Της Ζωής Τόλη

«Το στρίψιμο της βίδας» του Χένρι Τζέιμς. Μυθιστόρημα τρόμου ή ψυχολογικό θρίλερ; Μια παράσταση ανατριχιαστικά υποβλητική, ατμοσφαιρική, γοητευτικά τρομακτική, με εμπνευσμένη διασκευή του Δημοσθένη Παπαδόπουλου, στο θέατρο «Άνεσις».

Μια θεατρική δουλειά για δύο πρόσωπα (Θάλεια Ματίκα, Ιάσονας Παπαματθαίου), που ακροβατεί ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Ογδόντα πέντε λεπτά με ψυχολογικό κλίμα γεμάτο ένταση, αγωνία, σασπένς οικοδομούν ένα έργο ιδιαίτερο, συναρπαστικό, ευφάνταστο και το κυριότερο, μοναδικό στο είδος του. Γράφτηκε το 1898 και θεωρείται ένα από τα κορυφαία πεζογραφήματα του Χένρι Τζέιμς, όπου εναλλάσσονται το πραγματικό και το υπερπραγματικό, η αίσθηση και η παραίσθηση, η υπαινικτικότητα και ο ίδιος ο φόβος του θανάτου.

 

Είναι η ιστορία μιας νεαρής γκουβερνάντας, η οποία προσλαμβάνεται σ’ έναν πύργο για να προσέχει δύο ορφανά παιδιά και αρχίζει να βλέπει φαντάσματα δύο υπηρετών που δούλευαν στο παρελθόν στην έπαυλη και έχουν πεθάνει. Εκεί συνδέεται με τους «δαίμονές» της και εγκλωβίζεται σ’ ένα φρικτό παιχνίδι νοητικών παραδοξοτήτων, μυστηριωδών σκιών και μεταφυσικής ατμόσφαιρας τρόμου.

 

3 stricimoΤο φανταστικό εισβάλλει στην καθημερινότητα και επιβάλλεται ως μία πιθανή εκδοχή της πραγματικότητας. Το σημαντικό, έγραψε ο συγγραφέας στα «Σημειωματάριά» του, είναι να παρουσιάσει κανείς το θαυμαστό και το παράξενο δείχνοντας την αντανάκλασή τους πάνω σε μια ευαισθησία, αναγνωρίζοντας ότι το κυριότερο στοιχείο συνίσταται σε κάποια δυνατή εντύπωση που προκαλούν (το θαυμαστό και το παράξενο) και η οποία γίνεται έντονα αισθητή.

 

Ο Χένρι Τζέιμς διείσδυσε σε θέματα που έχουν να κάνουν με τη συνείδηση και την αντιληπτική ικανότητα του καθένα. Τα φαντάσματα αποτελούν το σκοτεινό μας κομμάτι, τις φοβίες, τα απωθημένα, τα κρυμμένα μυστικά, τις ιδεοληψίες, τους ψυχικούς καταναγκασμούς μας. Η ηρωίδα, μεγαλωμένη σε πουριτανικό περιβάλλον (κόρη πάστορα), ζει αυτό το σκληρό και φρικιαστικό παραμύθι φαντασμάτων λόγω της καταπιεσμένης της φύσης και γι’ αυτό συνακόλουθα αρνείται να εμπλακεί σωματικά, συναισθηματικά και σεξουαλικά (Δημοσθένης Παπαδόπουλος). Βλέπει φασματικές -ή μήπως όχι;- παρουσίες, που δεν γνωρίζει και καταλήγουν να γίνουν για την ίδια Εμμονή. Αυτό σταδιακά την οδηγεί στην παράνοια και μετά στην τρέλα.

 

Το έργο αποκτά κριτική στάση απέναντι στο φόβο, το συντηρητισμό και την καταπίεση. Το κείμενο από μόνο του είναι πολυπρισματικό και δέχεται πολλές ερμηνείες. Ο σκηνοθέτης κάνει ένα ελεύθερο συνειρμό πάνω στις υπαινικτικές ιδέες του συγγραφέα για το real και το μη real. Έχουμε να κάνουμε με ένα γκόθικ μυθιστόρημα του φανταστικού είδους, απειλητικά λιτό μέσα στην αναπαραστατική του δύναμη. Η ιδέα του θανάτου καταγράφεται ως μία ανελέητη επανάληψη πολλών άλλων θανάτων, σε ηθικό επίπεδο.

 

Είναι η ματιά της γκουβερνάντας από την οποία παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα; Μήπως χτίζονται οι παραισθήσεις εξαιτίας της; Όλα αυτά είναι σκοτεινά (οι πονηρές οπτασίες των νεκρών με σκοπό ν’ αρπάξουν τα παιδιά) και ατελή. Υπάρχει όμως ο υπαινιγμός μιας αίσθησης, ένα περίεργο, απόκοσμο ρίγος τρόμου. Η αφήγηση κυλάει με τη μορφή ταραγμένης επιφάνειας που συνεχώς υπαινίσσεται κάτι βαθύτερα ανησυχητικό. Ενδεικτική η φράση «ο πύργος μοιάζει σαν ένα καράβι μέσα σε θάλασσα».

 

Είναι εξαιρετική η τέχνη με την οποία ο συγγραφέας μάς υποβάλλει το αμφίβολο και σκοτεινό της όλης υπόθεσης. Η κατανυκτική ατμόσφαιρα, το κακό που φαίνεται να παραμονεύει πίσω από κάθε λέξη ή βλέμμα ακόμα και των μικρών παιδιών και οι φόβοι τής παιδαγωγού δημιουργούν ένα αξιοπρόσεκτο έργο. Σιβυλλικός και μυστικοπαθής ο συγγραφέας κλιμακώνει την ένταση παρασύροντας το θεατή στην αναπόδραστη δίνη ενός ελκυστικά αλλόκοτου κλίματος. Μέσα σ’ αυτό καλούνται οι δύο ηθοποιοί να ερμηνεύσουν τους δύσκολους ρόλους τους.

 

Η Θάλεια Ματίκα παίζει την γκουβερνάντα, ένα δραματικό χαρακτήρα με απαιτήσεις. Όπως λέει η ίδια, ο πήχυς είναι ιδιαίτερα υψηλός και η διαδικασία της δουλειάς αποβαίνει δελεαστικά προκλητική. Πειστική από την πρώτη στιγμή, υποδύεται επακριβώς την ενθουσιώδη και ισχυρογνώμονα παιδαγωγό που η διαταραχή της θα την οδηγήσει σε προσωπικό όλεθρο. Φοράει το ρόλο στο σωστό νούμερο, είναι φυσική, αληθινή, επιδέξια στους χειρισμούς της (πλήρης εκμετάλλευση των εκφραστικών μέσων), δείχνει την απαραίτητη άνεση στη χειμαρρώδη εξέλιξη της πλοκής και αποφεύγει με το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο την όποια ευκολία στη διαδραμάτιση των σκηνών.

Ρεαλισμός και λυρικότητα αριστοτεχνικά συνδεδεμένα απογειώνουν το παίξιμό της στα ύψη. Αυτός ο ρόλος τής πάει γάντι. Σε ορισμένες σκηνές η πολυδιάστατη ερμηνεία της -τολμώ να πω- θυμίζει ερμηνευτικά στοιχεία από σπουδαίες κυρίες του ελληνικού θεάτρου. Μόνη ένσταση, σε ελάχιστα σημεία παρατηρήθηκε κάποια υπερβολή. Πάντως της αξίζουν συγχαρητήρια που αναμετρήθηκε επάξια μ’ αυτόν τον ακανθώδη χαρακτήρα/φόβητρο.

 

1 stricimo

 

Ο νεαρός αλλά πολλά υποσχόμενος Ιάσονας Παπαματθαίου ενσαρκώνει παραπάνω από έναν ρόλους, στέκεται αντάξια στις προκλήσεις των χαρακτήρων, με σοβαρότητα και σκηνική δεινότητα, δείχνει με σεβασμό και πειθαρχία την έκταση των υποκριτικών του ικανοτήτων. Οι εναλλαγές στο ύφος και στον τόνο της φωνής, ανάλογα με τα πρόσωπα που υποδύεται, φανερώνουν την αφοσίωσή του σ’ αυτά, τη μελέτη, το μέτρο και την πίστη, στοιχεία που συνοδεύουν έναν εργάτη της τέχνης με ήθος.

 

Ο ταλαντούχος Δημοσθένης Παπαδόπουλος μας πληροφορεί πως η διασκευή που έκανε είναι ένας δικός του ελεύθερος και ίσως αυθαίρετος συνειρμός πάνω στο μυθιστόρημα. Είδε το έργο ψυχαναλυτικά σαν ένα εφιάλτη, σαν ένα όνειρο, σαν άγριο παραμύθι. Με την αμίμητη τελειομανία του και τον ακραίο επαγγελματισμό του σκηνοθέτησε ένα νουάρ έργο, μια θεατρική δουλειά με φιλοσοφικά ερωτήματα, ένα έργο κάθαρσης που θα μπει στον κατάλογο των πετυχημένων παραστάσεων.

 

Ολόκληρο «Το στρίψιμο της βίδας» αναφέρεται στην ανθρώπινη ελευθερία, τον προσωπικό αυτοπροσδιορισμό, τα δικαιώματα του ατόμου ενάντια σε κάθε είδους απροσδιόριστη δουλεία. Αυτό που πολεμά είναι η επιρροή, η καταπίεση της οικογένειας, η καταπάτηση μιας προσωπικότητας πάνω σε μια άλλη. Το παράδοξο και το αμφίβολο αποκτούν εφαρμογή και αξία μέσα σε μια κοινωνία, όπως η δική μας, με τον γκροτέσκο χαρακτήρα και την έντονη υπαρξιακή αγωνία, γιατί ωθούν στην εσωτερική διερεύνηση με καταληκτικά οφέλη την αποτίναξη κάθε βάρβαρου ζυγού, την ωριμότητα και την ενηλικίωση.

 

Το ερώτημα επίμονα παραμένει. Θα καταφέρει η νεαρή κοπέλα να προστατέψει τα παιδιά και να κρατήσει μακριά τα ζοφερά όντα ενός άλλου κόσμου; Ή μήπως είναι μάταιη κάθε αντίσταση σε μια πραγματικότητα που δημιούργησε η πιο νοσηρή φαντασία; Ο θεατής ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος αν όλα συμβαίνουν πραγματικά ή μόνο στο μυαλό της αφηγήτριας (αν και στο τέλος δίδεται μια απάντηση).

 

Συντελεστές της παράστασης:

Σκηνικά ο Σταύρος Λίτινας (πολύ καλή δουλειά), μουσική ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος (ταιριαστή, διεγερτική), κοστούμια η Ηλένια Δουλαδίρη (υπέροχα). Οι φωτισμοί (Μελίνα Δόσιου) βοήθησαν στην ευστοχία του θεματικού πυρήνα ενισχύοντας τη δυναμική του με το φως και το σκοτάδι.

Είναι μια ιδιαίτερα αξιόλογη δουλειά.