Ενα πλοίο του 4ου αιώνα π.Χ. ναυάγησε στους Φούρνους γεμάτο χιακούς αμφορείς. Ενα άλλο των ρωμαϊκών χρόνων βούλιαξε με φορτίο αμφορέων τύπου Dressel 38, οι οποίοι προέρχονται από εργαστηριακές εγκαταστάσεις της Ισπανίας και προορίζονταν για την μεταφορά παστών ψαριών.

Αμφορείς μετέφεραν και άλλα δύο ναυάγια ύστερων ρωμαϊκών χρόνων  του 6ου και 7ου αιώνα μ.Χ. Κι αυτά είναι μόνο τέσσερα από τα 53 ναυάγια που έχουν εντοπιστεί στην ίδια περιοχή του αρχιπελάγους οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι οι Φούρνοι αποτέλεσαν λόγω της γεωγραφικής τους θέσης και της ποικιλομορφίας του οριζόντιου και κατακόρυφου διαμελισμού των ακτών τους έναν καίριο θαλάσσιο κόμβο που συνδέεται με ένα ευρύτερο δίκτυο θαλασσίων διαδρομών κατά την αρχαιότητα.

Σύμφωνα με την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων που διενήργησε από τις 9-29 Ιουνίου την έρευνα με την υποστήριξη του ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation εντοπίστηκαν και τεκμηριώθηκαν ίχνη από οκτώ συνολικά ναυάγια που χρονολογούνται από την Κλασική περίοδο έως και το πρώτο μισό του 20ο αιώνα.

Εκτός των ναυαγίων καταγράφηκαν και μεμονωμένα ευρήματα, κυρίως απορρίψεις κεραμικής και άγκυρες, αψευδείς μάρτυρες της έντασης και έκτασης της ναυσιπλοΐας και εμπορευματικής διακίνησης στο καίριο αυτό ναυτικό σταυροδρόμι του ανατολικού Αιγαίου. Ανάμεσα στα άλλα βρέθηκε και ένα ξύλινο σκαρί της εποχής του μεσοπολέμου, που βυθίστηκε λίγο μετά το 1929. Από τα ναυάγια αυτά ανελκύστηκαν δειγματοληπτικά αμφορείς, επιτραπέζια κεραμικά και λύχνοι.

Την έρευνα πλαισίωσε το ερευνητικό σκάφος του ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation “R/V Hercules”, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την αρχαιολογική χαρτογράφηση της θαλάσσιας περιοχής μεταξύ των ανατολικών ακτών των Φούρνων και του Αγ. Μηνά, σε ζώνες βάθους που δεν είναι προσιτές με συμβατικά μέσα κατάδυσης, από 60 έως 120 μέτρα βάθος. Για τον εντοπισμό υποψήφιων στόχων χρησιμοποιήθηκε πολυδεσμικός ηχοβολιστής (Multibeam Echo Sounder) και για την οπτική επιβεβαίωση και ταυτοποίηση των στόχων υποβρύχιο μη επανδρωμένο όχημα (R.O.V.).

Στην επιτυχή έκβαση της έρευνας συνέβαλε η ευαισθητοποίηση του τοπικού πληθυσμού και η εκτενής συλλογή πληροφοριών από τους ψαράδες που γνωρίζουν πολύ καλά τα σημεία των ναυαγίων.

Την γενική διεύθυνση της έρευνας είχε ο αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Δρ Γιώργος Κουτσουφλάκης ενώ επικεφαλής του Ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation ήταν ο αρχαιολόγος Δρ Peter Campbell.