιμη. Ενότητα τακτική-αλλά ενότητα ουσιαστική όλων των Ελλήνων.

»Ανήκω στην προοδευτική παράταξη. Σήκωσα το βάρη του διχασμού. Όμως είμαι έτοιμος να δώσω το χέρι και να ξεχάσω για πάντα, τα μαρτύρια και τις εξορίες, αν πρόκειται να συμφωνήσουμε γύρω από ένα πλατύ πρόγραμμα που θα εξασφαλίζει την αναγέννηση της πατρίδας.

»Ξέρω ακόμα πως αν αυτή τη στιγμή δεν βρεθεί ο τρόπος για να γίνει αυτή η ενότητα πραγματικότητα, μας περιμένουν καινούργιες σκληρές δοκιμασίες που θα καθυστερήσουν σε βαθμό επικίνδυνο την παρουσία του έθνους μας ανάμεσα στη μεγάλη οικογένεια των λαών της γης, καθώς ο ένας με τον άλλον μπαίνουν στο δρόμο της δημιουργικής αναγέννησης.

»Έτσι για να πετύχω αυτή την εθνική αφύπνιση, μεταχειρίζομαι μέσα στο έργο μου τρόπους οξείς – αλήθειες πικρές – και μεθόδους καυτερές, που σοκάρουν. […].

»Δεν είπα ψέματα, ούτε προσπάθησα να ξεγελάσω κανένα.

»Πήρα την πεμπτουσία, τους αρμούς της ζωής που ζήσαμε.

»Έδειξα το πρόσωπο της Ιστορίας που πλάσαμε, και που όλοι μας λίγο ως πολύ, είμαστε υπεύθυνοι δίχως ψιμύθια και εξωραϊσμούς.

»Θέλω να ξέρεις καλά πως αν στάθηκα, αν στέκομαι κι’ αν θα σταθώ ακόμα, αυτό το χρωστώ αποκλειστικά στη δική σου έμπρακτη και δυναμική συμπαράσταση.

»Δεν έχω δύναμη άλλη καμιά, παρά μονάχα αυτή που μου δίνεις εσύ.»

 

Ο Μάνος Κατράκης (Τυφλός} με την Βέρα Ζαβιτσιάνου (Ισμήνη) σε μια σκηνή του έργου, που εμφανώς παραπέμπει στην σοφόκλεια τραγωδία «Οιδίπους επί Κολωνώ» και δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του έργου ως λαϊκής τραγωδίας (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο)

Το καλοκαίρι το 1980, το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» ανεβαίνει εκ νέου, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, στο θέατρο «Αθήναιον». Τότε, ακούγεται κι η λογοκριμένη «Αλυσίδα»: Ορισμένοι στίχοι, που «έκοψε» το αστικό κράτος εκείνης της εποχής:

 

Την αλυσίδα τη βαριά, την κάνω χελιδόνι
τη φυλακή τη σκοτεινή, την κάνω ξαστεριά
Την αλυσίδα τη βαριά, εγώ κι εσύ κι εσύ κι εσύ
την κόβουμε μαζί


Σπάσε την αλυσίδα με τα σίδερα!
Φτιάξε την αλυσίδα με τα κύματα!
Σπάσε την αλυσίδα με τα σίδερα!
Φτιάξε την αλυσίδα με τα σύννεφα!


[…]


Την αλυσίδα που μιλά, εγώ κι εσύ κι εσύ κι εσύ
τη φτιάχνουμε μαζί!
Η λευτεριά κερδίζεται!
Η λευτεριά κερδίζεται!


[…]

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ IΣΤΟΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

 

ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πέλος Κατσέλης

ΣΚΗΝΙΚΑ-ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Νίκος Νικολάου

ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΕΣ: Ζουζού Νικολούδη

 

Το εξώφυλλο του προγράμματος (έργο του Νίκου Νικολάου) κι η «Ανοιχτή Επιστολή Μίκη Θεοδωράκη», που το συνόδευε. Εκείνη την πολιτικά ταραγμένη και ρευστή ιστορική περίοδο-έναν χρόνο μετά θα δολοφονηθεί ο Γρηγόρης Λαμπράκης- πίστευε «πως ο μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε τη μάχη μπροστά στην ιστορία και στον πολιτισμό, είναι, αυτή τη στιγμή, η αληθινή ΕΝΟΤΗΤΑ.» (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο & Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη)

ΔΙΑΝΟΜΗ

ΠΡΩΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ (Παπαμερκουρίου)

ΜΑΝΝΑ: Λούλα Ιωαννίδου

ΠΑΥΛΟΣ, γιός της, 20 ετών (αριστερός): Νίκος Ξανθόπουλος

ΑΝΔΡΕΑΣ, γιός της, 25-30 ετών (δεξιός): Κώστας Παππάς

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ (Στεφάνου)

ΠΑΤΕΡΑΣ: Θόδωρος Καμενίδης

ΜΑΝΝΑ: Μαρία Δημητριάδου

ΙΣΜΗΝΗ, κόρη τους, 18 ετών: Βέρα Ζαβιτσιάνου

ΠΕΡΙΚΛΗΣ, γιός τους, δεξιός: Γιώργος Μπέλλος

 

ΤΡΙΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

ΜΑΝΝΑ: Μπέττυ Αρβανίτη

ΝΙΚΟΛΙΟΣ, 20-25 ετών (αριστερός):  Γιώργος Κατσάρας

ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Κος ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ: Γιώργος Βλαχόπουλος

ΠΟΠΗ, κόρη του: Ζωή Παπαδοπούλου

 

ΤΑΚΗΣ, αρχηγός των Δεξιών: Θόδωρος Έξαρχος

ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ, που σκότωσαν το παιδί της: Δέσποινα Μπεμπεδέλη

ΕΝΑΣ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ μαζί με τους άντρες του: Νίκος Πασχαλίδης

ΕΝΑΣ ΤΥΦΛΟΣ: Μάνος Κατράκης

ΜΑΡΙΑ, κόρη του, 16 ετών: Μαρία Κωνσταντάρου

ΧΑΡΟΣ, με άσπρο κοστούμι και παπιγιόν: Μάκης Πανώριος

ΓΡΗΓΟΡΗΣ, αρχηγός των ανταρτών με τους άντρες του: Κώστας Χρέλιας

ΛΑΪΚΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

ΛΑΪΚΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ: Κώστας Παπαδόπουλος-Λάκης Καρνέζης (μπουζούκι), Σταύρος Πλέσσας (κιθάρα)

ΛΑΪΚΟΙ ΧΟΡΕΥΤΕΣ: Δ. Απυρανθίτης, Α. Μίχας, Ζ. Σοκορέλλης

ΟΜΑΔΑ ΠΑΝΤΟΜΙΜΑΣ (Μάννα και δύο αδέλφια): Ζουζού Νικολούδη (Λυδία Γραβάνη), Κ. Φραγκόπουλος, Κ. Καραγιάννης.

 

 

 

The post ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ:   «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» (15 Οκτώβρη 1962)   appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%ce%bc%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%b1%ce%ba%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%bf-%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%b3%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bd/feed/ 0
Φορούγ Φαροχζάντ (1935-1967) & Χίβα Παναχί Δυο ελευθερόφρονες γυναικείες ποιητικές φωνές από το Ιράν https://www.enetpress.gr/%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bf%cf%8d%ce%b3-%cf%86%ce%b1%cf%81%ce%bf%cf%87%ce%b6%ce%ac%ce%bd%cf%84-1935-1967-%cf%87%ce%af%ce%b2%ce%b1-%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%87%ce%af-%ce%b4%cf%85%ce%bf-%ce%b5%ce%bb/ https://www.enetpress.gr/%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bf%cf%8d%ce%b3-%cf%86%ce%b1%cf%81%ce%bf%cf%87%ce%b6%ce%ac%ce%bd%cf%84-1935-1967-%cf%87%ce%af%ce%b2%ce%b1-%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%87%ce%af-%ce%b4%cf%85%ce%bf-%ce%b5%ce%bb/#respond Fri, 04 Nov 2022 12:14:08 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=79937 Διώχτηκαν και φυλακίστηκαν από την μοναρχία και την θεοκρατία 

The post Φορούγ Φαροχζάντ (1935-1967) & Χίβα Παναχί Δυο ελευθερόφρονες γυναικείες ποιητικές φωνές από το Ιράν appeared first on Enetpress.

]]>

Η πρόσφατη άγρια δολοφονία της 22χρονης κουρδικής καταγωγής Ιρανής Μαχσά Αμινί, λόγω «άσεμνης» ενδυμασίας, από το στυγνό  θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν, ξεσήκωσαν όλες τις γυναίκες του προοδευτικού παγκόσμιου χάρτη.

Διαμαρτυρόμενες οι ομόφυλες της άφησαν τα σπίτια τους και βγήκαν στους δρόμους, όπως είχαν πραγματοποιήσει, πριν από 43 χρόνια (1979), εκατό χιλιάδες αγωνίστριες, οι οποίες πλημμύρισαν το κέντρο της Τεχεράνης ενάντια στην κατάργηση των δικαιωμάτων των γυναικών.

Το ασφυκτικό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, ελέω θεοκρατίας, δεν αφήνει τις γυναίκες ν’ αναπνεύσουν σε σχέση ισοτιμίας προς τους άντρες και να διεκδικήσουν την ιδιαιτερότητα του φύλου τους. Ωστόσο  δεν είναι μόνον σημερινή υπόθεση τής δεμένης στα δεσμά του ισλάμ ανδροκρατούμενης χώρας.

Η κατ’ όνομα επανάσταση του 1979 εναντίον της δυναστείας Παχλαβί, σύντομα μετατρέπεται σε απολυταρχικό καθεστώς από τον φανατικό σιίτη ηγέτη Αγιοταλάχ Χομεϊνί. Μία από τις εναρκτήριες πράξεις καταστολής του ήταν η απόφασή του να πνίξει στο αίμα την επαναστατημένη εργατική πρωτοπορία και να θέσει εκτός νόμου έναν από τον εκφραστή της, το κομμουνιστικό κόμμα Τουντέχ.

Η εκσυγχρονιστική «Λευκή Επανάσταση» στις αρχές του   ’60, έριξε αλάτι στις πληγές της εργατικής τάξης, αφού ο «Θρόνος του Παγωνιού», εκβιομηχανίζοντας την χώρα, δημιούργησε μία νέα «αστική» τάξη, δίνοντας κίνητρα προς αυτή την κατεύθυνση στους μεγαλοϊδιοκτήτες γης.  Κάτοχος μεγάλων γαιών ήταν το ισλαμικό ιερατείο,  το οποίο αντιδράει, πόσο μάλλον που η βασιλεία πήρε από τα χέρια των ουλεμάδων το εργαλείο της επιβολής της, την μαντήλα χιτζάμπ.

Ποιήματα της πρόωρα χαμένης Ιρανής ποιήτριας Φορούγ Φαροχζάντ (1935-1967), η οποία εναντιώθηκε στην βασιλεία των Παχλαβί και στους φανατικούς ισλαμιστές, ακούστηκαν από τα χείλη χιλιάδων γυναικών, που βγήκαν στους δρόμους, μετά την αποτρόπαια δολοφονία της κουρδικής καταγωγής Ιρανής Μαχσά Αμινί

Η πρόωρα χαμένη σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα ποιήτρια και κινηματογραφίστρια Φορούγ -στα περσικά σημαίνει «Φως»- Φαροχζάντ (1935-1967) ζει στο πετσί της  την ασφυξία του βασιλικού καθεστώτος και των φανατικών ισλαμιστών, που ακόμη καθορίζουν τα κυρίαρχα ήθη. Ο γάμος της σε νεαρή ηλικία, από τον οποίο θ’ αποκτήσει ένα αγόρι, δεν θ’ ευοδωθεί. Η οικογένεια του συζύγου της, μετά τον χωρισμό του ζευγαριού, θα κρατήσει σε συναισθηματική ομηρία το παιδί, μακριά από την μητέρα του, καθώς η πατριαρχία είναι φωλιασμένη στη κοινή ιρανική συνείδηση.

Εκείνη θ’ εναντιωθεί σ’ αυτή την συντηρητική επιλογή, αναζητώντας διέξοδο στην χειραφέτηση, η οποία θα εκφραστεί κυρίως μέσα από   τα ποιήματά της.  Οι τέσσερις συλλογές της και η ταινία της «Το σπίτι είναι μαύρο», όπου αποτυπώνει την καθημερινότητα των λεπρών, δεν συντονίζονται με το κυρίαρχο ιδεολόγημα της ψευδούς ανάπτυξης. Τα θύματα είναι οι εργάτες, οι εργαζόμενοι, οι εξαθλιωμένοι που αντιμετωπίζονται από το καθεστώς ως μιάσματα.

«Η τέχνη»,  έχει δηλώσει, «είναι ο πιο δυνατός έρωτας, και τον νοιώθεις ολοκληρωτικά, όταν του παραδίνεσαι. Αγαπώ την δικιά μας Τεχεράνη, μόνο εκεί η ύπαρξή μου βρίσκει λόγο να υπάρχει. Αγαπώ αυτόν τον αποχαυνωτικό ήλιο της, τα βαριά σούρουπά της, τα χωματένια δρομάκια της, τους κακομοίρηδες, τους απένταρους αγαπώ.»

Ποιήματά της Φορούγ Φαροχζάντ  τα απάγγειλαν γυναικεία χείλη στις πρόσφατες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας εναντίον της δολοφονίας της Μαχσά Αμινί. Ένα απ’ αυτά, σε απόδοση του Καμάλ Νιρουμάντ Ραχιμί  (ιστότοπος εκδόσεων «24 γράμματα»):

 

  Η αιχμάλωτη

 

Σε λαχταρώ, παρόλο που ξέρω ότι ποτέ,

δε θα μπορέσω να σ’ αγκαλιάσω  ολόκαρδα.

Είσαι ο γαλάζιος καθαρός, ουρανός.

Κι εγώ στη γωνιά, σε κλουβί, είμαι το αιχμάλωτο πουλί.

Πίσω από τα κρύα και τα σκοτεινά κάγκελα,

σε σημαδεύω έκπληκτη με μετανιωμένο βλέμμα.

Μπας και κάποιο χέρι να βρεθεί, και ν’ ανοίγω φτερά προς εσένα.

Ονειρεύομαι πως σε μια στιγμή αμέλειας,

μπορεί να πετάξω από τούτη τη σιωπηρή φυλακή.

Ακόμα κι αν ο φύλακας το θελήσει,

δεν μου έχει μείνει ανάσα, αλλά ούτε αεράκι για να με απογειώσει.

Πίσω από τα κάγκελα κάθε λαμπερό πρωί,

το βλέμμα ενός παιδιού μου χαμογελά.

Κι όταν αρχίσει το τραγούδι της χαράς μου, τα χείλη του μου     προσφέρουν το φιλί.  

Ω ουρανέ, θέλω μονάχα μια μέρα,

να πετάξω απ’ αυτό το βουβό κελί.

Τι ν’ απαντήσω στα μάτια του κλαμένου παιδιού;

Ξέχασέ με, ουρανέ, είμαι το αιχμάλωτο πουλί.

Είμαι το κεράκι που σκορπάει φως στα χαλάσματα, με τη φλόγα της καρδιάς του.

Εάν θελήσω να διαλέξω το σιωπηλό σκοτάδι, θα φέρω τη φωλιά μου στα χαλάσματα.

 

Η 42χρονη κουρδικής καταγωγής Ιρανή Χίβα Παναχί, η οποία μένει μόνιμα στην χώρα μας, εδώ και είκοσι δύο χρόνια, γεννιέται στο ιρανικό Κουρδιστάν. Η ζωή της ανατρέπεται, όταν στα 1997 αποφασίζει δημόσια ν’ αντιδράσει στον λιθοβολισμό μιας γυναίκας.  Της στερούνται τα πολιτικά δικαιώματα και της απαγορεύουν να βγάλει διαβατήριο. Μετά από δύο χρόνια διώξεων, αποδέχεται πρόταση του Υπουργείου Εξωτερικών και μεταναστεύει στην Ελλάδα.

Η 42χρονη κουρδικής καταγωγής Ιρανή ποιήτρια Χίβα Παναχί ζει μόνιμα στην Ελλάδα και δηλώνει «Κούρδισσα, Ιρανή και Ελληνίδα.», «’Εχω δοκιμάσει στο πετσί μου την παράνοια των μουλάδων», είναι η αντίδρασή της, μετά τους αγώνες της εναντίον του θεοκρατικού καθεστώτος του Ιράν

Ποιήτρια, επιστήμονας-σπουδές κοινωνιολογίας και πολιτικής επιστήμης στο Πάντειο- και ακτιβίστρια εκδίδει στα ελληνικά, αφού έχει κατακτήσει την γλώσσα φιλοξενίας, την ποιητική συλλογή «Τα μυστικά του χιονιού» (εξώφυλλο: ο πίνακας «Το Δέντρο της Ζωής» της Κατερίνας Βαλαωρίτη, εκδόσεις «Μαΐστρος», 2008).  Περιλαμβάνει ποιήματα που γράφονται από το 1993 έως 2008.

Εν τω μεταξύ, όσο προχωράει βαθύτερα στο νέο γλωσσικό όργανο της, μεταφράζει στα κουρδικά τον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, τον οποίο χαρακτηρίζει «έπος, επαναστατικό και ρομαντικό». Κι ακολούθως αναμετριέται με τα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη, γιατί πιστεύει στις αξίες της ελευθερίας, του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας.

Το εξώφυλλο της ποιητικής συλλογής της Χίβα Παναχί, «Τα μυστικά του χιονιού», που πρώτα γράφτηκε στα κουρδικά και μεταφράστηκε στα ελληνικά από την ίδια την δημιουργό της. «Η ποίησή της ανήκει στη μεγάλη περσική παράδοση με μια έντονη χροιά σκληρών αισθημάτων προερχόμενων από την κουρδική καταγωγή της που την χρωματίζουν δραματικά», έχει γράψει ο αείμνηστος ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης (1921-2019)

«Το όνειρό μου; Να ριζώσω κάπου. Να μη με καλούν πιά αλλοδαπή. Η ταυτότητά μου; Είμαι Κούρδισσα, Ιρανή και Ελληνίδα», αυτοπροδιορίζεται. Όμως, δεν θέλει να έχει καμμιά με κάθε είδους φανατισμό: «Ο εθνικισμός και το μίσος για τους άλλους είναι αρνητικά, αλλά η φιλοπατρία  είναι κάτι θετικό, το να αγαπάς την πατρίδα σου σημαίνει να μπορείς να στέκεσαι στα πόδια σου, να ξέρεις πού πηγαίνεις και αδιάκοπα ν’ αγαπάς.» Δυο ποιήματά της:

 

  Ξενιτιά

Η καρδιά έγινε μουσείο

Ο μόνος που έρχεται επίσκεψη

Η μοναξιά

 

Ο Ύμνος της Ειρήνης για μας

 

Όταν σκοτώθηκαν οι πεταλούδες χορεύοντας

Τα κύτταρά μου από μοναξιά φούντωσαν

Εκρήγνυμαι από φωτιά

Για το ναό του έρωτα

Ασταμάτητα τραγούδια

Ένα σύμπαν ειρήνης πρέπει για μας

 

 

 

 

 

 

 

    

      

 

 

 

The post Φορούγ Φαροχζάντ (1935-1967) & Χίβα Παναχί Δυο ελευθερόφρονες γυναικείες ποιητικές φωνές από το Ιράν appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bf%cf%8d%ce%b3-%cf%86%ce%b1%cf%81%ce%bf%cf%87%ce%b6%ce%ac%ce%bd%cf%84-1935-1967-%cf%87%ce%af%ce%b2%ce%b1-%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%87%ce%af-%ce%b4%cf%85%ce%bf-%ce%b5%ce%bb/feed/ 0
Βλαστιμίλ Βοντρούσκα: Ο παραμυθάς της τσεχικής λογοτεχνίας https://www.enetpress.gr/%ce%b2%ce%bb%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%bc%ce%af%ce%bb-%ce%b2%ce%bf%ce%bd%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%ba%ce%b1-%ce%bf-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bc%cf%85%ce%b8%ce%ac%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82/ https://www.enetpress.gr/%ce%b2%ce%bb%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%bc%ce%af%ce%bb-%ce%b2%ce%bf%ce%bd%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%ba%ce%b1-%ce%bf-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bc%cf%85%ce%b8%ce%ac%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82/#respond Thu, 10 Mar 2022 18:39:03 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=78235 Ο κόκκινος σκίουρος και η σαλαμάνδρα της φωτιάς του βοημικού δάσους κυκλοφορούν ως θεατές στις πράξεις και στις τελετές αυτού του μεσαιωνικού έπους

The post Βλαστιμίλ Βοντρούσκα: Ο παραμυθάς της τσεχικής λογοτεχνίας appeared first on Enetpress.

]]>

Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Η τσεχική λογοτεχνία, όπως όλες οι λογοτεχνίες που φέρουν ως βάρος την κατηγοριοποίηση ότι ανήκουν στις μικρές γλώσσες, όταν «σκαλίσεις» το υπέδαφός της, ως άλλος αρχαιολόγος, θ’ ανασύρεις στην επιφάνεια θησαυρούς. Ακόμη κι αν δεν είναι πολύτιμα αντικείμενα, ακόμη κι αν είναι «ταπεινά» πήλινα ευρήματα, ακόμη και τότε, έχεις κάνεις ένα πρώτο βήμα για να γνωρίσεις την Χώρα του Βοημικού Στέμματος, όπως παλαιότερα ονομαζόταν αυτός ο γεωγραφικός χώρος, που η δική μου η γενιά την γνώρισε με το όνομα Τσεχοσλοβακία.

Μετά την αντεπανάσταση που ονομάστηκε κατ’ ευφημισμόν Βελούδινη Επανάσταση-αφού ήταν αναίμακτη-και την είσοδο της Τσεχίας ως ανεξάρτητο εθνικό κράτος στο περιβάλλον της ελεύθερης αγοράς ή του καπιταλισμού αν προτιμάτε, αυτή η πολύδροση, πολύχρωμη και πολυρρυθμική κεντροευρωπαϊκή χώρα αξίζει την προσοχή μας και τον σεβασμό μας.

Με οδηγούς τον κόκκινο σκίουρο και την σαλαμάνδρα της φωτιάς, ένα τετράποδο κι ένα ερπετό, τα οποία ενδημούν στις δασώδεις εκτάσεις του τσεχικού βιοκλίματος, θα προσπαθήσουμε να σας εισαγάγουμε στο πνεύμα και στο γράμμα του 67χρονου Βλαστιμίλ Βοντρούσκα, ενός από τους ευπώλητους συγγραφείς στης σύγχρονης τσεχικής λογοτεχνίας.

Το βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά «Το στιλέτο και το φίδι» από τις εκδόσεις Historical Quest (σε μετάφραση από το πρωτότυπο της ‘Αννας Τσακαλίδου), ανήκει στο λογοτεχνικό είδος του ιστορικού μεσαιωνικού μυθιστορήματος, με κυρίαρχα τα στοιχεία της αστυνομικής περιπέτειας, μ’ έναν κάποιο αναχρονισμό, αφού ο κύκλος με τα είκοσι επτά μέρη -που πρωτοκυκλοφόρησε το 2002-, «Οι υποθέσεις του βασιλικού δικαστή Όλντριχ του Χλουμ. Οι αμαρτωλοί άνθρωποι του βασιλείου της Τσεχίας» εντάσσεται χρονικά στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα-που και τότε είχαμε κλέφτες, αλλά απουσίαζαν η ένστολη αστυνομία, οι επιθεωρητές της και οι ιδιωτικοί ντετέκτιβ.

Η ιδρυτική πράξη του τσεχικού έθνους

Αν θέλουμε να αναγνώσουμε τον Βοντρούσκα, με όρους της ιστορικής επιστήμης, θα ανατρέχαμε στην ιδρυτική πράξη του τσεχικού έθνους από τον βασιλικό οίκο των Πρεμυσλιδών, που κυβέρνησε από τον 9ο έως το 13ο αιώνα ως μέρος της Ιεράς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Εν προκειμένω, πρέπει να στραφούμε στα χρόνια της βασιλείας του Πρεμύσλ Β’ του Οτακάρ, ο οποίος ενδυνάμωσε την σχέση του με τα δυτικά γερμανόφωνα βασίλεια κι έφερε τα ήθη της αυλικής ποίησης, της Minnesang, στην υπό δημιουργία τσέχικη λογοτεχνία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το «Χρονικό της Βοημίας» που γράφτηκε από το 1119 ώς 1125 από τον Κοσμά της Πράγας δικαιολογεί και δικαιώνει την νέα κατάσταση πραγμάτων που αντικατέστησε την ισχύ και την εξουσία των εν διασπορά φεουδαρχών.

Αφού παραθέσαμε ορισμένα στοιχεία για την εποχή που εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα, ας περάσουμε σ΄αυτό καθ’ αυτό το έργο και να διερευνήσουμε τι επιχειρεί ο Βλαστιμίλ Βοντρούσκα. Ο συγγραφέας, ο οποίος έχει κατηγορηθεί ότι αναπαραγάγει πρότυπα ρατσιστικά, λαϊκιστικά, εθνικιστικά και φαλλοκρατικά, αυτός αντιτάσσει ότι επιμένει στην ταυτότητα των δύο φύλων, στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθερότητα της μοναρχίας των Αψβούργων, στο περίκλειστο κι ασφαλή κόσμο του έθνους-κράτους, έστω κι ως ετερόνομο μέρος μιας αυτοκρατορίας, υψώνοντας την σημαία της εθνικής αυτάρκειας κι αυτονομίας, έστω και ετεροπροσδιορισμένης από ένα ξένο κέντρο εξουσίας. Αν και παλαιός αξιωματούχος του κομμουνιστικού κόμματος, στην μετασοσιαλιστική εποχή άλλαξε κατεύθυνση, γιατί κατάλαβε ότι είχε αλλάξει και το ακροατήριο του.

Μία διασκεδαστική αστυνομική περιπέτεια

Γι’ αυτό το έργο, παρά την αναμφισβήτηση λογοτεχνική του αξία, παραμένει προσκολημμένο στα φαντάσματα του ασφαλούς και αρραγούς παρελθόντος, τόσο μακρινό για να μην θυμίζει σημερινά δεινά και τόσο οικείο για να δίνει πεδία ταύτισης του αναγνώστη με το γνώριμο τσεχικό εθνικό κοσμοείδωλο. Όμως, προσοχή. Ο ξένος φίλος της αστυνομικής λογοτεχνίας που δεν έχει βιώσει την τσέχικη εμπειρία, μπορεί να διασκεδάσει, μ’ αυτή την ευφάνταση περιπέτεια, τα παροντικά προβλήματά του, πριν την έλευση της πανδημίας του κορονοϊού και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που προκαλεί ενεργειακούς μετασεισμούς, με θύματα κυρίως τα λαϊκά στρώματα.

Χωρίς να συνομιλεί με το μοντερνιστικό λογοτεχνικό πείραμα, που δεν θέμα λογοτεχνικού πρώτου υλικού, αλλά ο τρόπος που το επεξεργάζεται, επιλέγει το οριζόντιο αφηγηματικό προσκηνιακό μέρος του νοήματος, χωρίς να ζητά από τον αναγιγνώσκοντα την καταβύθιση στην προθετικότητα του εαυτού και στην διασύνδεσή του με τα άλλα υποκείμενα της Ιστορίας. Ούτε φυλακίζει τους κεντρικούς ήρωες του στην γυάλα του υποκριτικού ιστορισμού, αλλά τους δίνει δύναμη και πνοή από τον ρόλο τους, ώστε να μην κινούνται ως μαριονέτες που κινεί τα νήματα τους ο παντογνώστης συγγραφέας.

Ο δίκαιος, ο διανοούμενος, ο πολεμιστής

Ο βασιλικός προκουράτορας, ο ανώτατος έπαρχος και δικαστής Όλντριχ του Χλουμ και οι δύο συνοδοί του, ο ιπποκόμης Ότο και ο διοικητής Ντιβίς, εκπροσωπούν τον ισορροπιστή δίκαιο, τον χαριτωμένο διανοούμενο και τον αυστηρό πολεμιστή, τρεις κυρίαρχες ανδρικές ιδιότητες του 13ου αιώνα, έννοιες φορτισμένες από τις αξίες του ιπποτισμού. Το φονικό του άρχοντα Γίντριχ του Ντονίν και η διαλεύκανσή του, γίνεται η αφορμή για τον Βλαστιμίλ Βοντρούσκα, χωρίς να αναζητήσει προθέσεις σ’ ένα αστικό βιομηχανικής ανάπτυξης, όπως το μοντέλο του Σέρλοκ Χολμς, αλλά να αφεθεί στον μεσαίωνα ως πεδίο, στο οποίο ο ηρωισμός είχε άμεση σχέση με τον πολεμιστή-χειρωνάκτη που πολεμούσε σώμα με σώμα με τον αντίπαλό του. Χωρίς όμως να βαραίνει το σκηνικό και την σκηνοθεσία με αναίτιες συγκρούσεις και ποταμούς αίματος, όπως στις χολυγουντιανές ταινίες, ο Τσέχος συγγραφέας αναζητά την βασιλεία επί γης ως την μόνη δίκαιη και αδιαπραγμάτευτη λύση.

Μία κάποια αίσθηση του κωμικού ως υποδόρια κλήση στην ματαιότητα της ζωής, όταν η καθημερινότητα, πριν και μετά τις μάχες, χαστουκίζει την σοβαροφάνεια, διαπνέει από την πρώτη έως την τελευταία σελίδα το μυθιστόρημα «Το στιλέτο και το φίδι», ιδιαίτερα στις σκηνές διασκέδασης, με άφθονες ποσότητες ζύθου. Ο κόκκινος σκίουρος και η σαλαμάνδρα της φωτιάς του βοημικού δάσους κυκλοφορούν ως θεατές στις πράξεις και στις τελετές αυτού του μεσαιωνικού έπους, συμβολίζοντας το χώμα και τον άνεμο της Τσεχικής Δημοκρατίας. Που το οικοσύστημα της δεν είχε ακόμη διαταραχθεί από την ψευδεπίγραφη πράσινη ανάπτυξη και ζητούν κι αυτά τα πλάσματα να βρουν χώρο στο αφήγημα του τσεχικού έθνους. Δεν θ’ αργήσει φανταζόμαστε ο Βλαστιμίλ Βοντρούσκα, αυτός ο παραμυθάς της τσεχικής λογοτεχνίας, να γράψει την ιστορία της πατρίδας του, μέσα από τα μάτια των ζώων, αυτών των απάτριδων σιωπηλών μαρτύρων.

The post Βλαστιμίλ Βοντρούσκα: Ο παραμυθάς της τσεχικής λογοτεχνίας appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%ce%b2%ce%bb%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%bc%ce%af%ce%bb-%ce%b2%ce%bf%ce%bd%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%ba%ce%b1-%ce%bf-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bc%cf%85%ce%b8%ce%ac%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82/feed/ 0
Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Το τοτέμ των αμάχων https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%84/ https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%84/#respond Wed, 09 Feb 2022 15:03:02 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77915 Χόρευαν χορούς κυκλοτερείς και ούρλιαζαν στο τοτέμ των αμάχων, που όποιος τους έβλεπε θα στοιχημάτιζε ότι έχουν πέσει σε βακχεία...

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Το τοτέμ των αμάχων appeared first on Enetpress.

]]>
Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Ορθωνόταν μία στήλη φωτός κι όπως ο άνεμος φυσούσε από άγνωστον εστία, κανείς δεν κοιτούσε προς την κατεύθυνσή του, καθώς φυσομανούσε μέσα στα ριπίδια του που κουνούσαν τις αχυροσκεπές με τέτοια βία, ώστε ανάγκασαν το σιδηρούν παραπέτασμα να υποχωρήσει με τέτοιο θόρυβο, ώστε να αποκαθηλωθούν οι δυνάμεις της ωθήσεως με πάταγο επί του εδάφους.

Τον κοιτούσε τον άνεμο κι ο άνεμος κοιτούσε εκείνον, κι ενώ οι θεατές περίμεναν η σκηνή να καταρρεύσει από στιγμή σε στιγμή, αυτή αντί να οδηγηθεί από τον μαγνητισμό προς την γη, ανασηκώθηκε συμπαρασύροντας μαζί της τα υπνωτισμένα βλέμματα που στριφογύρισαν γύρω από την ρίζα τους, προτού χυθούν από τις οπές των οφθαλμών.

Τώρα όλες οι κόγχες άδειες από φως, ανάγκαζαν τα χέρια να υψωθούν πάνω από το δοσμένο ύψος των συναλλαγών, να σηκωθούν πάνω από το ύψος του δούναι και του λαβείν, και τρέμοντας ν’ αναζητήσουν στα κενά του αέρος που είχε γίνει ο έκπτωτος υιός του ανέμου. Αυτός ο σεμνοπρεπής άνθρωπος-θεός που είχε να κουβαλήσει στην πλάτη του όλο το φορτίο, όλων των κατευθύνσεων ανέμων, ενώ ο χωλός Ήφαιστος, χωλός από την ρίψη του ουράνιου μίσους, μοσχοβολούσε καιόμενες δάφνες μέσα σε χύτρα απολλωνίου σοφίας.

Ο πέριξ χώρος δεν θύμιζε ιερό και μαντείο, όλα τα δένδρα είχαν ξεγυμνωθεί από τα φύλλα τους, έστεκαν όρθιοι κορμοί που περίμεναν το τσεκούρι να σφραγίσει τον θάνατό τους με μια τσεκουριά.

Βεβαίως, τα τσεκούρια αν και είχαν ακονιστεί στους τροχούς των συννέφων για να αποκτήσουν το εύπλαστον της βροχής που καταρρέει στα δάκρυα ενός θεού, εν τούτοις όλα τα προμηνύματα σιωπούσαν, αφού οι λέξεις είχαν ανέλθει στον αρχικό σκαλί της αναβάσεως και κοιτούσαν προς τον λόγο, κάπως τρεμάμενες, σαν δάδες εν μέσω νυκτός κάτω από τον θριγκό του ναού.

Μα, ο ναός έτρεμε από σεισμό αγνώστου εστίας, όπως στην αρχή ο άνεμος, η γη σειόταν, κι ενώ το χώμα ανασηκωνόταν όπως ύφασμα που σκεπάζει σώμα με θωπεία, οι ιερείς έτρεχαν με τα ενδύματα κατασχισμένα, να προσκυνήσουν τον γίγαντα του ύφους που απειλητικά είχε ανοίξει τα ποδάρια του σε διαστολή που και τα μεγαλύτερα κρίματα φαντάζουν ποδήρεις γονυκλισίες σε βωμούς που η φωτιά τους γκρέμισε σε ερείπια κι οι στάχτες τα σκέπασαν, όπως θάβουν τον νεκρό με χώμα φρέσκο για να μυρίσει την τελευταία ζωή, προτού επέλθει ο πρώτος θάνατος.

Τώρα, όλοι οι τυφλοί φώναζαν τους ανάπηρους, αφού οι αρτιμελείς είχαν δοξάζει τ όνομά τους και είχαν νομοθετήσει σε άδικες δίκες που χώριζαν τους πολίτες σε κατήγορους και κατηγορούμενους. Περιττό, αν και αναγκαίο ν’ αναφέρουμε ότι η απονομή δικαιοσύνης είχε περάσει στην δικαιοδοσία των μέχρι χθες παρασίτων, αφού κατά τους υγιείς ζούσαν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, απολαμβάνοντας όλες τις ευεργεσίες.

Δεν κουνήθηκε ούτε φύλλο, το πι0 ελαφρό σημείο της πόλεως, που όταν εκινείτο, σηματοδοτούσε ότι ο καιρός θ’ αλλάξει κι όχι προς βορρά ή νότο, αφού ο ορίζοντας είχε γίνει μία κυκλική χοάνη που απορροφούσε κάθε θόρυβο και κάθε κραδασμό. Και σ’ αυτόν τον θόρυβο και σ’ αυτόν τον κραδασμό οι ανάπηροι του έδωσαν λόγο, έναν λόγο που ακούγεται σαν συμπλοκή φωνών, ενώ κάτω από τα πόδια των αντιμαχομένων, η λάσπη κινείται σαν να έχει κοιμηθεί το χώμα με το νερό, τόσα χρόνια που το πιo μαλακό, έχει μετατρέψει τον γήινο φλοιό σε έλος με καλαμιές σηπόμενες που γέρνουν προς την επιφάνεια των υδάτων, συναγωνιζόμενες το βλέμμα του ναρκίσσου.

‘Ολες οι λίμνες είχαν καταβυθισθεί, ενώ από πάνω τους τα όρη έριχναν την σκιά τους από έναν ήλιο που είχε γυρίσει πλευρό στην κλίνη του σύμπαντος, ενώ από πάνω το στερέωμα είχε σβήσει και τον τελευταίο του λαμπτήρα μέσα στο φως το αμυδρό ενός άστρου που κινείται στην τροχιά του μέχρι να καεί ολόκληρο πάνω στην παλάμη που ψάχνει δια της αφής τα αντικείμενα του κόσμου. ‘

Ενα τέτοιο αντικείμενο εκείνη την εποχή την φωτεινή και σκοτεινή, αφού μοιραζόταν στα δυό, όπως στρατοί βρίσκονται ενώπιος ενωπίω στον πεδίον της μάχης, ονομαζόταν ριπίδι, ήτοι χειροκίνητο όργανο αερισμού προσώπου, αφού οι τυφλοί μόνον έτσι αισθάνονταν την κίνηση του ανέμου που σήμαινε ότι η σήμερον είναι μιaν ημέρα για τους ζωντανούς, αφού όλοι οι άλλοι ήταν νεκροί, πλην των αναπήρων πολέμου.

Οι ανάπηροι, ψυχικά και σωματικά, είχαν ιδρύσει την κυβέρνηση παλαιμάχων. ‘Αλλοι θυσιάζαν στον θεό της ζούγκλας κι άλλοι στον χριστιανικό θεό, μόνο που αυτός ο θεός ήταν φιλοτεχνημένος από τα φύλλα των υψηλών τροπικών αιωνόβιων δέντρων.  Είχαν σχεδόν όλοι τους εγκαταλείψει την χριστιανική διαπαιδαγώγησή τους, είχαν ντυθεί με τα ρούχα του φυλάρχου, χόρευαν χορούς κυκλοτερείς και ούρλιαζαν στο τοτέμ των αμάχων, που όποιος τους έβλεπε θα στοιχημάτιζε ότι έχουν πέσει σε βακχεία.

Που και που ένας χωλός Ήφαιστος έσερνε τον ποδάρι του, το χτυπημένο από όλμο, ενώ τον ακολουθούσαν οι μονόχειρες, οι βαδίζοντες με ξύλινες και μεταλλικές βακτηρίες, οι κεκαυμένοι από δερματολογικά νοσήματα, οι μονόφθαλμοι, ένας στρατός αναπήρων που οδηγούσαν τους τυφλούς που εξακολουθούσαν ν’ αναζητούν στο κενό το στήριγμά τους.

Ο λόγος του θεού ήταν ο νόμος της ζούγκλας, γι’ αυτό όλα τα τροπικά δάση ντύθηκαν με τα ενδύματα των λευκών, γιατί περίμεναν τον επόμενο πόλεμο για να γιορτάσουν σε γυμνικούς αγώνες την επανίδρυση του φυσικού συμβολαίου με υπόκρουση τυμπάνων γιά να εορτάσουν την επανίδρυση της ειρήνης επί γης, της ειρήνης στα τροπικά νησιά με τις προσωπίδες του ανέμου, αυτού του ανέμου από άγνωστον εστία, που φύσηξε και σήκωσε τις αχυροσκεπές πετώντας τες κατά πρόσωπο του πολέμου.

 

 

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Το τοτέμ των αμάχων appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%84/feed/ 0
Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Νήπιος κλαυθμός https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bd%ce%ae%cf%80%ce%b9%ce%bf/ https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bd%ce%ae%cf%80%ce%b9%ce%bf/#respond Thu, 03 Feb 2022 10:14:38 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77832 Μολύβια σύννεφα, τόσο βαριά που ο ουρανός δεν άντεξε να τα κρατάει...

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Νήπιος κλαυθμός appeared first on Enetpress.

]]>
του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]
Φωτογραφία: Ομάδα ‘Αστυ

‘Ακουγε μιά φωνή από μέσα του κι ενώ όλοι του έλεγαν να την θέσει σε αυτοέλεγχο, επειδή αυτός δεν καταλάβαινε τι σημαίνει να ελέγχεις τον εαυτό σου, εξακολουθούσε να την ακούει. Είχε ακούσει ότι αυτή η εσωτερική φωνή, είναι η φωνή της συνείδησης, και παρ’ ότι είχε διαβάσει πολλά βιβλία για αυτή την λέξη, δεν καταλάβαινε το νόημα της. «Μήπως έχει σχέση με τις ειδήσεις;» αναρωτιόταν και σιωπούσε μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασης.

Η τηλεόραση ήτο παλαιάς τεχνολογίας, ίσως να θύμιζε ενυδρείο, αν δεν ήταν το γυαλί προβολής των εικόνων που του ερχόταν να το χαϊδέψει, όπως χαϊδεύεις κορμί γυναίκας στα σημεία εκείνα που το χέρι σύρεται με τα ακροδάχτυλα από ανατολών προς δυσμάς, μήπως και ξημερώσει πίσω από τον λοφίσκο του γονάτου ο μικρός ήλιος της γλυκιάς ανατριχίλας που κινεί το σώμα σπαμωδικά σ’ ένα παρατεταμένο αχ!

Αυτή δεν ήταν λέξη, ήταν κραυγούλα κι ενώ είχε περιπέσει σε σιωπή, καθώς δεν μπορούσε να καταλάβει τον ορισμό της συνείδησης, αν και είχε πεσμένο στα πόδια του, κατάχαμα ένα λεξικό φιλοσοφικό, εκδομένο στην Μόσχα που είχε όμως μεταφραστεί και στα ελληνικά από μία ομάδα συνειδητών κομμουνιστών.

«Συνειδητοί κομμουνιστές;» άκουσε την φωνή να ερωτάει από μέσα του χωρίς να αποζητά απάντηση, ενώ απέξω, στον αντικειμενικό κόσμο, στον δρόμο ακουγόταν η στεντόρειος φωνή του πλανόδιου αθιγγάνου «’Ολα τα παλιοσίδερα μαζεύω! Καθαρίζω υπόγεια, ταράτσες, αποθήκες!».

Κόντευε να κοιμηθεί μπροστά στην αφώτιστη οθόνη της τηλεοράσεως κι ενώ τον απασχολούσε το άλυτο ερώτημα τι εστί συνείδησις, αποκοιμήθηκε. Τόσο βαριά που είδε στον ουρανό, πάντα του ονείρου, να περνούν σύννεφα βαριά σαν σίδερα, μολύβια σύννεφα, τόσο βαριά που ο ουρανός δεν άντεξε να τα κρατάει κι αφού τα έσυρε ως ουρά προϊστορικού ζώου σε ξεγελασμένο παιδί, άρχισε να τα βροντάει και να τα ρίχνει επί γης, όπως βομβάρδισαν με τα αεροπλάνα τον λόφο οι κατακτητές στέλνοντας στον θάνατο τον Συνειδητό.

Τον είδε μέσα στην χλαίνη να την φοράει και να μην την φοράει, να πιστεύει και να πιστεύει, να φοβάται και να μην φοβάται, να κλαίει και να μην κλαίει, να σπαράζει και να μην σπαράζει, ενώ τα σύννεφα του χειμώνος εξακολουθούσαν να μαλώνουν πως έπρεπε να τα παρομοιάσει ο συγγραφεύς: με σίδερα ή με μολύβια, γυμνά. Είναι αλήθεια ότι τα μολύβια τα είχε συνδέσει με το καλάμι ψαρέματος, γιατί καθώς κατέβαιναν προς τον βυθό, αυτός σε αντίθεση αισθανόταν να πετάει, μολύβια αυτός και πετονιές, γύρω από το σώμα του, αυτός ο αλιεύς ψυχών ο νοσταλγός των πόλων.

Μπροστά από την οθόνη της παλαιάς και ξεπερασμένης από τις νέες τεχνολογίες τηλεοράσεως περνούσαν ανυπόδυτοι αλιείς ψυχών, με βρόμικα ποδάρια και βρόμικα χέρια στο χρώμα του κατραμιού. Τόσο βρόμικα ήταν που συνειρμικά σκέφτηκε να βάλει φωτιά στο πετρέλαιον της συνειδήσεως, ώστε να πυρποληθούν όλες οι πόλεις και να μην καούν, αλλά να ψηθούν όπως η πανέμορφος πορσελάνη, και στη θέση των ερειπίων τους ν’ ανθίζουν πηγές φαιδρότητος και ευφροσύνης.

Τότε ήταν που τον πήραν τα γέλια κι μέσα στο όνειρο του ονειρεύτηκε ότι ονειρευόταν κι αυτό που ονειρευόταν ήταν η στιγμή της γέννησης και το νήμα που κόβεται, όπως το νήμα του πρόωρου θανάτου. Είδε τον Συνειδητό να πετάει από πάνω την χλαίνη του, να καθαρίζεται από το αίμα του, το βλέμμα του να επανέρχεται στην ζωή, να τον παίρνει από το χέρι και να περιπατούν μαζί στην γειτονία της γειτονιάς και στις γειτονιές του κόσμου. ‘Ηταν όλα κόκκινα, πολύ κόκκινα, σαν να χάραζε άσβεστος αυγή, σαν να είχε σταματήσει να γυρίζει η γη και να είχε σταματήσει στο πρωινό άστρο της αυγής, το εωθινό.

Δεν έλεγε να ξυπνήσει, δεν ήθελε να εγερθεί, για να μην ξυπνήσει ο άλλος του εαυτός, ο αντικειμενικός, αυτός της πραγματικότητος. Και πόσα αντικείμενα έπρεπε να κοιτάξει, προτού συνειδητοποιήσει ότι ο Συνειδητός τον παρακολουθούσε πίσω από την θύρα του ονείρου, πυλωρός, φύλαξ σε πύλη που χωρίζει την Ζωή από τον Θάνατο.

Μιμήθηκε την φωνή του τσιγγάνου κι δεν δίστασε να φωνάξει σαν κι κι αυτόν: «Όλα τα παλιοσίδερα μαζεύω!». Κι ήταν εκεί μπροστά του, κάλυκες από σφαίρες και το τρυπημένο από σφαίρα κρανίο του Συνειδητού κι όπως τον είχε τρυπήσει διαγώνια, έφερε την αχίλλεια πτέρνα στο στόμα κι την σάλιωνε κι όλο την σάλιωνε. «Δεν έχει συνείδηση, δεν ξέρει τι κάνει!», φώναξαν από γύρω.

Μα αυτός δεν έκλαιγε, είχε στερέψει μέσα του ο θρήνος, μόνο γελούσε, γελούσε, γελούσε, όπως τα παιδιά πιάνουν τα ψαράκια με το καλαμίδι και δεν αισθάνονται το βάρος του μολυβιού, αλλά ξημεροβραδιάζονται στον μώλο και δεν βλέπουν τα σκουριασμένα μέταλλα να σήπονται. Τότε οι πόλοι λύγισαν κι όλη η υδρόγειος χώρεσε σε μια παλάμη ενός νεογέννητου που δεν είχε ακόμη ονειρευτεί και δεν γνώριζε αν ήταν ζωντανό ή πεθαμένο.

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Νήπιος κλαυθμός appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bd%ce%ae%cf%80%ce%b9%ce%bf/feed/ 0
Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Τo εικόνισμα των εικόνων https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84o-%ce%b5%ce%b9%ce%ba%cf%8c/ https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84o-%ce%b5%ce%b9%ce%ba%cf%8c/#respond Fri, 21 Jan 2022 11:00:57 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77720 «Δεν ήταν η θρησκευτική πίστη, η οποία είχε προκαλέσει συναισθηματική συγκίνηση, γιατί τότε στο όνομα των αγίων δεν θα είχαν σκοτωθεί τόσοι πιστοί...»

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Τo εικόνισμα των εικόνων appeared first on Enetpress.

]]>
Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Έφερε το χέρι το δεξί, αυτό με το οποίο έγραφε και εν καιρώ ζωγράφιζε, επί της κόμης της κεφαλής του, τραβώντας τις τρίχες μία προς μία, όπως πέφτει η βροχή σε καμπαναριό. Υψώθηκε πάνω από την γη και τα πόδια του, στο σημείο των αστραγάλων, είχαν ένα ζευγάρι φτερών που ανοιγόκλειναν, όπως τα πουλιά πετούν τρελά, πριν την επερχόμενη καταιγίδα.

Το χέρι του, το αριστερό είχαν υπολείμματα από κερί, γιατί την προηγούμενη νύχτα, είχε εισέλθει στον ναό κι είχε ανάψει μια πελώρια λαμπάδα, ίσαμε το μπόι του, μπροστά στα εικονίσματα. Κι αυτά, καθώς φωτίστηκαν, άρχισαν να πετάνε σπίθες, όπως τροχός κόβει το σίδερο κι όπως αυτός δέχεται του στρογγυλού δίσκου την επαφή, αντί να αφήνεται στην χρήση του την μελλοντική, αντιστέκεται με την φωτιά που το γέννησε, ένας κρυμμένος ήφαιστος που κρυφοκοιτάει.

«Μα αυτό δεν είναι αμόνι», απολογήθηκε μπροστά στην εικόνα που τον κοίταζε στα μάτια, ενώ ένα δάκρυ κατέβαινε, από το μάτι, αυτό που είχε συλλάβει την εικόνα μέσα στο εικόνισμα. Δεν ήταν η θρησκευτική πίστη, η οποία είχε προκαλέσει συναισθηματική συγκίνηση, γιατί τότε στο όνομα των αγίων δεν θα είχαν σκοτωθεί τόσοι πιστοί.

«Δεν είμαι άγιος», σκέφτηκε, «αλλά μπορώ να διακρίνω ανάμεσα στις εικόνες οφθαλμαπάτες». ‘Ετσι, έβλεπε στο εικόνισμα του ευαγγελισμού, μία γραμμή να στρέφεται προς τα αριστερά και να εκτείνεται εις το βάθος του, έως εκεί όπου τα ερείπια ενός αρχαίου ναού είχαν ομορφύνει από την χρήση ενός πυρακτωμένου σίδερου, όπως καυτό αφήνει την σφραγίδα στα βαριά τεράποδα του μουγκανίσματος.

Τότε, αισθάνθηκε ένα καυτό σίδερο να του αφήνει στον μηρό το αποτύπωμα της σοφίας τόσο καυτής που όσο περνούσε η ώρα, απροσδιόριστη ωστόσο, καθώς ο χρόνος είχε καθήσει πάνω σ’ ένα υπέρθυρο και κοιτούσε ως δικαστής που δικάζει και αποδικάζει εις μίαν νεφελοκοκκυγίαν.

Τότε αισθάνθηκε ένα πτηνό ν’ ανοίγει τα φτερά μέσα στα σωθικά κι αυτά, καθώς φούσκωναν, όπως αερόστατο από τον καυτό αέρα ενός φυσερού σιδηρουργίας, σηκώθηκε χωρίς χέρια και πόδια, μετεωρίστηκε στο κενό, αλλά καθώς ο άνεμος είχε ανακοπεί, έπεσε με το πρόσωπο επί του χώματος κι αφού σύρθηκε επ’ ολίγον, δεν ακινητοποιήθηκε.

‘Αρχισε να στριφογυρνά γύρω από τον εαυτό του, μ’ όλα τα πούπουλα να σηκώνονται, όπως χτυπάς ένα μαξιλάρι με δύναμη μέχρι του σημείου να απομείνει στα χέρια η υφή του υφάσματος που έχει λιώσει σε εντάφια προσωπίδα. Σφυρηλατημένη σε εργαστήριο, όταν οι θεοί είχαν αποφασίσει να αναχωρήσουν από την επίγεια διασκέδασή της, ορκιζόμενοι ότι από τούδε και στο εξής θα επισκέπτονταν τους θνητούς σε αποδράσεις εντός χρόνου.

Εκείνη την εποχή, όλα τα μαξιλάρια είχαν καταργηθεί, αφού ελάχιστοι μπορούσαν να κοιμηθούν από τους ολονύκτιους αεροπορικούς βομβαρδισμούς που είχαν στοχοποιήσει το καμπαναριό, επειδή θεωρούσαν οι αξιωματικοί κατόπιν εντολής της πολιτικής ηγεσίας ότι προκαλούσε τους ουρανούς με την αιχμηρή του κατασκευή.

«Είμαι ένα γκρεμισμένο καμπαναριό», μονολόγησε κι κλώτσησε την καμπάνα που είχε πέσει μαζί με τα συντρίμμια κατάχαμα. Μα, όσο την κλωτσούσε, αυτή αναστέναζε, όπως γυναίκα ετοιμόγεννη, όπως σε άλλο χρόνο γυναίκα σε βακχεία, ακουγόταν να οδύρεται αργότερα και δεν σταμάτησε να κλαίει γοερά, όπως μοιρολογίστρα πάνω από τον νεκρό αιώνα. Είχε σιγήσει, αφού από τις πολλές κλωτσιές δεν αισθανόταν πλέον τίποτα, παρά μόνον την αντήχηση της μεταλλικής φωνής φερμένης από το παρελθόν της δημιουργίας της.

Δημιουργός της, ο σκελετωμένος καμπανιστής με βοηθό του ένα ανάπηρο παιδί, χωλό από το ένα του πόδι και το άλλο παραμορφωμένο, φορτωνόταν τα σιδερικά, τιτανομάχος των ήχων που είχαν καταγωγή στην μουσική του σύμπαντος, κι επειδή ήταν τόσο ανήκουστη, είχε εναποθέσει στ’ αυτιά κομμάτια από κερί των μελισσών. Μαζεμένο από άνθη τα πιό σπάνια, αφού μετά τις βόμβες φωσφόρου, ό,τι είχε απομείνει ήταν ένας ναός που είχε καεί όπως το κάρβουνο ανάβει με προσανάμματα σκέψεως.

Ο καρβουνιάρης εν τω μεταξύ είχε αλλάξει επάγγελμα και είχε δηλώσει ότι από τούδε και εις το εξής θα εικονογραφεί ναούς εις τα έγκατα του τεμένους. Τώρα, κατέβαινε το κάθε σκαλί με προσοχή, γιατί κομμάτια γυαλί είχαν ανακατευτεί με άμμο και ασβέστη, και καθώς προεξείχαν ρύακες αίματος έτρεχαν, μόλις έχανε την ισορροπία του.

Από κάτω, από τα έγκατα, ακούστηκε ένας βρηχυθμός σαν άνθρωπος που έχοντας προηγουμένως υποστεί βασανιστήρια, έχει επιτέλους ελευθερωθεί από τους βασανιστές του, αφού του έχουν χαράξει στο μέτωπο την λέξη μινώταυρος. Σηκώθηκε από τα τέσσερα το ζώο-άνθρωπος, κι όπως ο άλλος κατέβαινε τα σκαλιά ππου έκοβαν με το γυαλί και διαθλούσαν το φως μέχρι να γίνει κατασκότεινο σαν σκοτωμένο αίμα.

Πήρε όλα τα πυρωμένα κάρβουνα που ακούγονταν σαν μέλισσες που προσγειώνονται χορευτικά σε κάθε άνθος κι αυτό, το κάθε άνθος ανοίγει και κλίνει σαν μήτρα σε σπασμό γονιμοποιήσεως. Κι ενώ όλα τα καμπαναριά μιάς μακρινής πόλεως που καλούσαν σε ειρήνη, δεν ήταν μακριά από την στιγμή που θα έλιωνε το μέταλλό τους, ένας ήφαιστος στα γόνατα παρέδιδε μιά εικόνα ευαγγελισμού που είχε φανταστεί σ’ έναν ναό εθνικών, αλλά έπρεπε να τον παραδώσει στην βασιλική του νέου δόγματος. Από τότε, όλοι κατάλαβαν ότι το σημείο φυγής σ’ ένα πίνακα, είναι η ανάδυση του νέου κόσμου του χρήματος.

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Τo εικόνισμα των εικόνων appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%cf%84o-%ce%b5%ce%b9%ce%ba%cf%8c/feed/ 0
Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Ο καθρέφτης του Κανενός https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b8%cf%81/ https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b8%cf%81/#respond Tue, 18 Jan 2022 09:28:16 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77652 «Μέσα στους ατμούς έβραζε αυτός και τα φαντάσματα εξατμίζονταν...»

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Ο καθρέφτης του Κανενός appeared first on Enetpress.

]]>
Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Κραταιός όσο κανένας άλλος, κανένας άλλος σαν κι αυτόν. Κανένας μέσα στο ουδείς και ουδένας μέσα στο κανείς. Πάντως κραταιός, ένα αίσθημα καθόλου οδύνης, ένα συναίσθημα απολύτου εγρηγόρσεως, νικητού το δίχως άλλο.

Γνώριζε ότι είχε φάει τα ψωμιά του, όμως αυτό το γνώριζε, κυκλοφορούσε μέσα στο αίμα του, ανείπωτο, σιωπηλό, μερισμένο σε μισόλογα προς εαυτόν, ακατανόητο, κι όμως μπορούσε να ειπωθεί με βρυχηθμούς λέοντος. Μπροστά στην οθόνη περνούσε άπασα η προτεραία ζωή του μ’ όλα τα λόγια που ειπώθηκαν καμένα από την έκθεση στην πολυκαιρία του ηλίου.

‘Ητο ηλιοκαμένος από την υπερβολική έκθεση στην εξουσία, αυτή όμως δεν είχε μεταμορωθεί σε αλεξήλιον, δεν είχε εργαστεί ως ριπίδι, είχε αδρανήσει μέσα στους οφθαλμούς του σαν λίμνη που καθρεφτίζει τα βουνά που με τον όγκο των κορυφών τους καλλιγραφούν τον ορίζοντα, αφήνοντας την σκιά τους να απελευθερωθεί σ’ έναν καθρεφτισμό.

Μπροστά στην οθόνη, μέσα από τον κόσμο, έξω από τον εαυτό προβαλλόταν το όνειρο, το χθεσινοβραδινό, ενώ ακόμη δεν είχε ξημερώσει. Η νύχτα υποχωρούσε μ’ όλα τ’ αστέρια της σε φυγή ανέμου, η σελήνη ακόμη ένας στρογγυλός πανσελήνιος κύκλος, και μέσα σ’ αυτόν τον κύκλο τα φαντάσματα. Απτά, πλησίον, τα έπιανε, τα θώπευε, τα έφερνε στο στόμα του, κι αυτά έλιωναν, γίνονταν αυτός ο άλλος, ο ουδείς, ο κανείς. Μέσα στους ατμούς έβραζε αυτός και τα φαντάσματα εξατμίζονταν μέσα στον άλλο εαυτό, στον κανένα, στον ουδένα.

Σήκωσε την άγκυρα κι όλα ήταν βαριά, χωρίς να έλκουν το βάρος τους από το εξάρτημα του αυτομολισμού από την ξηρά, αφού η θάλασσα σήκωνε ήδη κύματα που μπορούσαν να βουλιάξουν κι ένα υπερωκεάνιο. ‘Αλλωστε, το πέρασμα, ο πορθμός, ο ισθμός δεν είχαν τίποτα από την ανάμνηση του ωκεανού, ούτε από την προσδοκία της ανοιχτής θαλάσσης.

Ωστόσο, έπρεπε να σηκώσει την άγκυρα και μόλο που το βάρος της εμπόδιζε την ελεύθερη κίνηση, έπρεπε να την σηκώσει και να την πάρει στην πλάτη. Βέβαια, η πλάτη του είχε χαρακιές από πολλά και πολλαπλά μαστιγώματα, γι’ αυτό μόλις ερχόταν σε επαφή με το θαλασσινό ύδωρ, ζάρωνε από τον πόνο, αλλά περισσότερο από την λέξη που εκινείτο σαν να σε ενοχλεί μία μύγα που ανακαλύπτει ένα πτώμα και το παιδεύει με τα παραλυμένα ποδαράκια της.

Προσπάθησε να διώξει την λέξη, μα αυτή επέμενε, όπως η σήψη έχει προχωρήσει κι έχει γεμίσει τα σπλάχνα του σκοτωμένου ζώου με την λεία που αφήνουν τα αποφάγια, μετά από ένα γεύμα, στο οποίο κυριαρχούν οι βαλσαμωμένοι ιχθύς.

«Να, μια ευκαιρία να μυρίσω και λίγη θάλασσα», μονολόγησε, ενώ μπορούσε να φωνάξει, γιατί η εξουσία τον είχε μάθει να δίνει εντολές στους υφισταμένους του, χαμηλώνοντας το ύψος της φωνής του. Μύρισε και λίγη θάλασσα, αλλά η λέξη θάλασσα δεν ήταν ακριβής, αφού μπροστά του είχε μία άγκυρα που του θύμιζε την εικόνα της θάλασσας, μία εικόνα βουβή, που μόνον οι θεοί άκουγαν τον ήχο της.

Και οι θεοί, αν και αφανείς σ’ αυτή την σκηνοθεσία, κάθονταν πίσω από τον ήχο της θάλασσας και πρόβαλλαν εικόνες πάνω σε μία πέτρινη οθόνη. Αυτή η οθόνη από πέτρα είχε χτιστεί με βότσαλα που είχαν δεχθεί του βυθού την πλύση, βότσαλα λευκά ολόλευκα, χωρίς αιχμές, στρογυλλά που χωρούσαν στην παλάμη, ζεσταίνοντας το αίμα έως και την κυκλοφορία του ακόμη, προσδίδοντας στα λόγια μιά γεύση και μια οσμή άλατος.

‘Αρχισε τότε να προφέρει την λέξη θεός κι αυτή έχανε τον ήχο της, αφού τα βότσαλα κρυφοκοίταζαν πίσω από το σχήμα τους, αν και αυτό που έβλεπες ως σκηνή ήταν μία τοιχογραφία που χανόταν πέρα από τα όρια της πόλεως. Τότε ακούστηκε μία φωνή: «Θάνατος!». Μόλις την άκουσε πήρε ζωή η λέξη θάλασσα κι ενώ μέχρι πρότινος προμηνούσε πνιγμό στο ανείπωτο, τώρα είχε αποκτήσει χρώμα και ήχο, είχε γίνει μία πλήρης εικόνα, που ωστόσο δεν μπορούσες να την πιάσεις στα χέρια σου.

Μέσα σ’ αυτή την εικόνα βούτηξε, αλλά ήταν τόσο η επιθυμία του να βουτήξει στα νερά που ξέχασε την χαραγμένη από τα μαστιγώματα πλάτη του. Κι αυτή κοβόταν κομμάτια, γινόταν δέρμα καμένο που σηκώνει ο άνεμος κι αφήνει τα κόκκαλα γυμνά, όπως τα έχει πλύνει η θάλασσα, αφήνοντας πάνω τους ίχνη άλατος.

Αυτά τα οστά, όπως είχαν σχηματίσει έναν τύμβο, κι ας μην είχαν σκεπαστεί με χώμα, τα σήκωσε και τ’ έφερε ένα-ένα μπροστά στο πρόσωπό του. Ιδίοις όμασι διαπίστωσε ότι ήταν τα ξασπρισμένα κόκαλα ενός σκυλιού που δεν μιλούσε στην θάλασσα, αλλά αμίλητος αφέθηκε στην ακτή, έπεσε κατάχαμα με το πρόσωπο στην καυτή άμμο. ‘Εκτοτε δεν ακούστηκε η χαμηλόφωνη φωνή του κύριου του, αφού πλέον είχε απωλέσει την εξουσία του.

Μιμήθηκε το γάβγισμα του σκυλιού, αλλά η θάλασσα δεν το άκουγε, γιατί δεν καταλάβαινε από φωνές και γαβγίσματα. Η επιφάνεια της ήταν λεία, μία λίμνη χωρίς τον οικισμό της,  και τα βουνά έσβηναν μέσα στο δειλινό, λες κι αποχαιρετούσαν όλα τα κτίσματα του ανθρώπου. Τότε απέκτησε φωνής ο καθρέφτης της θαλάσσης και δέχτηκε τον καθένα που ήταν ο κανένας: ένας σκύλος με ειδή ανθρώπου.

 

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Ο καθρέφτης του Κανενός appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b8%cf%81/feed/ 0
Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Η φυλλάδα των νεκρών https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%b7-%cf%86%cf%85%ce%bb%ce%bb/ https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%b7-%cf%86%cf%85%ce%bb%ce%bb/#respond Fri, 14 Jan 2022 10:45:21 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77608 «Όπως όλες οι φυλλάδες δεν είχαν ιδιοκτήτη, αλλά περνούσαν από χέρι και χέρι...»

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Η φυλλάδα των νεκρών appeared first on Enetpress.

]]>
Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Το νεκρολόγιο δεν ήταν ένα βιβλίο, περισσότερο διαβαζόταν ως ένας άγραφος κώδικας που αν και δεν ήταν διατυπωμένος ακριβώς με λέξεις, αλλά με εικόνες, ωστόσο ξεφυλλίζονταν, όπως όταν φυλλορροεί ένα δέντρο με την έλευση του φθινοπώρου.

Οι ειδήμονες των ιερογλυφικών είχαν απολυθεί από τα κέντρα ερευνών των νεκρών γλωσσών και ουδείς ηδύνατο να αναγνώσει αυτό το σκοτεινό βιβλίο, το οποίο καθώς το άνοιγες, κάτω από από τον στρογγυλό δίσκο του ηλίου, αυτό το κάθετο φως εξαφάνιζε την οριζόντια ροή της προόδου. Κατά την διάρκεια της ημέρας, λειτουργούσε ως πομπός ενέργειας, γι’ αυτό απέστελλε μηνύματα άλεκτα, φωτισμένα όμως έτσι που μπορούσες με τις ακτίνες αποθησαυρισμένης θερμότητας, να γράψεις τ’ όνομά σου ηλιακά.

Το νεκρολόγιο, όπως ήδη καταλάβατε, δεν ήταν συντεταγμένο ως ένα αγιολόγιο, δεν είχε τον ηρωισμό των μαρτυρησάντων αγίων, μετά από τα βασανιστήρια στον τροχό, στον σταυρό, με λιθοβολισμό ή ανασκολοπισμό. Λειτουργούσε ως μία λαϊκή φυλλάδα, κυρίως από στόμα σε στόμα, κι άλλαζε σχήμα, όπως αλλάζουν τα εργαλεία, τα σύνεργα, τα σκεύη, τα οχήματα, χωρίς όμως να χάνουν την αξία χρήσης τους.

Άλλαζε σχήμα, δεν άλλαζε δέρμα, όπως τα φίδια αποχαιρετούν το παρελθόν τους με τον προστατευτικό μανδύα τους να αφήνεται ανάμεσα στα χαμηλά χόρτα ως υπόσχεση της επερχόμενης αναγέννησης της φύσεως. Όπως όλες οι φυλλάδες δεν είχαν ιδιοκτήτη, αλλά περνούσαν από χέρι και χέρι κι αυτή την κίνηση μπορούσες να την διαπιστώνεις στις σελίδες του που αν και δεν ήταν ακριβώς μαύρες, εν τούτοις είχαν λερωθεί από τα ακροδάχτυλα που είχαν υγρανθεί από σίελο για να γυρνούν οι σελίδες.

Περιττό να αναφέρουμε ότι το νεκρολόγιο ήταν ένα νόστιμο βιβλίο, αφού είχε πάνω του τόσα δαχτυλικά αποτυπώματα, καθώς ο σίελος είχε γίνει πλέον σάλιο, όταν το άδραχναν με τα βρόμικα δάχτυλα της δουλειάς. Και οι δουλειές δεν ήταν από τις πιο ελαφρές, δεν ήταν άνθρωποι που καθισμένοι πίσω από ένα γραφείο φυλλομετρούν τις μέρες, όπως τα δέντρα φυλλοβολούν, μετά το θέρος, κι οι πρώτες βροχές ρέουν πάνω στα φύλλα του νεκρολογίου.

Ήταν ένα νόστιμο βιβλίο, γιατί είχε αποκτήσει τόση συνάφεια με τον οισοφάγο, ώστε κάποτε, κάπου, κάποιος αποφάσισε να το καταπιεί. Βεβαίως στην αρχή νόμιζε ότι ήταν ένα γλύκισμα, απ’ αυτά που πωλούν οι πλανόδιοι, κάτι σαν ζαχαρωτό, που πικρότατο γινόταν καθώς το μασούσε.

Τότε σκέφτηκε να το εμέσει, αλλά σκέφτηκε την λέξη ξερατό και θυμήθηκε ότι είχε εκτρέψει την σκέψη του προς το θνητό. Φαντάστηκε το πρόσωπό του, λερωμένο από τα καταλερωμένα κομματάκια από τις σελίδες του βιβλίου και λίγους νεκρούς σε φωτογραφίες που να έχουν τραβηχτεί την στιγμή του θανάτου τους.

Τότε, κάπου, κάποτε, κάποιος φοβήθηκε ότι ένα φίδι κοιμόταν στην κοιλιά του, ότι το παχύ και το λεπτό έντερο είχαν στρογγυλοκάτσει όπως φίδι που συρίζει στην φωλιά του ορνιθώνα, σφίγγοντας και ξεσφίγγοντας ένα αυγό. Τότε, κάπου, κάποτε, κάποιος έφερε το χέρι στο μάτι του κι αισθάνθηκε κάτι υγρό να κυλάει, όπως σπάει ο κρόκος, όπως το μάτι σιγοβράζει υπό το δήλιον φως. Τότε εξέβαλε την κραυγή: «Ειμί Δήλιος»!

Μα αυτή δεν ήταν ακριβώς κραυγή, ακούστηκε ως κακάρισμα, ως συνεύρεση ερωτική πετεινών και ορνίθων. Μέσα στα χρωματιστά, γυαλιστερά φτερά, ο κάποιος, κάπου, κάποτε, άρχισε να γράφει επί του χώματος την λέξη θάνατος, και μόλις την έγραψε άρχισε να την τσιμπά με το ράμφος του, τόσο γρήγορα, λες κι ακουγόταν η ταχύτητα του σύμπαντος, καθώς πάει να προσγειωθεί με κομμένα φτερά. Ο κάποιος, κάπου, κάποτε, άρχισε να φωνάζει βοήθεια, όχι τόσο από τον φόβο, αλλά γιατί από την χαρά του νόμιζε ότι βρίσκεται μόνος του στο σύμπαν.

Τότε το βιβλίο, το οποίο κατά συνθήκην ονομαζόταν νεκρολόγιο, άρχισε να παίρνει ύψος, όπως τα ανεμόπλανα, με κραδασμούς, με σκαμπανεβάσματα, με βυθίσματα σε λίμνες νερού, γιατί την προηγούμενη νύχτα είχε βρέξει τόσο πολύ, ώστε είχαν πλυθεί όλες οι λέξεις του βιβλίου από το φως τους. Κι είχε στις σελίδες του απομείνει ίχνη από φτερά σαν να είχαν λογομαχήσει όλες οι ειδήμονες των νεκρών γλωσσών.

Αλλά αυτοί, όπως γράφαμε στην αρχή, είχαν απολυθεί από τα κέντρα ερεύνης τους κι είχαν μεταμορφωθεί άλλοι σε αλέκτορες κι άλλοι σε όφεις. Κι όπως όλα τα παραμύθια τελειώνει κι αυτό μ’ ένα επιμύθιο: οι νεκροί είναι οι ζωντανοί που βρίσκονται ανάμεσά μας.

The post Τα διηγήματα του μετεγκλεισμού – Η φυλλάδα των νεκρών appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%84%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b7%ce%b3%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%b7-%cf%86%cf%85%ce%bb%ce%bb/feed/ 0
18η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης: Για γέλια και για κλάματα https://www.enetpress.gr/18%ce%b7-%ce%b4%ce%b9%ce%b5%ce%b8%ce%bd%ce%ae%cf%82-%ce%ad%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7-%ce%b2%ce%b9%ce%b2%ce%bb%ce%af%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b8%ce%b5%cf%83%cf%83%ce%b1%ce%bb%ce%bf%ce%bd/ https://www.enetpress.gr/18%ce%b7-%ce%b4%ce%b9%ce%b5%ce%b8%ce%bd%ce%ae%cf%82-%ce%ad%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7-%ce%b2%ce%b9%ce%b2%ce%bb%ce%af%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b8%ce%b5%cf%83%cf%83%ce%b1%ce%bb%ce%bf%ce%bd/#respond Tue, 30 Nov 2021 20:13:19 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77111 Οι αρνητικές γνώμες επικεντρώνονται κυρίως στην κακή οργάνωση του θεσμού, με κάμποσα κωμικά.

The post 18η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης: Για γέλια και για κλάματα appeared first on Enetpress.

]]>
Από που να πρωταρχίσεις, όταν κάθε λεπτό, τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, βρίθουν αρνητικών σχολίων για την φετινή 18η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Η πρώτη «εμβολιασμένη» δημόσια μεγάλη εκδήλωση για το βιβλίο, δεν κατάφερε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, καθώς είχε χαμηλή, χαμηλότατη προσέλευση.

Οι αρνητικές γνώμες επικεντρώνονται κυρίως στην κακή οργάνωση του θεσμού, με κάμποσα κωμικά. Δύο απ’ αυτά: Η αλλαγή φύλου του Φέοντορ Ντοστογιέφσκι για τα διακόσια χρόνια από την γέννησή του που δέσποζε στην αίθουσα με τ’ όνομά του. Η χρησιμοποίηση ψιλής αντί δασείας στην λέξη αλωνάκι απ’ έναν στίχο του Διονυσίου Σολωμού, αφού οι εκτελεστικοί της διοργάνωσης σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν πολυτονικό για την πιστή γραμματική αποτύπωση του αποσπάσματος. Ακόμη κι αυτά τα ελάχιστα, μόνον προχειρότητα φανερώνουν.

Για να δούμε τα λειτουργικότερα: φυλλάδια δεν είχαν τυπωθεί με τους εκθέτες, οι εκδηλώσεις που είχαν ανακοινωθεί συνέπιπταν με άλλες την ίδια ώρα και στον ίδιο χώρο, η γερμανόφωνη λογοτεχνία που ήταν το κεντρικό θέμα της έκθεσης, έπασχε από έλλειψη κεντρικού συντονιστή που θα συνεργαζόταν μ’ όλα τα ελληνικά εκδοτικά με όρους ισοτιμίας, που βάζετε το επικοινωνιακό μέρος που βυθίστηκε στα νερά του Θερμαϊκού. Το επιτελείο της διοργάνωσης για κάποιους ανερμήνευτους λόγους, κράτησε «μυστικό» το τετραήμερο, αφού στην πόλη δεν είχαν αναρτηθεί σήματα που θα κατεύθυναν τον ενδιαφερόμενο προς τον χώρο της ΔΕΘ.

Οι μεγάλοι εγκατέλειψαν εγκαίρως

Εν τω μεταξύ, οι ονομαζόμενοι μεγάλοι εκδότες, παρατηρώντας την διοργανωτική αβελτηρία του επιτελικού σχεδιασμού, αφού δέκα ημέρες πριν την έναρξη της έκθεσης όλα ήταν στον αέρα, αποσύρθηκαν δίνοντας έτσι στην ηγεσία του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού ένα χαστούκι-μήνυμα ότι δεν στηρίζουν αυτή την προσπάθεια.

Όπως διαδίδουν οι κακές γλώσσες ο πρόεδρος ήταν πυρ και μανία με γνωστή εκδότη αθηναϊκού εκδοτικού οίκου, που σημαίνει ότι η πρώτη γκλάμουρους προβολή του ελληνικού βιβλίου, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία. Εκτός κι αν ορισμένοι απ’ αυτούς έχουν στα σκαριά μια ανάλογη διεθνή αντι-έκθεση της ΔΕΒΘ, με τους δικούς τους επαγγελματικούς όρους και με τα δικά τους διαπραγματευτικά χαρτιά στη σχέση με το ΕΙΠ.

Απαξιωτική διοργάνωση για το ελληνικό βιβλίο

Σ’ αυτό το σημείο, θα καταθέσουμε μαρτυρίες εκδοτών. Η αρχή θα γίνει από την αντίδραση του θεσσαλονικιώτικου εκδοτικού οίκου «Οκτάνα», καθώς γνωρίζει τα της πόλης εκ των έσω: «Η πλειονότητα επισκεπτών και εκθετών ένα πράγμα συζητά: πόσο απαξιωτική ήταν αυτή η διοργάνωση για το ελληνικό βιβλίο που απευθύνεται στους αναγνώστες […] Χαιρετίσματα και στις περίεργες μορφές που σε παράλληλες αίθουσες και σύμπαντα ήρθαν στην Έκθεση Βιβλίου για να κάνουν φίλους και γνωστούς που μοιράζονται μαζί τους την ίδια παντελή αδιαφορία για το βιβλίο, αλλά τρέφουν την ίδια λατρεία σε PR και οφίκια».

Αφημένη στον αυτόματο πιλότο

«Είναι απόλυτη ανάγκη η ΔΕΒΘ να προβάλλεται ως must […]. Μέσα στην πόλη η προβολή της έκθεσης είναι ανύπαρκτη. Στην πραγματικότητα, το ΙΕΠ έχει αφήσει τη ΔΕΒΘ στον αυτόματο πιλότο», σημειώνει στην προσωπική σελίδα του ο Γιώργος Κορδομενίδης, εκδότης του περιοδικού «Εντευκτήριο».

Η πιο πρόχειρη, προσβλητικά πρόχειρη

«Η πιο πρόχειρη, προσβλητικά πρόχειρη «Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης» έληξε. Ο Ποταμός τη στήριξε με μόχθο και κόστος», έγραψε σε ανάρτησή της, η Αναστασία Λαμπρία των εκδόσεων Ποταμός και δεν σας κρύβουμε ότι αισθανθήκαμε σοκ, καθώς δεν μας έχει συνηθίσει σε καυστικές δημόσιες δηλώσεις.

Στέκεται σ’ ένα τεχνικό θέμα, που όμως είναι και θέμα επικοινωνίας του προφίλ του κάθε εκδοτικού. Ακολουθήθηκε η αλφαβητική σειρά, στο κατάλογο με τα λογότυπα και τα στοιχεία του κάθε οίκου, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, προτιμήθηκε ακόμη και το μικρό όνομα του ιδιοκτήτη ή της ιδιοκτήτριας! Η εκδότρια δεν είναι μια τυχαία περίπτωση, αφού είχε δώσει πολύ προσωπικό χρόνο και χρήμα, με αποτέλεσμα η κρίση της να μην έχει εμπάθεια.

Δεν είδε, όμως, να μην έχουν προσκαλεστεί μείζονες συγγραφείς που να αποτελούν πόλο έλξης για τους βιβλιόφιλο, όπως και δεν κατάλαβε ότι δεν διαχύθηκε η πληροφορία τέλεσης του γεγονότος, σχεδόν αποσιωπήθηκε, λες και δεν ήταν εκδοτικό γεγονός για την πόλη, ενώ οι δημιουργοί της απουσίαζαν ως δρώντα υποκείμενα πολιτιστικής προσφοράς.

Εξέλιξη προσβλητική απέναντι στον Lee Slonimsky

Τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι εκδόσεις Ενύπνιο περιγράφει ο ιδιοκτήτης τους Στάθης Ιντζές: « […] Αιτήθηκαν εγκαίρως για την παρουσίαση του βιβλίου ‘‘Ερωτευμένος Πυθαγόρας’’ (δίγλωσση έκδοση) του Αμερικανού ποιητή Lee Slonimsky, ο οποίος με δικά του έξοδα ταξίδεψε από τη Νέα Υόρκη. Η εκδήλωση κατέληξε (μετά από ένα μπαράζ αποτυχημένων χειρισμών των υπευθύνων για εύρεση διαθέσιμης αίθουσας) να γίνει στην παιδική γωνιά της έκθεσης, σε παιδικά καρεκλάκια και ενώ ήδη είχε χαθεί μισή ώρα. Μία εξέλιξη προσβλητική απέναντι στις εκδόσεις και τον ποιητή. Και ντροπιαστική φυσικά για την εικόνα της έκθεσης και τους διοργανωτές […].»

Πολλές οργανωτικές αστοχίες και ενίοτε σοβαρές

«Η παρουσία των επισκεπτών ισχνή με εξαίρεση το Σαββατοκύριακο. Αναμενόμενο λόγω της επιδημιολογικής συνθήκης, της απουσίας των μεγάλων εκδοτών και της απουσίας διαφήμισης. Οργανωτικές αστοχίες πολλές και ενίοτε σοβαρές. Στα πολύ θετικά η παρουσία των Γερμανών με ωραίες εκδηλώσεις, δυνατούς καλεσμένους και πραγματικά χρήσιμα εργαστήρια (επιτέλους το «Διεθνής» απέκτησε ένα νόημα)», μεταφέρει την ατμόσφαιρα του τετραήμερου, η Πόλα Καπόλα των εκδόσεων Νήσος.

Ομάδες συμφερόντων ιδιωτών και φορέων του δημοσίου

Την δική του ερμηνεία καταθέτει για την αποτυχία της έκθεσης ο Ανεξάρτητος Σύλλογος Εκδοτών Βιβλίου: «Θα ήταν παράλογο να αναμένονται άλλα αποτελέσματα από ομάδες συμφερόντων ιδιωτών και φορέων του δημοσίου που επί χρόνια διασύρουν οποιονδήποτε αναλαμβάνει μιαν αυθεντική προσπάθεια να βελτιωθούν τα πράγματα. Όποιος παρακολούθησε τις προετοιμασίες για την ελληνική συμμετοχή στην έκθεση της Φρανκφούρτης, είχε αντιληφθεί πως η ΔΕΒΘ θα εξυπηρετούσε τις ίδιες ομάδες που αναβαθμισμένες ως partners των Γερμανών θα εκδήλωναν την υπεροψία τους έναντι ημών των ανεξάρτητων-μικρών ή μεσαίων- εκδοτών».

Αλλά επειδή, οι μετα-εκθεσιακές αντιδράσεις δεν έχουν τελειωμό, θα επανέλθουμε…

The post 18η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης: Για γέλια και για κλάματα appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/18%ce%b7-%ce%b4%ce%b9%ce%b5%ce%b8%ce%bd%ce%ae%cf%82-%ce%ad%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7-%ce%b2%ce%b9%ce%b2%ce%bb%ce%af%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b8%ce%b5%cf%83%cf%83%ce%b1%ce%bb%ce%bf%ce%bd/feed/ 0
Χριστιάνα: Το λυτρωμένο μπελκάντο και το αποκαθηλωμένο λιντ https://www.enetpress.gr/%cf%87%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ac%ce%bd%ce%b1-%cf%84%ce%bf-%ce%bb%cf%85%cf%84%cf%81%cf%89%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf-%ce%bc%cf%80%ce%b5%ce%bb%ce%ba%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/ https://www.enetpress.gr/%cf%87%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ac%ce%bd%ce%b1-%cf%84%ce%bf-%ce%bb%cf%85%cf%84%cf%81%cf%89%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf-%ce%bc%cf%80%ce%b5%ce%bb%ce%ba%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/#respond Mon, 29 Nov 2021 21:18:40 +0000 https://www.enetpress.gr/?p=77099 Η αξιοπρέπειά της δεν την άφησε να πουλήσει τον επερχόμενο θάνατό της στα ανθρωποφαγικά τηλεοπτικά κανάλια.

The post Χριστιάνα: Το λυτρωμένο μπελκάντο και το αποκαθηλωμένο λιντ appeared first on Enetpress.

]]>
Η Χριστιάνα δεν είναι νοσταλγία, καθόλου παλιά, ούτε πρέπει να την αντιμετωπίζουμε ως αναλώσιμη μόδα των δεκαετιών του ΄70 και του ’80, καθώς κρατούσε από την παράδοση του -κακώς- ονομαζόμενου ελαφρού τραγουδιού, που έχει τις ρίζες του σε επιφανείς συνθέτες, όπως, π.χ. των Νίκυ Γιάκοβλεφ και Γιάννη Κωνσταντινίδη.

Ταλαιπωρημένη διπλά από κακές ασθένειες, αυτό το όμορφο κορίτσι της ζωντανής τραγουδοποιΐας, το οποίο προσπάθησε να μεταγγίσει το μιούζικαλ και το γαλλικό καμπαρέ στα καθ’ ημάς, δεν θα ξανατραγουδήσει και δεν θα ξαναχορέψει. Ήταν εξήντα οκτώ ετών και η αξιοπρέπειά της δεν την άφησε να πουλήσει τον επερχόμενο θάνατό της στα ανθρωποφαγικά τηλεοπτικά κανάλια.

Τα εισόδια της στο ελληνικό τραγούδι έγιναν, το 1973, χωρίς να είναι ανορθόδοξα, για την εποχή της και τα μέσα που διέθετε, ωστόσο ήταν μακριά από την φωνή που μάθαμε ν’ ακούμε, αυτό το λυτρωμένο μπελκάντο και αυτό το αποκαθηλωμένο λιντ.

Το ξεκίνημα της εγκαινιάστηκε -και- ως ντουέτο με τον Δημήτρη Μητροπάνο, στο «Ταξίδι για τα Κύθηρα», σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού και στίχους του Ηλία Λυμπερόπουλου. Δεν συμπλήρωσε το μινύρισμα της ανδρικής φωνής ως «γλάστρα», γιατί η κοντράλτο φωνή της κρατούσε από τις πηγές της δημοτικής μουσικής με τα αστiκά στοιχεία να την αναγάγουν στο πέρασμα από την στενάζουσα ελληνική επαρχία στην απρόσωπη ψευδοπρωτεύουσα Αθήνα.

Δυο χρόνια αργότερα, την εμπιστεύεται ο Απόστολος Καλδάρας, ο οποίος, σε στίχους της αείμνηστης Σώτιας Τσώτου, υπογράφει τα «Σκόρπια φύλλα». Ο Δημήτρης Μητροπάνος είναι κι εδώ παρών για να φέρει εις πέρας με τον καλύτερο τρόπο, αυτό που γνωρίζει: να κοντράρεται με την μουσική και τον στίχο του τραγουδιού σ’ έναν ανταγωνισμό που καθηλώνεται από την ερμηνεία με ύφος. Η Χριστιάνα, χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, δεν έχει βρει ακόμη την μουσικό της πλου, έχει, όμως, ένα γερό μέταλλο φωνής που τον λαϊκό ήχο τον υπηρετεί χωρίς κορδελάκια αφωνικής υπερπροσπάθειας.

Με την Καίτη Μπελίντα και τον Γιώργο Μαρίνο

Δεν έβαζε νερό στο κρασί της, όπως είχε δηλώσει η ίδια κι αυτή η αποστροφή, έστω κι ενστικτωδώς της είχες δείξει, τι πρέπει ν’ αποφεύγει. Αλλά ζούσε σε μία χώρα, από την οποία απουσιάζουν οι υποδομές, άρα και η παράδοση που δημιουργεί η συσσωρευμένη γνώση σ’ ένα καλλιτεχνικό είδος, όπως είναι το αμερικανικό μιούζικαλ ή το γαλλικό καμπαρέ. Η αλήθεια είναι ότι αναζήτησε σ’ αυτά την ολοκλήρωσή της, αφού συνδυάζουν δύο τέχνες, το τραγούδι και την φωνή.

Αλλά, προτού δοκιμαστεί στην επιλογή της, ο Ρόμπερτ Ουίλιαμς γράφει για αυτήν και τον καλλίφωνο Δάκη, το 1977, το τραγούδι «Μίλα μου». Σ’ αυτό, η Χριστιάνα αναζητά το τραγουδιστικό της ύφος και το σφραγίζει. Από εδώ και πέρα είναι δύσκολο να αλλάξει ρότα. Την ίδια χρόνιά, ο Θανάσης Πολυκανδριώτης και ο Γιάννης Πάριος της γράφουν το «Τελειώσαμε λοιπόν», με το οποίο επανακάμπτει το ηχόχρωμα της δεύτερης περιόδου της Τζένης Βάνου, όταν εγκαταλείπει την αγκαλιά των μιούζικ χολ υπέρ της πίστας.

Ήδη, όμως, η σκηνή του μουσικού θεάτρου την έλκει. Με την Καίτη Μπελίντα, την ιέρεια του τραγουδιού που βυθιζόταν στις μεγάλες ορχήστρες λες και κολυμπούσε στα κύματα των Σειρήνων, συνεργάζεται, το 1979, στο «Νοτούρνο», ένα μιούζικ χολ που λειτουργούσε στην Στοά του Μπρόντγουεϊ, Πατησίων και Αγίου Μελετίου. Η μουσική του Τόνι Έγιερς και οι ελληνικοί στίχοι της Σάσας Μανέτα, δημιουργούν το υβρίδιο «Φώτα κι άλλα φώτα».

Ωστόσο, αναζητά στον Γιώργο Μαρίνο, την επόμενη χρονιά, την λύτρωση, σ’ αυτόν τον άνθρωπο-ορχήστρα που τραγουδάει, παίζει και χορεύει. Ο χώρος της «Μέδουσας», από το 1980 και για δύο χρόνια, θα μεταμορφωθεί σ’ ένα αθηναϊκό δοχείο μιούζικαλ, ενώ η Χριστιάνα θα ντυθεί με φορέματα που έχουν έρθει από το εξωτερικό.

Η απόλυτη ταύτιση με Κραουνάκη και Νικολακοπούλου

Ώσπου έρχεται το 1982, χρονιά που σηματοδοτεί τον συντονισμό τριών δημιουργών, όλων νέων, με μόνη την γυναικεία φωνή να είναι δοκιμασμένη στην αγορά εργασίας, κοντά μία δεκαετία. Αυτά τα παιδιά είναι ο Σταμάτης Κραουνάκης και η Λίνα Νικολακοπούλου και ο δίσκος τους «Σαριμπιντάμ…θα πει τρελαίνομαι».

Η τεατράλε άρθρωση της μουσικής και ο λοξός λόγος του στίχου, με πρωταγωνιστές τα οράματα και τα θάματα των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης, κουμπώνουν ταιριαστά με την φωνή που άγεται και φέρεται από τα φαντάσματα του λυρισμού ως εγκόλπωση του εκφραστικού τόνου της ειλικρίνειας. Στην μουσική, δεν αναζητάμε πάντα αριστουργήματα, κι όμως, η Χριστιάνα με τα υλικά της εποχής της έπλασε διαμαντάκια εύφωνης, με σωστή άρθρωση, ερμηνείας.

Η φωτογραφία στο οπισθόφυλλο του δίσκου διαθέτει το ανυποψίαστο της νεότητας. Ωστόσο, το βλέμμα της Χριστιάνας είναι το μόνο που κοιτά κατάματα τον φωτογραφικό φακό, αφού είναι η παλαιότερη στο επάγγελμα. Ο Σταμάτης Κραουνάκης στηρίζεται στην δυναμική της νέας εισόδου του στην δισκογραφία, ενώ η Λίνα Νικολακοπούλου είναι ακόμη παιδί πολύ παιδί και δεν έχει καταλάβει ακόμη ότι έχει μπει στην περιοχή που ανεβάζει και κατεβάζει την φήμη με την τροχιά του διάττοντα αστέρα.

Αυτή η συνάντηση έχει αυθορμητισμό πλεονάζοντα, ακόμη απουσιάζει ο το πρόγραμμα, ο στόχος, η τελείωση του δίδυμου που θα γίνει σημαία για μια γενιά, με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη να βρίσκεται επί σκηνής και να (απ)ελευθερώνεται από το παρελθόν της, υπό την καθοδήγηση του σοφού Ανδρέα Βουτσινά.

Στον καθρέφτη του Πλέσσα και του Χατζιδάκι

Ας επιστρέψουμε στην Χριστιάνα, η οποία, με παραγωγό τον Μίμη Πλέσσα, επανέρχεται στην δισκογραφία, το 1985, με τα «Μεσαία κύματα», που είναι ένας φόρος τιμής κυρίως στις συνθέσεις του Πλέσσα και του Χατζιδάκι. Εδώ, η φωνή είναι στο ασφαλές πεδίο της απόλυτης έκφρασης, αφού δεν χρειάζεται να γίνει τίποτε άλλο, παρά ο εαυτός της, στα όρια των δυνατοτήτων του, καταλάμποντας τα παλιά τραγούδια με νέο ήθος.

Μέχρι το 1995, οπότε και θα σταματήσει τις εμφανίσεις της στην δισκογραφία και επί σκηνής, θα επιχειρήσει να ξαναδουλέψει πάνω στους κατακτημένους δρόμους, παρουσιάζοντας τέσσερις προσωπικούς δίσκους. Απ’ αυτούς ξεχωρίζει λόγω της δημοφιλίας του, το τραγούδι «Κάρμεν» από τον δίσκο «Σ’ απόσταση αναπνοής», σε μουσική Θανάση Καργίδη και στίχους Λίνας Νικολακοπούλου (1989).

Κάποιοι είπαν ότι έκτοτε εξαφανίστηκε, γιατί ήθελε να μεγαλώσει τα δύο παιδιά της. Κι έτσι να ήταν, η μητρότητα ήταν άλλος ένας βίος, πλήρης κι αυτός, εκτός κι αν ήταν η αφορμή να αποσυρθεί στην καλύτερη της ώρα, προτού γίνει γραφική και νούμερο των εκπομπών της κακιάς ώρας.

The post Χριστιάνα: Το λυτρωμένο μπελκάντο και το αποκαθηλωμένο λιντ appeared first on Enetpress.

]]>
https://www.enetpress.gr/%cf%87%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ac%ce%bd%ce%b1-%cf%84%ce%bf-%ce%bb%cf%85%cf%84%cf%81%cf%89%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf-%ce%bc%cf%80%ce%b5%ce%bb%ce%ba%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/feed/ 0