Ο Σεφέρης….
«Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό».
***************************************************************
…..και ο άλλος!
. Στου Άθω την κορφή βρέθηκε νοερά δίπλα στον Καζαντζάκη και τον Σικελιανό.
. Στον Όλυμπο, μετά το ανέβασμα στο Μύτικα, άκουσε τον Κώστα Ζολώτα να του διηγείται πως ανέβασε για τελευταία φορά τον 90χρονο Χρήστο Κάκαλο στην κορφή (του) για να την αποχαιρετήσει.
. Στα Βαρδούσια, με κρασί και προβατίνα σουβλιστή σε φούρνο, έμαθε ιστορίες προβατάδων, που, τα μερόνυχτα των πορειών, προς και από τα αττικά χειμαδιά, κατάφερναν να κοιμηθούν όρθιοι πάνω στη γλίτσα.
. Χάρη στο φίλο του Χρήστο Σταυρούλια είδε το αρκαδικό τοπίο και με τα μάτια του Παυσανία.
. Στο Συρράκο και τους Καλαρρύτες έμαθε για της Πίνδου το χωνευτήρι με “τηλεσκόπιο” τα άπαντα του Κρυστάλλη.
– Τώρα ζει αυτά που περνάει ο τόπος και παλεύει να παρηγορηθεί με την πίκρα του άλλου.
Του ποιητή, εν προκειμένω, ..για να μην (απο)τρελαθεί!
Υ.Γ. Το από Σεφέρη ρηθέν ολόκληρο:
«Όσο προχωρεί ο καιρός και τα γεγονότα, ζω ολοένα με το εντονότερο συναίσθημα πως δεν είμαστε στην Ελλάδα, πως αυτό το κατασκεύασμα που τόσο σπουδαίοι και ποικίλοι απεικονίζουν καθημερινά, δεν είναι ο τόπος μας, αλλά ένας εφιάλτης με ελάχιστα φωτεινά διαλείμματα, γεμάτα με μια πολύ βαριά νοσταλγία.
Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό».