Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

«Μόνο ένα πλανήτη έχουμε και δεν πρέπει να τον καταστρέψουμε», ανάφερε ένας 81χρονος Ρόμπερτ Ρέντφορντ, στη συνέντευξη Tύπου στο Λίντο που ακολούθησε την προβολή της ταινίας «Οι ψυχές μας τη νύχτα», που σκηνοθέτησε ο πρωτοεμφανιζόμενος, «απόφοιτος» του φεστιβάλ του Σάντανς, σκηνοθέτης Ρίντες Μπάτρας.

Παρούσα στη συνεντευξη, στο πλαίσιο του 74ου φεστιβάλ της Βενετίας και η συμπρωτραγωνίστριά του, Τζέιν Φόντα, η οποία παρά τα 79 της χρόνια, παραμένει το ίδιο όμορφη όπως και πριν και η οποία τόνισε πως η αγάπη της για τον συμπρωταγωνιστή της παραμένει η ίδια όπως και πριν από 50 χρόνια όταν γύρισαν μαζί την ταινία «Ξυπόλητη στο πάρκο» (1967).

Οι δυο μύθοι του σύγχρονου Χόλιγουντ, που έχουν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των δημοσιογράφων αλλά και του κοινού του φεστιβάλ, βρίσκονται στη Βενετία για να παραστούν στην αποψινή επίσημη προβολή της ταινίας τους και να παραλάβουν τιμητικά Χρυσά Λιοντάρια για το σύνολο του έργου τους.

Μπορεί η Ελλάδα να μη συμμετέχει στη φετινή Μόστρα του κινηματογράφου με ταινία μεγάλου μήκους (υπάρχει πάντως η μικρού μήκους ταινία «8η ήπειρος» του Γιώργου Ζώη, που συμμετέχει στη φετινή εκδήλωση), η παρουσία της όμως έγινε σήμερα ιδιαίτερα αισθητή χάρη στο ντοκιμαντέρ «Human Flow» («Ανθρώπινη ροή») του διαφωνούντα με το καθεστώς (σήμερα ζει στη Γερμανία) Κινέζου σκηνοθέτη Άι Γουέι-Γουέι.

Ο Γουέι-Γουέι ταξίδεψε, μαζί με μια ομάδα οπερατέρ (ανάμεσά τους και ο Έλληνας Κωνσταντίνος Κουκούλης), σε διάφορες χώρες, από την  Ελλάδα (και συγκεκριμένα στη Λέσβο και την Ειδομένη) και την Τουρκία, μέχρι το Λίβανο, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, και φτάνοντας ως την Αμερική (και συγκεκριμένα στα σύνορα ΗΠΑ και Μεξικού) για να φτιάξει το συγκλονιστικό αυτό, σπαραχτικό ντοκιμαντέρ του, γύρω από το μεταναστευτικό και τη στάση των διάφορων χωρών απέναντι στους μετανάστες.

Μπροστά από την κάμερα του Γουέι-Γουέι περνάνε πολλά πρόσωπα (από μετανάστες μέχρι εκπροσώπους οργανισμών) που μιλάνε με ειλικρίνεια (συχνά και με σπαραγμό) για τα προβλήματά τους, τον πόνο και την απογοήτευσή τους, από τις ευρωπαϊκές ιδιαίτερα χώρες που, με εξαίρεση αυτές του Νότου, όπως η Ελλάδα.

Aνθρωποι που εγκατρέλειψαν τη χώρα τους, τους συγγενείς τους, που έχασαν τα πάντα, για να γλιτώσουν από πολέμους, διώξεις, πείνα και καταστροφές, ορισμένοι για να πνιγούν, μαζί με τα παιδιά τους, στη θάλασσα και άλλοι για να βρεθούν «φυλακισμένοι» σε πρόχειρους, απάνθρωπους συχνά καταυλισμούς, σε συνθήκες άθλιες, χωρίς τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους, εμποδισμένοι από τείχη που έφτιαξαν χώρες οι οποίες υποτίθεται, βάση του ευρωπαϊκού δικαίου, πρέπει να συμπαραστέκονται και να βοηθούν όλους όσους χρειάζονται φροντίδα και αλλαγή ζωής. Το χρονικό ενός ασταμάτητου κύματος μετανάστευσης εκατομμυρίων ανθρώπων που έχει ξεπεράσει κι εκείνο στην περίοδο του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου και που εκμεταλλεύτηκαν για τους δικούς τους σκοπούς διάφορα ακροδεξιά και νεοναζιστικά κόμματα.

Την πορεία ενός 15χρονου αγοριού προς την ενηλικίωση παρουσιάζει η αμερικανική ταινία  «Στηρίξου στον Πιτ» (Lean on Pete) του Άντριου Χέιγκ (σκηνοθέτη της ταινίας «45 χρόνια»), τίτλος που αναφέρεται στο όνομα ενός αλόγου. Ο Τσάρλι μεγαλώνει μόνος, χωρίς μητέρα. Κάποια στιγμή, χάρη στη βοήθεια ενός ιδιοκτήτη αλόγων κούρσας (ένας πολύ καλός Στιβ Μπουσέμι), ο Τσάρλι θα πιάσει φιλίες με το άλογο του τίτλου και όταν ο πατέρα του πεθαίνει και το άλογο κινδυνεύσει να θανατωθεί, θα το «κλέψει» και θα ξεκινήσει σ’ ένα ταξίδι αναζήτητησης της θείας του.

Ευκαιρία για τον Χέιγκ να φτιάξει ένα είδος ρτόουντ-μούβι, οδοιπορικό στην Αμερική των μεσοπολιτειών, σε μια χώρα ενός χαμένου πια αμερικανικού ονείρου, μιας κοινωνίας στραμμένης αποκλειστικά στο χρήμα και την υλική επιτυχία. Η κοινωνία που μας παρουσιάζει ο Χέιγκ είναι μιαζ σκληρή, απάνθρωπηξ κοινωνία, μιας κοινωνίας πολύ κοντά με εκείνη της μεγάλης ύφεσης της δεκαετίας του ’20 και η περιπλάνηση του Τσάρλι φέρνει στο νου την περιπλάνηση ανθρώπων σε άχαρες μεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ που συναντάμε σε ταινίες σκηνοθετών όπως οι αδερφοί Κοέν (η επιλογή του Στιβ Μουσέμι στο ρόλο του ατσίδα ιδοκτήτη των αλόγων κούρσας, δεν είναι πιστεύω τυχαία).