ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ – KΡΙΤΙΚΗ

Ο Blade Runner στον κόσμο του Στάλκερ

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

 

**** Blade Runner 2049
ΗΠΑ, 2017. Σκηνοθεσία: Ντενί Βιλνέβ. Σενάριο: Χάμπτον Φάντσερ, Μάικλ Γκριν. Ηθοποιοί: Ράιαν Γκόσλινγκ, Χάρισον Φορντ, Άνα ντε Άρμας, Ρόμπιν Ράιτ, Τζάρεντ Λέτο. 163 λεπτά.

Πριν από 35 χρόνια, ο Blade Runner του Ρίντλεϊ Σκοτ κατάφερε όχι απλά να αναβιώσει το είδος του κινηματογράφου της επιστημονικής φαντασίας αλλά και να το ανανεώσει, δίνοντας στο θέμα της σύγκρουσης των ανθρώπων με τα ρομπότ μια μεταφυσική έννοια, φτιάχνοντας παράλληλα κι ένα υποδειγματικό νέο-νουάρ, με φόντο τον εφιαλτικό κόσμο του μέλλοντος.

Μπορεί ο γαλλικής καταγωγής Καναδός Ντενί Βιλνέβ, ένας σκηνοθέτης πολλά υποσχόμενος γενικότερα στο χώρο της σκηνοθεσίας, μετά από επιτυχίες όπως η επιστημονικής φαντασίας περιπέτεια «Αφιξη» και το γκανγκστερικό θρίλερ «Σικάριο» (ήδη ετοιμάζει τη δική του ερμηνεία του Dune), με αυτό το Blade Runner 2049 να μην ανανεώνει το είδος, καταφέρνει όμως να του δώσει το ρυθμό και την πνοή (μαζί και την εικαστική ομορφιά) που άνετα το τοποθετούν όχι και πολύ μακριά από την εμβληματική ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ.

Ο νέος Blade Runner στην ταινία του Βιλνέβ κινείται, παρά τα 30 χρόνια που έχουν περάσει, σ’ ένα κόσμο παρόμοιο με εκείνο του πρώτου Blade Runner (1982), χωρίς να έχει ξεφύγει και πολύ από το πνεύμα του βιβλίου «Do Androids Dream of Electric Sheep» του Φίλιπ Κ. Ντικ, που είχε εμπνεύσει την πρώτη, κλασική σήμερα, ταινία. Ένα κόσμο εφιαλτικό, που οι οικολογικές και άλλες καταστροφές, ο υπερπληθυσμός και η συνεχής ανάπτυξη ανθρωπόμορφων ρομπότ, οδηγούν σε συνεχώς αυξανόμενα αδιέξοδα.

Σ’ αυτό τον κόσμο, με τα νέα, υπάκουα (σκλάβοι στην πραγματικότητα) ανθρωποειδή ρομπότ, ο νέος Blade Runner, ο αστυνόμος Κ. του Ράιαν Γκόσλινγκ (στο νου έρχεται ο Κ. του Κάφκα μια και ο κόσμος στον οποίο σταδιακά μπλέκει ο Κ. του Γκόσλινγκ δεν απέχει και πολύ από τον εφιαλτικό κόσμο της «Δίκης») έχει αναλάβει την ανακάλυψη και εξόντωση των παλιότερων replicants, των μοντέλων εκείνων που είχαν εξεγερθεί ενάντια στους δημιουργούς τους. Στην πορεία του όμως θα ανακαλύψει ένα καλά κρυμμένο για χρόνια μυστικό που μπορεί να ανατρέψει και να αλλάξει ριζικά τον κόσμο. Με αποτέλεσμα να μετατραπεί ο ίδιος σε στόχο εξόντωσης. Μόνη του ελπίδα για να ξεδιαλύνει το μυστήριο είναι να ανακαλύψει τον Ρικ Ντέκαρντ (Χάρισον Φορντ), τον παλιό blade runner που είχε εξαφανιστεί εδώ και 30 χρόνια.

Από τα πρώτα κιόλας πλάνα, ο θεατής έχει την αίσθηση πως βρίσκεται σ’ ένα κόσμο όχι και πολύ απομακρυσμένο από τον δικό μας: με τους βρώμικους μισκοσκότεινους δρόμους όπου οι άνθρωποι κινούνται σε μιλιούνια, τα υπερπλήρη διαμερίσματα με τους γεμάτους από (ίσως άστεγους) ανθρώπους που βρίζουν, με τους τοίχους γεμάτους γκραφίτι, ένα κόσμο «φυλακισμένο» σε ένα πλανήτη κουρασμένο από τον υπερπληθυσμό, με τα απόβλητα να κυριαρχούν και να πνίγουν τα πάντα (στο νου έρχεται τόσο το «Soylent Green» όσο και το «e-wallie»). Η μόνη διαφορά είναι τα υπερμοντέρνα οχήματα και οι αριθμοί που έχουν αντικαταστήσει τα ονόματα των ανθρώπων, που προαναγγέλλουν τη ζωή στις επόμενες δεκαετίες, σε μια νέα κοινωνία (πιθανόν σαν εκείνη του «Αλφαβίλ»).

 

Το καλό είναι πως η παραγωγός εταιρία και ο ίδιος ο Ρίντλεϊ Σκοτ, που είναι executive producer της ταινίας, άφησαν τον Βιλνέβ ελεύθερο να αφηγηθεί την ιστορία του με άνεση, χωρίς επεμβάσεις. Ακριβώς, στο πνεύμα αυτό, το πρώτο μέρος κυλάει με άνεση, δίνοντάς μας την ευκαιρία να γνωρίσουμε τα πρόσωπα, να τα παρακολουθήσουμε να κινούνται στον κόσμο τους και, σταδιακά, να παρασυρθούμε από την πλοκή – η πρώτη αληθινή «δράση» εμφανίζεται μετά τα πρώτα 60 λεπτά της ταινίας.

Εκεί όμως που ο Σκοτ είχε επιλέξει να τοποθετήσει τους χαρακτήρες του σ’ ένα κόσμο πνιγμένο από τα εκθαμβωτικά neon, έρμαιο μιας υπερμοντέρνας τεχνικής, ο Βιλνέβ επέλεξε να τα τοποθετήσει στον κόσμο των βασικά έρημων τοπίων του Ταρκόφσκι. Ο αστυνόμος Κ. κινείται σε τοπία χιονισμένα, ομιχώδη, υγρά, απόμερα, που μοιάζουν να βγήκαν από τον κόσμο του Στάλκερ κι είναι στιγμές που η αναζήτηση του Κ. οδηγείται προς τη μεταφυσική του Ρώσου δημιουργού (η αναζήτηση της «ψυχής» στα ανθρωποειδή αλλά και κάποια φροϋδικά σύμβολα παραπέμπουν σ’ ένα κινηματογράφο κάθε άλλο παρά αμερικανικό). Ενώ μια ερωτική σκηνή ανάμεσα στον άντρα και δυο γυναίκες (με τη μια να «διεισδύει» στο σώμα της άλλης) μοιάζει να συνεχίζει τα ερωτικά «οράματα» του ήρωα στο «Σολάρις».

Σκηνές που τις «δένει» τέλεια με τις δυο ιδιαίτερα εμπνευσμένες ανατροπές (στο σενάριο συνεργάστηκε και ο Χάμπτον Φάντσερ, που είχε γράψει το σενάριο της πρώτης ταινίας) και τις σκηνές του τρίτου μέρους της ταινίας, εκείνου της κατάδυσης του ήρωα σε ένα είδος δαντικής κόλασης, με το κόκκινο χρώμα να λούζει να πάντα (η εξαιρετική φωτογραφία είναι του ιδιοφυή Roger Deakins), με τον Ντέκαρντ να ζει σ’ ένα εγκαταλειμμένο μέγαρο παρέα με τα ολογράμματα ενός λαμπρού παρελθόντος (με τον Πρίσλεϊ και τον Σινάτρα να προσφέρουν δείγματα του ταλέντου τους).

Χωρίς να φτάνει στο ύψος της αριστουργηματικής ταινίας του Ρίντλεϊ Σκοτ, ο Βιλνέβ έφτιαξε μια πανέμορφη, συναρπαστική, με λυρική πνοή, ταινία, που θα αρέσει όχι μόνο στου φαν του πρώτου Blade Runner αλλά και στους θεατές εκείνους που δεν είδαν την πρώτη ταινία αλλά που έχουν την αγάπη και την υπομονή να απολαμβάνουν τον κινηματογράφο εκείνο που ξεπερνάει την απλή διασκέδαση και προσφέρει κάτι περισσότερο, για σκέψη και ερωτήματα καθώς και την απόλαυση ενός ανώτερου επιπέδου.

*** Η λεπίδα του αθάνατου

Mugen no junin/The Blade of the Immortal. Ιαπωνία/Μεγάλη Βρετανία. Σκηνοθεσία: Τακάσι Μίικε. Σενάριο: Τετσούγια Οίσι, Χιροάκι Σαμούρα (μάνγκα). Ηθοποιοί: Τακούγια Κιμούρα, Χάνα Σουγκισάκι, Σότα Φουκούσι. 140 λεπτά.

Ενας απέθαντος Μάντζι αποφασίζει να βοηθήσει ένα μικρό κορίτσι να εκδικηθεί αυτούς που δολοφόνησαν την οικογένειά της σ’ αυτή τη βουτηγμένη σε βίαιες, αιματοβαμμένες σκηνές, περιπέτεια. Με βάση ένα μάνγκα του Χιροάκι Σαμούρα, ο Τακάσι Μίικε, ειδικός σε ταινίες περιπέτειας όλων των ειδών (τρόμου, πολεμικών μαχών, αστυνομικών θρίλερ, κ.ά.) έφτιαξε μια ακόμη θαυμάσια περιπέτεια που κινείται, με ρυθμό και ποίηση, ανάμεσα στην ταινία φαντασίας, το παραμύθι (για μεγάλους) και τα gore movies, στήνοντας εκπληκτικές σκηνές μαχών, με χορευτική επιδεξιότητα.

** 1/2 – Η λιακάδα μέσα μου

Un beau soleil interieur. Γαλλία, 2017. Σκηνοθεσία: Κλερ Ντενί. Σενάριο: Κριστίν Ανγκό, Κλερ Ντενί. Ηθοποιοί: Ζιλιέτ Μπινός, Ξαβιέ Μποβουά, Ζοσιάν Μπαλασκό, Φιλίπ Κατρίν.

 

Μια χωρισμένη, μεσήλικη ζωγράφος ψάχνει για τον αληθινό έρωτα στη ρομαντική αυτή, χαμηλών τόνων, κωμωδία της Κλερ Ντενί, με τη Ζιλιέτ Μπινός να περνάει από διάφορους, ανάξιους συχνά, εραστές, με χιούμορ και αυτοκριτική, στην προσπάθεια της να βρει τον ιδανικό άντρα.