Το θέατρο «Κιβωτός» ανέβασε από τις 12 Φλεβάρη -και για μόνο 30 παραστάσεις, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη- τη σκοτεινή κωμωδία του Μολιέρου «Ταρτούφος ή Οι απατεώνες», σε διασκευή και σκηνοθεσία των Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια.

Γραμμένη το 1664, αν και, μετά το πρώτο της ανέβασμα, απαγορευμένη από το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ΄, ύστερα από πίεση του Αρχιεπισκόπου του Παρισιού (το ανέβασμά της θα επιτραπεί τελικά το 1669), ο «Ταρτούφος ή Οι απατεώνες», το πιο σημαντικό και πολυπαιγμένο έργο του Μολιέρου, παραμένει πάντα μια επίκαιρη σατιρική κωμωδία, μια και το κύριο πρόσωπό της, ένας δήθεν ενάρετος, ευσεβής υπηρέτης του Θεού, στην πραγματικότητα ένας ψευτοθρησκευόμενος υποκριτής, δεν σατιρίζει μόνο τη θρησκευτική υποκρισία, αλλά κι εκείνη του οποιουδήποτε μέλους της αστικής κοινωνίας, που, με διάφορους τρόπους, προσπαθεί με την υποκρισία του να ξεγελάσει και να εκμεταλλευτεί τους άλλους (εξ ου και η λέξη ταρτουφισμός, που έχει από τότε επικρατήσει).

Ο Οργκόν, ένας πλούσιος, μεσαίας τάξης οικογενειάρχης, με μια κόρη, ένα γιο και μια νεότερή του γυναίκα (έχει, όπως μαθαίνουμε, ξαναπαντρευτεί), αν και φαινομενικά έξυπνος, βρίσκεται, όταν αρχίζει το έργο, υπό την πλήρη επήρεια του Ταρτούφου, που τον έχει βάλει στο σπίτι του και έχει αποφασίσει να τον παντρέψει με την κόρη του, την οποία αρχικά είχε υποσχεθεί στο νεαρό Βαλέριο, με τον οποίο ήδη αυτή είναι ερωτευμένη, ενώ, αργότερα, όταν απερίσκεπτα διώχνει και αποκληρώνει το γιο του, φτάνει στο σημείο να κάνει τον υποκριτή Ταρτούφο μοναδικό κληρονόμο και αφέντη του σπιτιού του. Ωσπου, κάποια στιγμή, η προδομένη οικογένεια θα φορέσει κι αυτή τη μάσκα του απατεώνα για να ξεφορτωθεί τον Ταρτούφο.

Αξίζει να αναφέρω πως ποτέ ο Μολιέρος δεν ξεκαθαρίζει τους λόγους που έπεισαν τον Οργκόν να εμπιστευθεί τυφλά τον Ταρτούφο, αν και στη σκηνοθετική προσέγγιση αφήνονται κάποιες ομοφυλοφιλικές ενδείξεις.

Ο σκηνοθέτης του έργου (και πρωταγωνιστής στο ρόλο του Ταρτούφου) Αιμίλιος Χειλάκης έστησε μία με σωστό ρυθμό παράσταση, κάτι ανάμεσα σε καρναβάλι και κομέντια ντελ άρτε, με μάσκες ζωγραφισμένες στα πρόσωπα των ηθοποιών του κι ένα κείμενο σε στίχους (στην πολύ εύστοχη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα), δίνοντας το βάρος της παράστασης, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, στο σατιρικό, φαρσικό στοιχείο, αντίθετα με το δεύτερο μέρος στο οποίο προσδίνει μια κάπως σκοτεινή γεύση.

Ο ίδιος έδωσε ένα ιδιαίτερα συγκρατημένο, αυστηρό Ταρτούφο (μου θύμισε τον αντίστοιχο Ταρτούφο στη βουβή ταινία του Μουρνάου), που σε πείθει, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, για την ευσέβεια και την πίστη του, χωρίς να αφήνει την παραμικρή νύξη για τον πραγματικό χαρακτήρα του, αντίθετα, με το δεύτερο μέρος –όταν πέφτει στην παγίδα που του στήνει η οικογένεια για να αποκαλύψει στον Οργκόν την υποκρισία του– όπου αφήνει να βγει στην επιφάνεια η πονηριά και η υποκρισία του (φτάνει μάλιστα στο σημείο να αυτομαστιγώνεται), όπλα με τα οποία καταφέρνει να ανατρέψει υπέρ του όλα τα υπαρκτά για την προδοσία του δεδομένα.

 

three thumb large

 

Στο ρόλο του πατριάρχη της οικογένειας, ο Άλκης Κούρκουλος τόνισε την τυφλή επιμονή του Οργκόν να επιβάλει τον Ταρτούφο και τις παράλογες αποφάσεις του στην απειθάρχητη, τρελή, όπως πιστεύει, οικογένειά του.

Στις υπόλοιπες ερμηνείες ξεχώρισαν εκείνες της Γιάννας Παπαγεωργίου (απολαυστική στο ρόλο της υπηρέτριας/οικονόμου, του μόνου πραγματικά ειλικρινή ανθρώπου σ’ ολόκληρο το έργο, που βλέπει από την πρώτη στιγμή το αληθινό πρόσωπο του Ταρτούφου και δεν σταματά να εκφράζει, με κάθε ευκαιρία, την άποψή της), της Αθηνάς Μαξίμου (η σύζυγος), της Ράνιας Οικονομίδου (η γιαγιά) και του Αλέξανδρου Βάρθη (ο γιος του Οργκόν).