ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Σ’ αναζήτηση ελπίδας και συγχώρεσης

Κριτική: Νίνος Φένεκ Μικελίδης

*** ½ – Ελπίδα

Hap/Hope. Νορβηγία/Σουηδία/Δανία, 2019. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μαρία Ζόνταλ. Ηθοποιοί: Αντρέα Μπρεν Χόβιγκ, Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Έλι Ριάνον Μούλερ Όσμπορν. 130΄

Η καλά οργανωμένη ζωή της μεσήλικης Άνιας (Αντρέα Μπρεν Χόβιγκ σε μια δοσμένη με δύναμη, ήδη βραβευμένη σε διεθνή φεστιβάλ, ερμηνεία), στην ταινία «Ελπίδα» της Μαρίας Ζόνταλ (πρόταση της Σουηδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ), ανατρέπεται ξαφνικά όταν ο ιατρός της την πληροφορεί πως η πριν από ένα χρόνο επιτυχής αντιμετώπιση του όγκου στον πνεύμονα, έχει πάθει μετάσταση στον εγκέφαλο. Πληροφορία που η Άνια θα μεταφέρει μόνο στον επί αρκετά χρόνια σύντροφό της, Τόμας (ένας πολύ καλός Στέλαν Σκάρσγκαρντ), όχι όμως στα πέντε παιδιά τους, τα δυο που απέκτησε με τον Τόμας και τα τρία παιδιά του Τόμας με την πρώην σύζυγό του.

Ευκαιρία για την Άνια, επιτυχημένη χορογράφο, όπως αποκαλύπτουμε από τα πρώτα κιόλας πλάνα της ταινίας, ν’ αντιμετωπίσει τη μέχρι τότε ζωή της με περισσότερη περίσκεψη, αναγνωρίζοντας όχι μόνο τις δικές της αδυναμίες (την εστίαση στη φροντίδα των πέντε παιδιών σε βάρος του επαγγέλματός της) αλλά κι εκείνες του εργασιομανή συντρόφου της, που δεν της δείχνει την αναμενόμενη φροντίδα – στοιχεία που η Ζόνταλ παρουσιάζει σταδιακά στο ιδιαίτερα καλογραμμένο σενάριό της.

Η ταινία θα μπορούσε να πέσει στο εύκολο δακρύβρεκτο μελόδραμα, ευτυχώς όμως η σκηνοθέτρια, ακολουθώντας την πορεία των εξελίξεων αυτών, στη διάρκεια λίγων ημερών, από πριν και μετά τα Χριστούγεννα ως την Πρωτοχρονιά, στρέφει το ενδιαφέρον της στις μικρές καθημερινές αλλαγές, τις αποτυχίες αλλά και τις συγκρούσεις ανάμεσα στους δυο πρωταγωνιστές της, που τελικά θα οδηγήσουν σε αλληλοκατανόηση και συμφιλίωση (ίσως και ανανέωση της αγάπης τους), επιλέγοντας σκηνές που εκφράζουν καλύτερα και πιο πειστικά την όλη εκρηκτική ατμόσφαιρα, μ’ ένα στιλ ρεαλιστικό, από το οποίο δεν λείπει και η τρυφερότητα, με την κάμερα να ψάχνει και να παραμένει στα πρόσωπα, φέρνοντας στο νου την ταινία «Δεν θα γεράσουμε μαζί» του Μορίς Πιαλά.

Παράδειγμα, η απόφαση του Τόμας να προτείνει ξαφνικά γάμο στην Άνια, κάτι που εκείνη αρχικά παρεξηγεί για είδος μεταμέλειας της τελευταίας στιγμής πριν από επικείμενο θάνατο, απόφαση όμως που η Ζόνταλ εκμεταλλεύεται για να διεισδύσει σε βάθος στα αισθήματα και τους χαρακτήρες του Τόμας και της Άνιας. Ή, οι σκηνές της προετοιμασίας του γάμου (με το ξέσπασμα της Άνιας όταν δοκιμάζει το νυφικό ή αργότερα εκείνες στη διάρκεια της τελετής), ή, ακόμη, μια σκηνή που τονίζει την όλη διαφορετική προσέγγιση της Ζόλνταλ στο θέμα της, εκείνη της ξαφνικής ερωτικής σκηνής που προκαλεί η ίδια η Άνια, σκηνή καθόλου αισθησιακή που εκφράζει περισσότερο την απόγνωση και το συναισθηματικό αδιέξοδο της ηρωίδας.

*** ½ – Μετά την αγάπη

After Love. Βρετανία, 2020. Σκηνοθεσία-σενάριο: Αλίμ Χαν. Ηθοποιοί: Τζοάνα Σκάνλαν, Νάταλι Ρίτσαρντ, Ταλίντ Αρίς. 89΄

Με τον έρωτα, τις συζυγικές σχέσεις αλλά και τη συγχώρεση καταπιάνεται η βρετανική ταινία «Μετά την αγάπη» του πρωτοεμφανιζόμενου Αλίμ Καν. Όταν, μετά τον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της (που παρακολουθούμε στο εισαγωγικό κομμάτι της ταινίας), η Μαίρη (Τζοάνα Σκάνλαν), μια Αγγλίδα που ασπάστηκε τον ισλαμισμό για να παντρευτεί τον άντρα της ζωής της, ζει στο Ντόβερ, ανακαλύπτει πως ο άντρας της εδώ και αρκετά χρόνια την απατούσε με μια Γαλλίδα, τη Ζενεβιέβ (Νάταλι Ρίτσαρντ), αποφασίζει να διασχίσει τη Μάγχη από το Ντόβερ όπου ζει ως το Καλέ, για να παρουσιαστεί ως καθαρίστρια και να συναντήσει την άγνωστη ερωμένη. Ένα ταξίδι όπου έκπληκτη ανακαλύπτει πως ο σύζυγος όχι μόνο είχε ερωμένη αλλά είχε φτιάξει μαζί της και δεύτερη οικογένεια, αποκτώντας και ένα γιο που τώρα είναι έφηβος.

Μια φαινομενικά απίθανη, τουλάχιστο στην αρχή, μελοδραματική ιστορία, που ο σκηνοθέτης καταφέρνει να κάνει πιστευτή αλλά και να σε συγκινήσει, ιδιαίτερα με τη σχέση που σταδιακά αρχίζει να αναπτύσσεται ανάμεσα στις δυο γυναίκες, με εικαστικά ωραίες, συχνά συμβολικές σκηνές (όπως εκείνες των λευκών, απόκρημνων βράχων του Ντόβερ, που βλέπουμε στα πρώτα και τα τελευταία πλάνα της ταινίας που εκφράζουν τη ψυχολογική κατάσταση της ηρωίδας), που καταγράφουν τους διαφορετικούς χαρακτήρες αλλά και τις διαφορετικές αντιδράσεις των δυο γυναικών.

Ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας σίγουρα οφείλεται στην ερμηνεία της Τζοάνα Σκάνλαν (βραβείο ερμηνείας στα φεστιβάλ του Δουβλίνου και της Θεσσαλονίκης), που αντιμετωπίζει τις διάφορες καταστάσεις με λεπτότητα και στωικότητα, αποτυπώνοντας το μούδιασμα, τις σιωπές, την αναμονή και γενικά τις αντιδράσεις της με τις διάφορες εκφράσεις του προσώπου της – ένα πρόσωπο που μεταδίδει με εκπληκτική αυθεντικότητα άλλοτε το πένθος, την απελπισία και τον πόνο και άλλοτε την αποδοχή και τη συμφιλίωση.

*Spider-Man: No Way Home

ΗΠΑ, 2021. Σκηνοθεσία: Τζον Γουότς. Σενάριο: Κρις ΜακΚένα, Έρικ Σόμερς, Σταν Λι. Ηθοποιοί: Τομ Χόλαντ, Ζεντάγια, Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Γουίλεμ Νταφόε, Άλφρεντ Μολίνα, Τζέιμι Φοξ, Τζον Φαβρό, Τζέικομπ Μπάταλον, Μαρίζα Τομέι. 148΄

Μετά τους τρεις πρώτους Spider-Man του Σαμ Ρέιμι, να τώρα που μας έρχεται, καθυστερημένος λόγω της πανδημίας, ο δεύτερος Spider-Man του Τζον Γουότς, συνέχεια του προηγούμενου Spider-Man: Homecoming, με τον Πίτερ Πάρκερ του Τομ Χόλαντ να βρίσκεται, με τη ξαφνική αποκάλυψή του ως Spider-Man από τον εχθρό του Μιστέριο, αντιμέτωπος με μια πόλη όπου ο μισός-πληθυσμός είναι ενθουσιασμένος ενώ ο άλλος μισός είναι έξαλλος επειδή τον θεωρεί επικίνδυνο δολοφόνο.

Για να μπορέσει να επιστρέψει στην παλιά του κατάσταση, όπου μόνη η αγαπημένη του Εμ-Τζι (Ζεντάγια) και οι δυο στενοί του φίλοι γνωρίζουν την αληθινή του ταυτότητα, ζητά από τον μάγο Δρα Στρέιντζ (Μπένεντικτ Κάμπερμπατς) να χρησιμοποιήσει τις μαγικές του δυνάμεις για να κάνει τον κόσμο να τον ξεχάσει. Τα πράγματα όμως μπερδεύονται και, μαζί με την ποθητή λήθη, ανοίγει μια πύλη σε παράλληλες διαστάσεις, που εισάγουν στον πλανήτη μας όχι μόνο τους παλιούς εχθρούς από προηγούμενες περιπέτειες του Spider-Man, τον Green Goblin (Γουίλεμ Νταφόε), τον Δόκτορα Χταπόδι (Άλφρεντ Μολίνα), τον Electro (Τζέιμι Φοξ) και τη Σαύρα (Ρις Ίφρανς), αλλά και δυο άλλους Spider-Man, που είχαν ερμηνεύει ο Τόμπι Μαγκουάιαρ και ο Άντριου Γκάρφιλντ.

Κι αρχίζει ένας αγώνας ενάντια στους τέσσερις εχθρούς του Spider-Man, με τη φορά αυτή να έχουμε όχι μόνο ένα ήρωα αλλά τρεις ήρωες να τους αντιμετωπίζουν, με τον Spider-Man του Χόλαντ να θέλει να βοηθήσει τους πρώην εχθρούς να βρουν τον καλό τους εαυτό, δίνοντας στον Τζον Γουότς και τους σεναριογράφους του την ευκαιρία να φτιάξουν μια περιπέτεια που θα μπορούσε να είναι διαφορετική, ίσως και πρωτότυπη και συναρπαστική, αν είχε ένα καλύτερο σενάριο.

Δυστυχώς οι καταστάσεις και οι διάλογοι όπως αναπτύσσονται παραμένουν αφελείς, με μικρή εξαίρεση τον χαρακτήρα του Τομ Χόλαντ που εδώ αποκτά μια πιο ανθρώπινη υπόσταση (σε κάποια σημεία σχεδόν και σκοτεινή) και που ο ηθοποιός καταφέρνει να κάνει πέρα για πέρα αποδεκτή. Εκείνο όμως που τελικά παραμένει, και που σίγουρα θα ενθουσιάσει τους φαν της σειράς (που φαίνεται πως δεν σταματά εδώ αλλά θα έχουμε μάλλον και συνέχεια) είναι η ατέλειωτη, εντυπωσιακή δράση, χάρη σε μια εξαιρετική ομάδα υπεύθυνη των ειδικών εφέ (μη ξεχνάμε πως έχουμε να κάνουμε με μπλοκ-μπάστερ), που προσφέρει την έξαρση και το σασπένς που ξεπερνά εκείνα των συνηθισμένων video-games.