ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Αλληγορία πάνω στην Ευρώπη της παγκοσμιοποίησης

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

*** ½ – Ο γίγαντας

Handia/The Giant. Ισπανία, 2017. Σκηνοθεσία: Αϊτόρ Αρέγκι, Γιον Γκαράνιο. Σενάριο: Αρέγκι, Γκαράνιο, Χοζέ Μαρί Γκοενάγκα, Αντόνι Ντι Κάρλος. Ηθοποιοί: Ραμόν Αγκίρε, Ινίγκο Αρανμπούρου, Ινίγκο Αζπιτάρτε, Αϊα Κρούζε, Ενέγκο Σακαρντόι. 114΄

 

Ο κινηματογράφος των Βάσκων (της περιοχής της Βόρειας Ισπανίας που συνορεύει με τη Γαλλία) μας ήταν εντελώς άγνωστος μέχρι το 2016 όταν είδαμε την ταινία «Λουλούδια» (2014), των Γιον Γκαράνιο και Χοζέ Μαρί Γκοενάγκα, μελέτη πάνω στη γυναικεία ψυχοσύνθεση, που κέρδισε βραβεία σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ. Σήμερα, ο Γκαράνιο επιστρέφει, τη φορά αυτή μαζί με τον Αϊτόρ Αρέγκι, για να μας προσφέρουν τη νέα τους ταινία «Ο γίγαντας» (ο Γκοενάγκα, τη φορά αυτή συνεργάστηκε στο σενάριο).

Στη νέα τους ταινία, οι δυο σκηνοθέτες στρέφονται σ’ ένα ιστορικό δράμα βασισμένο στην αληθινή ιστορία του γιου ενός αγρότη που υπέφερε από γιγαντισμό (του Μιγκέλ Γιοακίν Αρτεάγκα, που έγινε διάσημος στην Ευρώπη, και πέθανε το 1861, σε ηλικία 46 χρόνων, έχοντας φτάσει σχεδόν στα 2,4 μέτρα ύψος). Η ιστορία αρχίζει το 1836, περίοδο της έναρξης των εμφύλιων Καρλικών πολέμων (για τη γραμμή διαδοχής στο θρόνο ανάμεσα στον Κάρλος, αδερφό του νεκρού βασιλιά Φερδινάνδου και την Ισαβέλλα), με δυο αδέρφια, τον Μαρτίν και τον μικρότερο σε ηλικία Γιοακίν (με τους Ραμόν Αγκίρε και Ινίγκο Αρανμπούρου να φτιάχνουν αξέχαστες ερμηνείες) να ζούνε στο αγρόκτημα του πατέρα τους. Την κάπως αδιάφορη, βουκολική ζωή τους ανατρέπει η επέκταση του πολέμου, όταν ο Μαρτίν στρατολογείται και στέλνεται στο μέτωπο.

Σε μια σειρά σκηνές, που, με την πολύτιμη βοήθεια του εξαίρετου διευθυντή φωτογραφίας Χαβιέ Αγκίρε (υπεύθυνο και για τη φωτογραφία στα «Λουλούδια») αναπλάθουν, με ζωντανά, έντονα χρώματα, μερικές από τις καλύτερες και πιο συγκλονιστικές στιγμές της ταινίας, τονίζοντας την κάθε άλλο παρά ηρωική εικόνα του πολέμου (με τρομοκρατημένα πρόσωπα, χωρίς να ξέρεις ποιος πυροβολεί ποιον, με γκρο πλάνα των τραυματισμένων, πεσμένων σε λάσπες και αιματοβαμμένα χώματα, με σκορπισμένα ακρωτηριασμένα πτώματα, με άναρθρες φωνές και απελπισμένες κραυγές, και γενικά όλο το χάος τριγύρω), σκηνές, αξίζει να πω, που μου θύμισαν εκείνες που θέλησε να αναπλάσει ο Τζον Χιούστον στο κατακερματισμένο αριστούργημά του «Το κόκκινο σήμα της παλληκαριάς», όπου οι παραγωγοί, τρομοκρατημένοι μπροστά στην αντιμιλιταριστική εικόνα του πολέμου που έδινε ο σκηνοθέτης επενέβησαν στο μοντάζ και κατακρεούργησαν την ταινία.

Με το τέλος του πολέμου, και ύστερα από τριών χρόνων περιπλάνηση, ο Μαρτίν επιστρέφει στο αγρόκτημα για να ανακαλύψει πως το ύψος του αδερφού του έχει μεγαλώσει τρομακτικά (έχει δηλαδή αρχίσει να αναπτύσσεται η ακρομεγαλία του). Για να μαζέψουν τα απαραίτητα χρήματα, ώστε, από τη μια να βοηθήσει τον πατέρα τους να ξεπληρώσει το χρέος στο αγρόκτημα, που κινδυνεύει να χάσει, και, από την άλλη, να μπορέσει να ταξιδέψει στην Αμερική όπου θα μπορέσει να αλλάξει τη ζωή του, ο Μαρτίν δέχεται την προσφορά ενός ιμπρεσάριο να παρουσιάσουν το παράξενο θέαμα του «γίγαντα» Γιοακίν.

Κι αρχίζουν μια σειρά ταξίδια σε πόλεις και χωριά, στην αρχή της Ισπανίας και στη συνέχεια της Ευρώπης (Λισαβώνα, Λονδίνο, Παρίσι, Μπορντό), με τα δυο αδέρφια να έρχονται σταδιακά σε σύγκρουση, ο Γιοακίν να παραμένει στις βασικές του ρίζες (στα κοστούμια που φορά, ακόμη και στη χρήση της γλώσσας), με τον Μαρτίν να δέχεται τις αλλαγές και να μαθαίνει ακόμη και να αποδέχεται τις ξένες γλώσσες και τα έθιμα (σχόλιο πάνω στην παγκοσμιοποίηση), ενώ, παράλληλα, μέσα από αυτά τονίζεται, κάθε φορά, και η μοναξιά και των δυο (ιδιαίτερα του Γιοακίν) που συνεχώς γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη.

Την αντιπαλότητα αυτή ανάμεσα στα αδέρφια, οι δυο σκηνοθέτες καταγράφουν με λεπτότητα, με υπονοούμενα, με επιμονή στις μικρολεπτομέρειες (τα βλέμματα, τις χειρονομίες, τις σιωπές), αποφεύγοντας την οποιαδήποτε μεγάλη, δραματική σύγκρουση. Ενώ, παράλληλα, τόσο μέσα από τη σχέση των δυο αδερφών με τους άλλους αλλά και μεταξύ τους (και την προσαρμογή και επανασύνδεση που σταδιακά ακολουθεί, επανασύνδεση δοσμένη με ευαισθησία και λεπτότητα), βρίσκουν την ευκαιρία να σχολιάσουν θέματα όπως αυτά της πολιτιστικής ταυτότητας (μαζί και του κινδύνου καταστροφής της), της παγκοσμιοποίησης, αλλά και της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας (βλέπε την εξαφάνιση των οστών του Γιοακίν), ιδιαίτερα σ’ ότι αφορά τη χώρα των Βάσκων καθώς και της υπόλοιπης Ενωμένης (;) Ευρώπης.

** ½ – Sicario 2: Η μάχη των εκτελεστών

Sicario: Day of the Soldado. ΗΠΑ/Ιταλία, 2018. Σκηνοθεσία: Στέφανο Σολίμα. Σενάριο: Τέιλορ Σέρινταν. Ηθοποιοί: Μπενίσιο Ντελ Τόρο, Τζος Μπρόσλιν, Ιζαμπέλα Μόνερ, Κάθριν Κίνερ, Μάθιου Μοντίν, |Τζέφρι Ντόνοβαν. 122΄

Γνωστός ιδιαίτερα από την τηλεοπτική σειρά «Γκομόρα», ο Ιταλός Στέφανο Σολίνα ανέλαβε τη σκηνοθεσία του «δεύτερου» αυτού «Σικάριο» που μας είχε πρωτογνωρίσει στην πολύ καλή ταινία του ο Καναδός Ντενί Βιλνέβ. Αντίθετα όμως με τη βουτηγμένη σε μαύρη ατμόσφαιρα ταινία του Βιλνέβ, που άρχιζε με ιδιαίτερα ωμές σκηνές, όπως εκείνη με την κάμερα, να διεισδύσει σ’ ένα «σπίτι τρόμου», για να μας αποκαλύψει δεκάδες πτώματα που έχουν αποσυντεθεί, η ταινία του Σολίμα αρχίζει με Αμερικανούς στρατιώτες να συλλαμβάνουν Μεξικανούς που προσπαθούν να διασχίσουν τα σύνορα, ενώ, στη συνέχεια, ένας από αυτούς, αυτοπυρπολείται, σκοτώνοντας μαζί του και έναν αριθμό Αμερικανών στρατιωτών (δικαιολογία για την πολιτική του Τραμπ;).

Βέβαια, στη συνέχεια, η ιστορία που συνεχίζεται, με τον Τζος Μπρόλιν στο ρόλο, και πάλι, του παράξενου κρατικού εκτελεστή, και τον Μπενίσιο Ντελ Τόρο, στο ρόλο του Αλεχάντρο, πρώην θύμα των καρτέλ και νυν αδίστακτος εκτελεστής, να αναλαμβάνουν να προκαλέσουν πόλεμο ανάμεσα στα καρτέλ, δίνεται στον σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο του, Τέιλορ Σέρινταν, να ξεσκεπάσουν την υποκρισία και τη διαφθορά που εξακολουθεί να υπάρχει τόσο στο Μεξικό όσο και στις ΗΠΑ, διαφθορά που οι δυο «ήρωες» δεν έχουν τελικά την ικανότητα να αντιμετωπίσουν όπως θα έπρεπε. Με αποτέλεσμα, εκείνο που παραμένει να είναι μια καλοφτιαγμένη ταινία, με την αναμενόμενη δράση, συνεχείς συγκρούσεις, με ωραίο, γρήγορο ρυθμό και ευρήματα στην πλοκή, και με σωστές. όπως πάντα, ερμηνείες.

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ

**** Ντάρλινγκ

Darling. Βρετανία, 1965. Σκηνοθεσία: Τζον Σλέσιντζερ. Σενάριο: Φρέντερικ Ραφάελ. Ηθοποιοί: Τζούλι Κρίστι, Ντερκ Μπόγκαρντ, Λόρενς Χάρβεϊ. 128΄

Σε επανέκδοση, η βραβευμένη με τρία Όσκαρ (καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, σεναρίου και κοστουμιών) ταινία του Τζον Σλέσιντζερ, με την Τζούλι Κρίστι έξοχη στο ρόλο του ελκυστικού, ανέμελου, ελεύθερου σεξουαλικά και ηθικά κοριτσιού, που κινείται στον επιφανειακό κόσμο του «τζετ-σετ», αποκαλύπτοντας μας τον πουριτανισμό και την υποκρισία της καθεστηκυίας τάξης (που τονίζεται ιδιαίτερα στη φιλανθρωπική σκηνή με τους μαύρους ντυμένους με κοστούμια του 18ου αιώνα). Σημαντική, ιδιαίτερα για την τότε εποχή, ταινία, που σήμερα φαίνεται κάπως ξεπερασμένη. Παρόλο που η Τζούλι Κρίστι κέρδισε το Όσκαρ ερμηνείας, ο Ντερκ Μπόγκαρντ και ο Λόρενς Χάρβεϊ παραμένουν και σήμερα πολύ καλύτεροι της.

 

 

*** ½ – Γάμος αλά-ιταλικά

Matrimonio all’italiana. Ιταλία, 1964. Σκηνοθεσία: Βιτόριο Ντε Σίκα. Σενάριο: Ρενάτο Καστελάνι, Τονίνο Γκουέρα, Λεονάρντο Μπενβενούτι, Πιέρο Ντε Μπερνάρντι (από θεατρικό έργο του Εντουάρντο Ντε Φιλίπο). Ηθοποιοί: Σοφία Λόρεν, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Άλντο Πουλίζι, Μαριλού Τολό. 102΄

Η χημεία που ο Βιτόριο Ντε Σίκα πέτυχε ανάμεσα στη Σοφία Λόρεν και τον Μαρτσέρλο Μαστρογιάνι στην κινηματογραφική αυτή διασκευή της κλασικής κωμωδίας «Φιλουμένα Μαρτουράνο» του Ντε Φιλίπο, παραμένει και σήμερα το ίδιο ζωντανή και απολαυστική: από τη μια η Λόρεν, στο ρόλο της Φιλουμένα, της πρώην πόρνης και νυν ερωμένης και μητέρας, και, από την άλλη, ο Μαστρογιάνι, στο ρόλο του αστού καταστηματάρχη της Νάπολης, Ντομένικο, που αντιμετωπίζει την ερωμένη του Φιλουμένα ως υπηρέτρια και που αρνείται να της παραχωρήσει την κοινωνική ευπρέπεια που εκείνη αποζητά. Με την παθιασμένη, γεμάτη δύναμη, Φιλουμένα να προσπαθεί να βρει τρόπους για να πετύχει τον ποθητό γάμο και τον εγωιστή Ντομένικο, να προσπαθεί να γλιστρήσει από τις διάφορες παγίδες της. Μια πάντα απολαυστική ταινία, όμορφο αντίδοτο στις όχι πάντα με φεγγάρι νύχτες της Αθήνας.