Στο γήπεδο του Τάε κβον Ντο, όταν ο Αλέξης Τσίπρας ανέβηκε στη σκηνή για να μιλήσει για τον ένα χρόνο αριστερά, δηλαδή για το ένα έτος διακυβέρνησης από τον Σύριζα και τους Ανέλ, φιγουράριζε ένα πανό: “Γράψαμε ιστορία”, έλεγε. Θα έπρεπε να μπει ένα ερωτηματικό στο τέλος της φράσης.
Γράψαμε, όντως, Ιστορία; Δηλαδή, με τη θετική έννοια, όπως, υποθέτω, εννοούσαν τη φράση αυτοί που κρέμασαν την επιγραφή, διότι θα μπορούσαμε να είχαμε γράψει ιστορία και αρνητικά. Εάν οι αμαρτίες μας, τα λάθη, οι ολιγωρίες, οι ανοησίες, ή η δειλία μας έφτανε μέχρι τον ουρανό, και πάλι θα είχαμε γράψει ιστορία, αλλά μάλλον δεν θα ήμασταν περήφανοι για όλα αυτά, και δεν θα τα διατυμπανίζαμε, οπότε εγώ εκλαμβάνω τη φράση θετικά.

Στ’ αλήθεια, γράψαμε ιστορία; Για να δούμε: Μέσα σε ένα χρόνο μήπως γλιτώσαμε από τα Μνημόνια; Μήπως μέσα σ’ ένα χρόνο η Ελλάδα έπαψε να είναι αποικία Χρέους; Μήπως χειραφετηθήκαμε από τη γερμανική επικυριαρχία, μήπως γίναμε αίφνης αφεντικά στον τόπο μας και δεν το πήρα χαμπάρι;

Γράψαμε Ιστορία, πράγματι; Μήπως καταργήθηκε ο ΕΝΦΙΑ; Μήπως βελτιώθηκε σοβαρά η πανάθλια κατάσταση στην Υγεία και την Παιδεία; Μήπως μειώθηκε η ανεργία; Μήπως έγινε διαχωρισμός κράτους – εκκλησίας, μήπως έπαψαν οι ρασοφόροι να μισθοδοτούνται από το υστέρημά μου, και το δικό σας, μήπως σταμάτησαν οι αυτοκτονίες, μήπως καταργήθηκαν οι κεφαλικοί φόροι, μήπως αναγκάστηκαν όλοι, μα όλοι οι λιπαροί φοροφυγάδες να επαναφέρουν στη Ελλάδα το άπειρο ξίγκι που είχαν αποθέσει στους τραπεζικούς και φορολογικούς παραδείσους;

Μήπως μέσα σ’ αυτό το χρόνο επανέκαμψε η ελπίδα, μήπως ο κυβερνητικός μηχανισμός ξεφορτώθηκε τα τρωκτικά και τις ψωνάρες, μήπως σταμάτησαν οι νέοι να φεύγουν από την Ελλάδα βρίζοντας, όχι κλαίγοντας, αλλά βρίζοντας; Μήπως σταματήσαμε να ξεπουλάμε όχι μόνο τα ασημικά, αλλά και τα μπακίρια του τόπου; Μήπως εκείνο το πάνδημο, θυελλώδες, κοσμοϊστορικό, πάμφωτο Όχι ξανάγινε Όχι;

Γράψαμε Ιστορία; Ίσως, σε κάποιους τομείς. Το σύμφωνο συμβίωσης, ας πούμε, ή η επαναλειτουργία της ΕΡΤ, η αποκατάσταση δηλαδή του ηλιθιωδέστερου πολιτικού σφάλματος της τελευταίας δεκαετίας. Η ανακούφιση κάποιων ανθρώπων μέσω της έμπρακτης αλληλεγγύης, όπως και το ταξικό πρόσημο που προσπάθησε, και προσπαθεί να βάλει η κυβέρνηση σε πολιτικούς χειρισμούς κεφαλαιώδους σημασίας, όπως είναι το ασφαλιστικό και τα κόκκινα δάνεια, θεωρώντας, και σωστά, πως εφόσον όλοι μας είμαστε αναγκαστικά σε μια πρέσα, κάποιοι, φτωχότεροι, πρέπει να πιέζονται λιγότερο από κάποιους άλλους, πλουσιότερους.

Επίσης, να πω πως αυτή η αριστερή, εντός ή εκτός εισαγωγικών, όπως προτιμάτε, κυβέρνηση, αναγκάστηκε να καταπιαστεί με κάμποσες καυτές πατάτες, που όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις διαχρονικά έκαναν πάσα η μία στην άλλη. Το να περιμένει κανείς πως μέσα σ’ ένα χρόνο η κυβέρνηση θα έλυνε γόρδιους δεσμούς που παραδοσιακά ακινητοποιούσαν το άρμα της Ελλάδας, θα ήταν αφέλεια.

Κι ακόμα κάτι – ο Σύριζα δεν έκανε τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτά που του έδωσε εντολή να κάνει ο ελληνικός λαός, που τον εξέλεξε δύο φορές, έτσι δεν είναι; Πάση θυσία Ευρώπη και ευρώ, ήταν η σαφέστατη εντολή του. Ε, λοιπόν παραμείναμε στη μεγάλη Ευρωπαϊκή αγκαλιά κι έχουμε, τρόπος του λέγειν, ευρώ στην τσέπη, ή όχι; Ας μην γκρινιάζουμε και πολύ, λοιπόν, επειδή ο Τσίπρας έκανε ό,τι του είπαμε… Όμως το ερώτημα παραμένει: γράψαμε, τελικά, ιστορία, με τη θετική έννοια;

Δεν ξέρω. Προσωπικά θα συνεχίσω να θέτω το ερωτηματικό στο τέλος της φράσης. Το αν γράψαμε Ιστορία, μόνο ο λαός είναι σε θέση να το απαντήσει, και μάλιστα όχι τώρα, αλλά σε βάθος χρόνου, όταν ο πολιτικός σχεδιασμός του Σύριζα ολοκληρωθεί. Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, εντός ή εκτός Βουλής, αυτή τη στιγμή δεν έχουν, πιστεύω, καμία απάντηση να δώσουν.

Διότι ούτε η πλήρης υποταγή στο Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο και την Τραπεζική Κομαντατούρα, όπως εκφράζεται από τους διάφορους νεόκοπους φιλελέ Μεσσίες και τα κεντρώα τους εξαπτέρυγα, ούτε η κουτουλιά στον τοίχο, όπως εκφράζεται από τους κυριλέ επανασταταράδες που διασπούν την Αριστερά για την Ενότητα, (που γαμούν, σαν να λέμε, για την παρθενιά), είναι η απάντηση.

Το τιμόνι είναι στα χέρια της κυβερνώσας Αριστεράς. Οφείλει να φτάσει όχι όπου μπορεί, αλλά όπου δεν μπορεί, ώστε να λάβουνε, επιτέλους, τα όνειρα εκδίκηση.