«Συγχωρήστε με, καθηγητά Νίτσε, αν ακούγομαι προκλητικός, αλλά… Εσείς μιλάτε για την αλήθεια σαν να ήταν κάτι ιερό, σαν να θέλετε ν’ αντικαταστήσετε μια θρησκεία με μια άλλη …. Γιατί τόσο πάθος, τόση ευλάβεια για την αλήθεια; Πώς θα βοηθήσει η αλήθεια τον άρρωστο μου;

-Δεν είναι η αλήθεια ιερή, ιερή είναι η αναζήτηση της αλήθειας του καθενός μας! Μπορεί να υπάρχει πιο ιερή πράξη από την αυτοαναζήτηση; Το φιλοσοφικό μου έργο, λένε κάποιοι ότι είναι χτισμένο πάνω στην άμμο: οι απόψεις μου αλλάζουν συνεχώς.

Αλλά μια από τις πάγιες φράσεις μου είναι: “Γίνε αυτό που είσαι”. Και πώς μπορεί κανείς ν’ ανακαλύψει ποιος είναι και τί είναι χωρίς την αλήθεια;

Η αλήθεια του αρρώστου μου όμως είναι ότι έχει πολύ λίγο χρόνο ζωής μπροστά του. Πρέπει εγώ να του προσφέρω αυτή την αυτογνωσία;

-Η αληθινή εκλογή, η πλήρης εκλογή», απάντησε ο Νίτσε, «μόνο κάτω από τον ήλιο της αλήθειας μπορεί ν’ ανθίσει. Πώς αλλιώς μπορεί να γίνει;».

ΑΠΟ το βιβλίο του Ίρβιν  Γιάλομ  «Όταν Έκλαψε ο Νίτσε»  έρχονται τα παραπάνω.

Η … ιερόσυλη φτώχεια μου τα επικαλείται  σαν  φόντο προκειμένου να προσεγγίσει το φαινόμενο  Μανώλης Γλέζος.

ΑΦΟΡΜΗ να ασχοληθώ η προ ημερών εκδήλωση στη Βουλή, όπου ο αειθαλής Μανώλης ξέσπασε λέγοντας και τούτα: «Κι αν πεθάνω θα σας κυνηγάει η ύπαρξή μου, για να κάνετε αυτό που πρέπει να κάνετε!  Μη νομίζετε ότι θα γλιτώσετε από μένα ποτέ…».            

ΑΝΘΡΏΠΙΝΟ και κατανοητό  το ξέσπασμα, προκύπτουν όμως κάποια ερωτήματα. Τα οποία πριν τα διατυπώσω, θέτω στα υπόψη και τούτα:

  1. Είχα την τύχη να γνωρίσω για λίγο τον άνθρωπο πριν είκοσι περίπου χρόνια κάνοντας μαζί του και συνέντευξη στο TV  ΚΟΣΜΟΣ της  Αμαλιάδας-άλλη «πονεμένη» ιστορία αυτή των τοπικών τηλεοράσεων.

2. Τόσο οι (προσ)λήψεις από την εν γένει παρουσία του, όσο και η εκ του σύνεγγυς επαφή,  δεν (μου) επιτρέπουν καμία αμφισβήτηση, όσον αφορά τη φυσική του ευγένεια, το πάθος για την προκοπή του τόπου, το σεβασμό στον αντίπαλο, το  ξεχωριστό,  για τα ημεδαπά δεδομένα-και δη τα αριστερά,  ύφος και ήθος.

3. Είναι ο μόνος ίσως από τους εν ζωή αριστερούς, που:  α) δεν μηρυκάζει Λενινο…Μαρξιστικά τσιτάτα και Μαο …Καστρικές αρλούμπες, β) δεν εμπνέεται  από φιλοσοφικά  φρικιά τύπου Σλάβοϊ Ζίζεκ,  γ) η σκέψη και η παιδεία του αποπνέουν γηγένεια και δη  του Αιγαίου.

ΚΑΙ ΤΩΡΑ τα ερωτήματα, που ενδεχομένως ορισμένοι θα τα θεωρήσουν  ιερόσυλα. Έχουμε λοιπόν και λέμε: Τι ακριβώς εννοεί όταν λέει  «για να κάνετε αυτά που πρέπει να κάνετε»; Να γίνει τι και από ποιους; Τι άλλο είναι ικανοί να κάνουν ο  Τόσκας, ο Τσίπρας, ο Πολάκης, ο Τζανακόπουλος, η Φωτίου, η Γεροβασίλη; Να  προσθέσουν καμένο με  Καμένο ή παραπάνω σανό για «μόσχοβο»  με  Ιβαν Σαββίδη;

ΕΠΙΠΛΕΟΝ: Η αλήθεια του Μανώλη Γλέζου ποια είναι; Έχει επακριβώς προσδιοριστεί; Μένει σταθερή και αναλλοίωτη ή αλλάζει και μεταβάλλεται;  Έχει διαφορές με την αλήθεια του φίλου του Λάκη Σάντα -μαζί κατέβασαν τη χιτλερική σβάστικα από την Ακρόπολη-κι αυτές ποιές είναι;

ΤΕΛΟΣ  με τα ερωτήματα και απαντήσεις μην περιμένετε. Στο πλαίσιο της «ιερής αυτοαναζήτησης» που ο Γιάλομ αποδίδει στο Νίτσε,  ο καθείς καλείται να δώσει τις δικές του.

ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ είναι όμως στα τυφλά η περιπλάνηση θα προσθέσω και  κάτι ακόμα. Όπως του Γλέζου η αναφορά, έρχεται κι αυτό από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Από τη λήξη του συγκεκριμένα και έλαβε χώρα στη Γαλλία.

ΕΚΕΙ λοιπόν στη χώρα των «κουτόφραγκων» ναι μεν δεν συνέχισαν με εμφύλια ανθρωποφαγία, αλλά κάποιοι τη γούσταραν. Ξεκίνησε έτσι μια διαμάχη ανάμεσα σε αντιστασιακούς όπου είχαμε:

ΤΟΥΣ ΜΕΝ να πιστεύουν ότι, στο όνομα της αντίστασής τους, μπορούν να γίνουν κριτές και τιμητές των πάντων, και τους δε να λένε: Οπ σταθείτε!

ΚΑΜΙΑ πράξη στο διάβα της ζωής δεν αποτελεί πιστοποιητικό υπεροχής ή καταδίκης για κανέναν. Όσοι εγκλημάτησαν θα κριθούν σύμφωνα με τους  νόμους, τα υπόλοιπα ξεχάστε τα, όπως και έγινε.

ΕΙΠΑΜΕ όμως «κουτόφραγκοι» αυτοί, ο «πιο έξυπνος λαός του κόσμου» εμείς, τρεφόμαστε ακόμα με  απόνερα του εμφύλιου και όχι σκέτα. Τα γουστάρουμε και τοξικά εμπλουτισμένα…

ΥΓ Σκεπτικό  ανάλογο με των «κουτόφραγκών», σε ανώτερο όμως  βαθμό, βρίσκουμε στην αρχαία Αθήνα  Είναι το περίφημο ψήφισμα περί  του «μη μνησικακείν». Ήταν το 404 π.Χ., όταν οι δημοκρατικοί με τον Θρασύβουλο ανέτρεψαν την τυραννία των Τριάκοντα. Ούτε καν χρόνος δεν είχε παρέλθει από την οριστική ήττα στο μακροχρόνιο Πελοποννησιακό Πόλεμο και την ταπεινωτική συνθηκολόγηση με τη Σπάρτη.

Οπότε το σκεπτικό ήταν: «ΩΣ ΕΔΩ. Έχουν χαθεί χιλιάδες και χιλιάδες στα χρόνια του πολέμου και της τυραννίας -σύντομης μεν, αλλά υπέρ…παραγωγικής σε εκκαθαρίσεις αντιπάλων κατά τους ιστορικούς. Αν τώρα εξοντωθούν και οι συνεργάτες της τυραννίας, στην πόλη θα κυκλοφορούν μόνο φαντάσματα…»