ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Καυστική σατιρική ματιά πάνω στην κοινωνική τάξη του χρήματος και της εκμετάλλευσης με τη βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα ταινία του Όστλουντ

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Ο Χρυσός Φοίνικας του φετινού φεστιβάλ των Καννών, « Το τρίγωνο της θλίψης» του Ρούμπεν Όστλουντ κυριαρχεί στις νέες ταινίας της κινηματογραφικής αυτής βδομάδας, με το πρόγραμμα να παρουσιάσει επίσης και μια ενδιαφέρουσα ελληνική ταινία, τον «Άνθρωπο με τις απαντήσεις» του Στέλιου Καμμίτση.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επανεκδόσεις με τρεις σημαντικές ταινίες: την απολαυστική κωμωδία του Ζακ Τατί, «Playtime» (1967), με τον μοναδικό αυτό κωμικό να χρησιμοποιεί με τον πιο εμπνευσμένο τρόπο τους ήχους, την εικόνα και τη μεγάλη οθόνη (η ταινία είχε αρχικά γυριστεί σε φιλμ των 70mm), «Το νησί» (2000) του Κιμ Κι-Ντουκ, γύρω από τον έρωτα μιας μουγγής γυναίκας για έναν άντρα, κυνηγημένο από την αστυνομία για έγκλημα και «Αντίο παιδιά» (1987) τη βραβευμένη με το Χρυσό Λιοντάρι της Βενετίας ταινία του Λουί Μαλ, βασισμένη σε αυτοβιογραφικά στοιχεία του σκηνοθέτη, γύρω από τη φιλία που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δυο παιδιά ενός επαρχιακού καθολικού οικοτροφείου (όπου κρύβονται και Εβραιόπουλα) στην υπό ναζιστική κατοχή Γαλλία.

**** Το τρίγωνο της θλίψης

Triangle of Sadness. Σουηδία/Γαλλία/Ηνωμένο Βασίλειο/Γερμανία/Τουρκία/Ελλάδα, 2022. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ρούμπεν Όστλουντ. Ηθοποιοί: Τομπίας Θόρβιλντ, Χάρις Ντίκινσον, Τσάρλμπι Ντιν, Γούντι Χάρελσον, Τσάρλμπι Ντιν, Γιάννης Μούστος, Ζλάτσκο Μπούριτς, Καρολίνα Γκίνονγκ. 147´

Η σατιρική ματιά πάνω στην κοινωνία μας και γενικότερα την ανθρώπινη κατάσταση ήταν το βασικό θέμα της ταινίας του «Τετράγωνο» που το 2017 χάρισε στον σκηνοθέτη της, Ρούμπεν Όστλουντ το Χρυσό Φοίνικα των Καννών. Με τον ίδιο πάντα στόχο, ο Σουηδός σκηνοθέτης στρέφει σήμερα τα βέλη του στον κόσμο της μόδας στην ταινία του, «Το τρίγωνο της θλίψης» (ο τίτλος αναφέρεται σε ένα όρο που οι πλαστικοί χειρουργοί χρησιμοποιούν στη θεραπεία μπότοξ για να διορθώσουν τις ρυτίδες ανάμεσα στα μάτια), ταινία που του έδωσε την ευκαιρία να κερδίσει για δεύτερη φορά φέτος το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.

Με δυο κύρια πρόσωπα, δυο σούπερ μοντέλα της σύγχρονης κοινωνίας μας, τον Καρλ και τη Γιάγια, και μια ομάδα που κινείται γύρω τους, ο Όστλουντ μας μεταφέρει σε τρεις βασικά χώρους, το χώρο της μόδας, ένα γιοτ πολυτελείας κι ένα έρημο νησί, για να ξεσκεπάσει τις αδυναμίες, τις ανασφάλειες, τον κυνισμό και την υποκρισία μιας κοινωνικής τάξης που στηρίζεται στο χρήμα και μόνο για την επιτυχία της.

Το χρήμα, το μανιπουλάρισμα και το παιχνίδι της εξουσίας είναι στο επίκεντρο από τις πρώτες κιόλας σκηνές της ταινίας, με το νεαρό ζευγάρι των σούπερ μοντέλων να τσακώνονται σε ένα εστιατόριο για το ποιος πρέπει να πληρώσει το λογαριασμό, με τη γυναίκα, ύστερα από ένα μαραθώνιο καβγά, που συνεχίζεται και στο ταξί και στο δωμάτιο τους, να παραδέχεται πως χειραγώγησε τον άντρα.

Τα πράγματα παίρνουν άλλη στροφή όταν, χάρη στην τεράστια δημοσιότητα της γυναίκας στο instagram, στο ζευγάρι προσφέρεται δωρεάν ταξίδι σε γιοτ πολυτελείας. Ταξίδι στο οποίο γνωρίζουμε και τα άλλα πρόσωπα της ιστορίας: τον εκατομμυριούχο, καπιταλιστή Ρώσο «έμπορα σκατών» («πουλώ κοπριά», εξηγεί ο ίδιος) και τη γυναίκα του, το ζευγάρι των Άγγλων που πλούτισε πουλώντας χειροβομβίδες («εξασφαλίζουμε τη δημοκρατία στον κόσμο», εξηγούν), τον μεθυσμένο κομμουνιστή πλοίαρχο (με έναν Γούντι Χάρελσον απολαυστικό στο ρόλο), την υπεύθυνη γυναίκα του προσωπικού και την καθαρίστρια.

Η ηρεμία και η διασκέδαση (με τη γυναίκα του Ρώσου να αναγκάζει, κάποια στιγμή, όλο το υπηρετικό προσωπικό να βάλουν τα μαγιό τους και να κάνουν μπάνιο/τσουλήθρα στη θάλασσα) ανατρέπονται όταν, τη βραδιά του δείπνου που διοργανώνει ο πλοίαρχος, ξεκινά μια θαλασσοταραχή που φέρνει τα πάνω κάτω, με τα διάφορα αντικείμενα να πέφτουν στο πάτωμα, τους θαμώνες να αρχίζουν να κάνουν εμετό, τις τουαλέτες να ξεχειλίζουν, σε ξεκαρδιστικές σκηνές που θυμίζουν τόσο εκείνες των Μόντι Πάιθον, όσο κι εκείνες του Μάρκο Φεράρι στην ταινία «Το μεγάλο φαγοπότι» (σκηνές που έκαναν μερικούς, ακόμη και στη δημοσιογραφική προβολή των Καννών, να σηκωθούν και να τρέξουν να βγουν από την αίθουσα!) ενώ ο μεθυσμένος Ρώσος καπιταλιστής, έχοντας κλειδωθεί, μαζί με τον πλοίαρχο, στο χώρο ελέγχου του πλοίου, διαδίδει μέσω του μικροφώνου, ψευδείς ειδήσεις για επικείμενο ναυάγιο του σκάφους, τρομοκρατώντας τους επιβάτες.

Στο τρίτο μέρος, όταν τελικά το γιοτ ανατινάζεται από πειρατές και οι λιγοστοί ναυαγοί (ανάμεσα τους το ζευγάρι των μοντέλων, τον Ρώσο καπιταλιστή, τον υποπλοίαρχο, ένα μαύρο εργάτη στις μηχανές του γιοτ, και την καθαρίστρια), βρίσκονται νηστικοί και αβοήθητοι σε ένα έρημο νησί (με τις σκηνές ωραία φωτογραφημένες από τον Φρέντερικ Βένζελ, τον ίδιο διευθυντή φωτογραφίας και στο «Τετράγωνο», να έχουν γυριστεί στη Χιλιαδού της Εύβοιας) οι ιεραρχίες ανατρέπονται και τα ηνία αναλαμβάνει η καθαρίστρια που εκμεταλλεύεται την πείρα της στο ψάρεμα και το μαγείρεμα για να διευθύνει και να ελέγχει την ομάδα. Ενώ, ο άντρας μοντέλο, που η καριέρα του, σε αντίθεση με εκείνη της συντρόφου του, βρίσκεται σε κάθοδο, αρχίζει να κοιμάται με την καθαρίστρια με αντάλλαγμα το ψάρι που εκείνη τον ταΐζει.

Ο Όστλουντ στήνει με γνώση, ευρηματικότητα και μπόλικο σατιρικό, συχνά και μαύρο, χιούμορ, τις σκηνές του, τονίζοντας κάθε τόσο τα στοιχεία που φέρνουν στην επιφάνεια τις αντιθέσεις και τις συγκρούσεις στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες μας, όπως στη σκηνή με τον πλοίαρχο και τον Ρώσο εκατομμυριούχο να αποστηθίζουν αποφθέγματα από την πρόσφατη ιστορία (από Λένιν και Μαρξ μέχρι Τσόρτσιλ και Κένεντι) για να υποστηρίξουν τις απόψεις τους – απόψεις που, όπως στην περίπτωση του πλοιάρχου, δεν ευσταθούν και τόσο μια και ο υποτιθέμενος κομμουνισμός του δεν συνάδει με την οικονομικά εξασφαλισμένη θέση του μεσοαστού.

Όπως ανάφερε ο ίδιος ο Όστλουντ στη συνέντευξη Τύπου, για την καυστική αυτή σατιρική ταινία του είχε υπόψη του την ιταλική ταινία «Η κυρία και ο ναύτης» της Λίνα Βερτμίλερ, περισσότερο όμως θα έλεγα η ταινία μου φέρνει στο νου τόσο την καυστική κριτική της μεγαλοαστικής τάξης ταινιών του Μπουνιουέλ όπως «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» όσο και τις ανατρεπτικές κωμωδίες των Μόντι Πάιθον. Μια ταινία που την απολαμβάνεις και που χαίρεσαι γιατί υπάρχουν σκηνοθέτες έτοιμοι να βγουν από την πολιτική ορθότητα και να πουν αυτό που πιστεύουν έξω από τα δόντια!

** ½ Ο άνθρωπος με τις απαντήσεις

Ελλάδα, 2021. Σκηνοθεσία-σενάριο: Στέλιος Καμμίτσης. Ηθοποιοί: Βασίλης Μαγουλιώτης, Άντον Βάιλ, Στέλλα Φυρογένη. 80´

Ενδιαφέρον, χαμηλών τόνων, ρόουντ μούβι, αν και με άνισο σενάριο, η ταινία αυτή του Στέλιου Καμμίτση, γύρω από έναν αποξενωμένο από συγγενείς και φίλους νέο άντρα, τον Βίκτωρα, που αποφασίζει να κάνει ένα ταξίδι στην Ιταλία. Στην πορεία θα συναντήσει τον Ματίας, ένα παράξενο νεαρό Γερμανό (είδος θα μπορούσες να πεις και alter ego του Βίκτωρα), που επιμένει – και τελικά τον πείθει – να του δείξει την πραγματική Ιταλία και όσα χάνει από τη ζωή που θέλει να αποφύγει.

Με ωραία αίσθηση των χώρων (η φωτογραφία είναι του Θόδωρου Μιχαλόπουλου), με τις διάφορες στάσεις και συναντήσεις των δυο τους, με μια διακριτική προσέγγιση μιας αναπτυσσόμενης ομοφυλοφιλικής σχέσης, και μια ειλικρινή και άμεση προσέγγιση που μου θύμισε τόσο τις πρώτες ταινίες του Τζιμ Τζάρμους όσο κι εκείνες του Ρομέρ, ο Καμμίτσης καταφέρνει να σου κρατήσει το ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος της (διάρκειας μόνο 80 λεπτών) ταινίας του και να σε κάνει να συμπαθήσεις τους διψασμένους για μια θέση στη ζωή και τις απλές χαρές της χαρακτήρες του.