Του Συμεών Σολταρίδη

Πριν μερικές μέρες συναντήθηκα με μια παρέα φίλων και μαθητών μου, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και αστυνομικοί. Θυμηθήκαμε τα παλιά, τα σχολικά χρόνια,  τις εκδρομές που κάναμε, τα ξένοιαστα χρόνια και όπως ήταν φυσικό φθάσαμε και στο σήμερα, σχολιάζοντας όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά κυρίως τις συνθήκες εργασίας τους.

Μίλησαν όλοι και για πολλά, αφού  η παρέα ήταν αρκετά μεγάλη. Άλλοι έλεγαν ότι τους χρώσταγε το δημόσιο, άλλοι υποστήριζαν ότι τελικά ο Σόιμπλε έλεγε την αλήθεια αφού όπως είναι γνωστό  «οι ιδεοληψίες της κυβέρνησης μας οδήγησαν σε χρέη μαμούθ», άλλοι σημείωναν ότι  «οι κωλοτούμπες πάνε και έρχονται», ενώ ένας φαρμακοποιός μας εξήγησε πως «γράφει στο φαρμακοντέφτερο του,  τα χρέη των πελατών του», συμπληρώνοντας  «με πληρώνουν κάθε τέλος του μήνα αφού οι συνταξιούχοι τότε πληρώνονται». Και κατέληξε «περιττό να σας πω , ότι κάθε χρόνο χάνω αρκετές χιλιάδες ευρώ, αλλά  το σημαντικότερο είναι ότι χάνω και τους φίλους και πελάτες μου».

Κάπως έτσι κατέληξε η συζήτηση και δεν είχαν μιλήσει οι αστυνομικοί, ενώ οι άλλοι κλάδοι είχαν πει το κοντό και το μακρύ τους. Τους κοίταξα και τους ρώτησα  «εσείς τα βρίσκετε όλα ωραία και δεν μιλάτε»; Χαμογέλασαν και απευθυνόμενοι σε μένα, είπαν «Δάσκαλε, από πού να αρχίσουμε; Είμαστε τόσο λίγοι σε κάθε βάρδια, είμαστε τόσο απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουμε το σύγχρονο έγκλημα, είμαστε τόσο κενοί και παλεύουμε με τα σύγχρονα θηρία, μόνο με την δύναμη που έχουμε».

Και συμπλήρωσαν «Όταν εμείς έχουμε αυτοκίνητα με ελαττωματικά εξαρτήματα και λάστιχα που δεν γνωρίζουμε αν θα αντέξουν όταν υπερβούμε τα 150 χιλιόμετρα  κυνηγώντας κάποιον, οι εγκληματίες του οργανωμένου εγκλήματος έχουν αυτοκίνητα που μας αφήνουν στον δρόμο.

Έχουμε να πιάσουμε όπλο στο χέρι μας και να ρίξουμε βολή από τότε που προσληφθήκαμε.  Γυμναζόμαστε μόνοι μας». Και κατέληξαν «το φαιδρότερο όλων είναι ότι και αν ακόμη κάνουμε συλλήψεις με «ηλίου φαεινότερα» στοιχεία, αφήνονται ελεύθεροι, αφού ορισμένοι επικαλούνται «παραθυράκια» του νόμου και «ακτιβιστικές νοοτροπίες».

Είχε κλείσει ο κύκλος της συζήτησης. Μετά τον πρωινό καφέ άρχιζε ο καθένας να πηγαίνει «προς τα ίδια». Σαν συνταξιούχος πλέον, που είχα λίγο χρόνο περισσότερο ελεύθερο, σηκώθηκα τελευταίος, αφού σκέφτηκα τα λεγόμενα όλων. Ιδιαίτερα στάθηκα στα λεγόμενα των αστυνομικών φίλων και μαθητών μου, που με περισσή προσωπική δυναμική επιτελούν το καθήκον τους, ενώ το επίσημο κράτος περί άλλων τυρβάζει!