Της Ματίνας Ρασσιά

Ο Μπαλκρίσνα Ντόσι (Balkrishna Vithaldas Doshi) είναι ο πρώτος αρχιτέκτονας από την Ινδία που λαμβάνει την υψηλότερη διάκριση Αρχιτεκτονικής, το Pritzker Prize 2018. Η επιλογή του έγινε προ ολίγων ημερών κι έτσι είναι ο 45ος αποδέκτης του διάσημου αυτού βραβείου, που είναι αντίστοιχο του Νομπέλ στην Αρχιτεκτονική. Η απονομή του βραβείου θα γίνει στο Μουσείο Aga Khan στο Τορόντο τον Μάιο.

Ο Ντόσι εδώ και δεκαετίες έχει λάβει τη θέση του στον πάνθεον της αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα εκπέμποντας τις ιδέες του από το Αχμενταμπάντ της Ινδίας και διδάσκοντας όχι μονάχα τους αρχιτέκτονες της Ινδίας αλλά και τους αρχιτέκτονες όλου του κόσμου. Αμβονάς του είναι το πανεπιστήμιο C.E.P.T. και το αρχιτεκτονικό στούντιο, Vastu-Shilpa. Το χαρτοφυλάκιο των εργασιών του ξεδιπλώνεται σε πάνω από 70 χρόνια και η ιστορία της ζωής του ξεκινάει απο τις ισχυρότερες βάσεις.

Μετά την αποφοίτησή του από τη Βομβάη, ο Ντόσι άρχισε την σταδιοδρομία του από την Ευρώπη. Αφού εκπαιδεύτηκε, εργάστηκε για τέσσερα χρόνια (1951-54) στο γραφείο του Le Corbusier στο Παρίσι και έπειτα επέστρεψε στο Αχμενταμπάντ (Ahmedabad) για να επιβλέψει την κατασκευή μερικών από τα βασικά έργα του μέντορά του, Le Corbusier, στο Chandigarh και το Ahmedabad.  Το στούντιο του Ντόσι που ιδρύθηκε το 1955 και ονομάζεται Vastu-Shilpa (που σημαίνει, περιβαλλοντικός σχεδιασμός) επικεντρώνεται στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό.

Ορισμένα από τα βασικά έργα του είναι η Σχολή Αρχιτεκτονικής Αχμενταμπάντ (1966 σήμερα ονομάζεται C.E.P.T.), την οποία  σχεδίασε και ίδρυσε. Ακολουθούν η θολωτή γκαλερί Amdavad ni Gufa (1995), το οικονομικό και βιώσιμο οικιστικό συγκρότημα Aranya (1989) για 80.000 άτομα στο Indore. Ο Ντόσι συνεργάστηκε στενά με τους Louis Kahn και Anant Raje, όταν ο Kahn σχεδίασε την πανεπιστημιούπολη του Ινδικού Ινστιτούτου Διαχείρισης, Αχμενταμπάντ. Το 1962 ξεκίνησε την Σχολή Αρχιτεκτονικής απ΄όπου αποφοιτούν μερικοί από τους πιο ταλαντούχους αρχιτέκτονες ικανοί να μας δείξουν την αρχιτεκτονική του μέλλοντος.

Θολωτή γκαλερί Amdavad ni Gufa (1995)

Μιλώντας ο ίδιος ο Ντόσι για τη δουλειά του μετά την ανακοίκωση της βράβευσής του είπε:”τα έργα μου είναι μια επέκταση της ζωής μου, της φιλοσοφίας και των ονείρων μου. Προσπαθώ να δημιουργήσω θησαυροφυλάκια του αρχιτεκτονικού πνεύματος. Αφιερώνω αυτό το διάσημο βραβείο στον γκουρού μου, Le Corbusier. Οι διδασκαλίες του με οδήγησαν να ανακαλύψω μια νέα τοπικά υιοθετημένη σύγχρονη έκφραση για ένα βιώσιμο ολιστικό βιότοπο”.

Ο 90άχρονος σήμερα αρχιτέκτονας, πολεοδόμος και εκπαιδευτικός,αναφέρεται επίσης στο πώς τα κτίριά του στοχεύουν να καλλιεργήσουν μια αίσθηση κοινότητας, πώς ο χώρος μπορεί να προάγει την εσωτερική ειρήνη, πώς οι πόλεις μπορούν να συνεισφέρουν στην υγεία μιας κοινωνίας.

Θεωρείται πρωτοπόρος στο σχεδιασμό και την κατασκευή βιώσιμης στέγασης χαμηλού κόστους και η αρχιτεκτονική του επισημαίνει πως όλα τα στοιχεία της φύσης είναι καταλύτες για τη δημιουργία ανθρώπινης διάθεσης. Τα κτίριά του δημιουργούν εικόνες, οράματα και διαχειρίζονται τον ήλιο, τη σκιά, τον άνεμο κατά τέτοιο τρόπο ώστε όχι μονάχα να δημιουργούν βιώσιμα περιβάλλοντα αλλά και χρηστικούς οργανισμούς, από το έδαφος έως την οροφή του κτιρίου. Δεν υπάρχει υπερβολική κατάχρηση υλικών στα κτίριά του γιατί κάθε υλικό, όπως ο ίδιος λέει: «είναι ζωντανό και έχει ένα μήνυμα να προσφέρει. Το μήνυμα είναι, πώς δημιουργείτε ή φαντάζεστε ή εξελίσσετε την αρχιτεκτονική; τι θα θέλατε να σας πουν τα υλικά για τον κόσμο;»